United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος εταίριασαν και συνήφθη ο αρραβών. Ο μεγάλος υιός του Στεφανή, ο Στάθης, έλαβε το τσέκι, το οποίον έφερεν εξ Αμερικής ο αδελφός του, απήλθεν εις Βώλον και το εξηργύρωσεν. Ήτο περίπου διά πεντακοσίας αγγλικάς λίρας. Επιστρέψας εκ Βώλου έφερε περί τας 18 ή 19 χιλιάδας χαρτίνας δραχμάς. Τόση ήτον η περιουσία του Θανάση.

Όταν αι οικίαι ήρχισαν να καίωνται, ήκουσα με τα ίδια ώτα μου χιλιάδας φωνών να ορύωνται: «Θάνατος εις τους σβύνοντας την πυρκαϊάν». »Άνθρωποι διατρέχουν την πόλιν ρίπτοντες εις τας οικίας αναμμένας δάδας . . . Αφ' ετέρου ο λαός στασιάζει, φωνάζει ότι καίουν την πόλιν κατά διαταγήν. Περισσότερα δεν λέγω. Δυστυχία εις όλους μας! . . . Είναι το τέλος της Ρώμης . . . .

Και κατά μεν της Θάσου ελθόντες οι Αθηναίοι μετά πλοίων ενίκησαν εις ναυμαχίαν και απέβησαν εις την ξηράν· επί δε τας όχθας του Στρυμόνος πέμψαντες κατά τους αυτούς χρόνους δέκα χιλιάδας οικήτορας Αθηναίους και συμμάχους, διά να οικήσωσι τας τότε καλουμένας Εννέα οδούς, σήμερον δε Αμφίπολιν, τας μεν Εννέα οδούς τας οποίας κατείχον οι Ηδωνοί εκυρίευσαν, προχωρήσαντες δε εις τα μεσόγεια της Θράκης κατεστράφησαν σύμπαντες εν Δραβήσκω τη Ηδωνική υπό των Θρακών, εις τους οποίους απήρεσκε το περιτειχιζόμενον χωρίον των Εννέα οδών.

Άλλως και προσεκαλούντο κρυφίως υπό τινων Αθηναίων, οίτινες ήλπιζαν να καταλύσωσι την δημοκρατίαν και τα οικοδομούμενα μακρά τείχη. Έδραμον δε κατ' αυτών οι Αθηναίοι πανστρατιά μετά χιλίων Αργείων και άλλων τους οποίους απέστειλε καθεμία σύμμαχος πόλις· συνεποσώθησαν δε εις δεκατέσσαρας χιλιάδας.

Τω εφάνη τότε ότι ο κήρυξ διαταχθείς εκτύπησε τελειωτικώς το σφυρίον επί της τραπέζης, αναφωνήσας! — Τριάντα δύο χιλιάδας, τρεις! Προς τον τρίτον αυτόν κρότον ο κυρ-Δημάκης αφυπνίσθη.

Και τω όντι ο Καραϊσκάκης ήτον πρώτος από τους Έλληνας αρχηγούς, όστις έλαβεν υπό την οδηγίαν του διά μιας δεκαπέντε περίπου χιλιάδας στράτευμα και το διοίκησε με την μεγαλητέραν τάξιν, εμπειρίαν και φρόνησιν. Αλλ' όσον ευχάριστος ήτον η κατάστασις του στρατοπέδου, τόσον αθλία επαρουσιάζετο εκείνη των πολιορκουμένων.

Ο γαμβρός ισχυρίζετο ότι πέντε χιλιάδας είχον συμφωνήσει, και χωριστά το σπίτι, το αμπέλι, τον μικρόν ελαιώνα και τα ρούχα. Ο Στάθης διετείνετο ότι τεσσαρεσήμυσι χιλιάδες το όλον, μαζί με τα ρούχα, τα έπιπλα, τα σκεύη και τα λοιπά.

Και αν είχαμεν δύο χιλιάδας, υπέλαβεν ηλιθίως μειδιών ο κύριός μου, ακόμη καλλίτερα. Δυστυχώς ο διάλογος εκείνος, όστις αντήχει ως ωραία μουσική εις τα ώτα μου, διεκόπη ταχέως, και είδα χαίνουσαν μετ' ολίγον ενώπιόν μου την θύραν νέας φυλακής, του σιδηρού κιβωτίου του κτήτορός μου.

Και τι ημπορώ να σας χρησιμεύσω; ερωτά ο Ιωάννης, με ήθος ανθρώπου κερδήσαντος εκατόν χιλιάδας δραχμών, και διατεθειμένου να προστατεύση κάπως την δημοσιογραφίαν. — Να μου χρησιμεύσετε; σεις εις εμέ; αντερωτά ο εκδότης του σατυρικού φύλλου, μειδιών εν πλήρει και αδιαπτώτω συνειδήσει της ισχύος του. Τίποτε επί του παρόντος.

Δεν ενθυμούμαι το όνομα του αγαθού Τηνίου, όστις εξεπροσώπευεν εκεί τότε της Αγγλίας την δύναμιν, αλλ' ενθυμούμαι το ξυρισμένον πρόσωπον και τας χρυσάς διόπτρας του. Νομίζω ότι τον βλέπω ενώπιόν μου. Ο άνθρωπος μου έδειξε τον λογαριασμόν πωλήσεως και μου παρέδωκεν αυθωρεί το προϊόν των σκούφων, συμποσούμενον εις πέντε χιλιάδας γροσίων.