United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν δεν το κάμης, στρώσε μου την νυμφικήν μου κλίνην ‘ς το μνήμα, όπου από χθες κοιμάται ο Τυβάλτης. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Δεν έχω λέξιν να ειπώ και ομιλείς του κάκου. Να κάμης όπως αγαπάς· 'τελείωσα μαζή σου. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Θεέ μου! — Παραμάνα μου, ειπέ μου, πώς να γείνη; Είναι ο άνδρας μου ‘ς την γην, κ' οι όρκοι μου επάνω ‘ς τους ουρανούς.

— «Αχ! αδερφούλη μου, Φώτο! Εγώ σε γύρευα ανάμεσα στους ζωντανούς, και συ βρίσκεσαι ανάμεσα στους πεθαμένουςΛέγοντας αυτά ξαπλώθηκε ψηλά στο χορταριασμένο μνήμα, κλαίοντας και μύροντας, σα μικρό παιδί. Κανένας δε ζύγωσε να τον παρηγορήση, για μια τέτοια μεγάλη δυστυχία. Έκλαιγαν κι' άλλοι γύρα του σκυμμένοι σε φωτισμένα μνήματα, αλλά καθένας έκλαιγε τον πόνο του.

Μετά την κεφαλήν εφάνη ο κορμός και έπειτα αι μακραί κνήμαι, των οποίων ήρκεσαν ολίγοι διασκελισμοί να μεταφέρωσι πλησίον μου τον κάτοχον αυτών. Εις τούτον έσπευσα να εξηγήσω ότι επεθύμουν να περιφράξη και να περιποιηθή, επί δικαία αμοιβή, του φίλου μου το μνήμα.

Όταν τη νύχτατον τροχό τα σύνεργα επερνούσε Κι' ανάδευε τα χέρια του κ' έτρεμε το κεφάλι, Παρασαρκίδα αφύσικη μεςτην κοιλιά του δέντρου, Εφάνταζεν από μακρά ότι ήτον θεριεμένο Χταπόδιτη θαλάμη του που πρόσμενε κυνήγι Κι' ανήσυχο παράδερνε με τους αποκλαμούς του, 'Σ αυτόν το λάκκο από βραδύς θαμμένος είν' ο Διάκος, Ταστροπελέκι του βουνού σβυέταιαυτό το μνήμα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ Ωιμένα, τα κορμάκια σας ποιος τόπος γης θα λάβη; ΙΣΜΗΝΗ Σε ποιο θε να τα θάψωμε χώμα πιο τιμημένο; ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΙ ΙΣΜΗΝΗ Ω μνήμα, στου πατέρα σας το πλάι ετοιμασμένο!

ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑτους δρόμους τρέχει ο κόσμος· μερικοί φωνάζουν ο Ρωμαίος, του Πάρη άλλοι τ’ όνομα, και άλλοι Ιουλιέτα! Και όλοι τρέχουν με φωναίς προς το 'δικόν μας μνήμα. ΠΡΙΓΚΗΨ Τι είν' αυτό το άκουσμα το φοβερόν; Α’ ΝΥΚΤΟΦΥΛΑΞ Αυθέντα, μαχαιρωμένος είν' εδώ ο Πάρης, κι' ο Ρωμαίος αποθαμμένος, και ζεστή και νεοσκοτωμένη η Ιουλιέτα, που προχθές ετάφηκ' εδώ κάτω.

Οι σκαφτιάδες έγιναν για μιας κίτρινοι σαν το θειαφοκέρι. Τη φωνή της μάννας τους ν' άκουγαν από το μνήμα δε θα χλώμιεναν έτσι. Άφηκαν τη δουλειά τους και τριγύρισαν όλοι το λάκκο με την ψυχή στα μάτια. Ένα βαθύ και πολυάκρυβο μυστικό τους έδενε. Ο Κουτρουμπής πρώτος κ' έπειτα ο Μπαλαούρος κατέβηκαν φυλαχτά μέσα κι άρχισαν να πετούν με τις χούφτες τα χώματα.

ΑΝΑΤ. Τι; απ' την αρχή να ντιαβάσης; να σ' αλατήσω να βρωμήσης, κοπόγλου κοπέκ, = τίποτα άνταμ. τίποτα.... άρατα τέματα, έγραφες... ούλα ανάποντα έγραψες.. =μπρε άνταμ εκείνο ιστέ έτζι γράφουνε; « Εντάτε κείτεται ντούλο του τεού » Χατζή Μουράτη, αραϊντζή, καϊσερλή, καλό » άντρωπο ήτανε, όποιος γλέπει μνήμα του να » λέη, τεός χωρέστο· πάει λέωντας εγώ έτζι είπα » να γράψης

Τον Ροΐδην, ήρωα του Αττικού πνεύματος, ύμνησε και ο Σουρής εις τους ωραίους στίχους τους οποίους έγραψε την επομένην του θανάτου του: Μία πένθιμη ρίμα στου Ροΐδη το μνήμα. Ο Μώμος, που μας πείραξε με το δικό σου στόμα, τρις γέλασε, τρις έκλαψε στου τάφου σου το χώμα,

Πάει πρώτος ο Λαζαράκης, πάει κι' όλο το νησί του καιρού του, ο ένας πίσω από τον άλλο· τους δέχθηκε όλους η ΑγιάΜαρίνα. Δύο τρία γεροντάκια απομείνανε από την παλιά τη γενεά. Ένα γεροντάκι απ' αυτά ήταν και ο νεκροθάφτης στην ΑγιάΜαρίνα. Έβγαινε το γεροντάκι και περπατούσε ανάμεσα στα μνήματα κ' έκανε χάζι. Θυμότανε τα παλιά του. Κάθε μνήμα ήτανε και μια ιστορία γι' αυτόν.