Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
« τζάνουμ, Κύριε Ντιοικητή χέργια σου να φιλήσω, ποντάργια σου να φιλήσω, ισκυλί σου να γενώ, στείλε Αστρονόμο ένα ντιαταγή, να βγάνη ημάς όξου. » ΑΝΑΤ. Τι έγραψες; ΛΟΓ. Όξου. ΑΝΑΤ. Είδες τώρα; έτζι γράφουνε αναφορά όχι τροπάρι έγραψες εσύ — έι σώτηκε πγια. ΑΝΑΤ. Εγώ ντε ξέρω να γράψω — εσύ γράψε όνομά μου. ΛΟΓ. Και δη πώς σε γραπτέον;
Διά τούτο και σε μεταξύ όλων των Αθηναίων εδιάλεξα ως φίλον και επροτίμησα την φιλοξενίαν σου, καθότι άκουσα να φημίζεσαι ότι και νόμους έγραψες και των αρίστων εθίμων και έργων έγινες εισηγητής και εν γένει ότι είσαι σοφός εις το να καταρτίσης ένα πολίτευμα.
ΑΝΑΤ. Έι... τα τα πλερώσουμε αγάλια αγάλια, τώρα ούλοι χάψι είμασται, κ' εσύ μπυλέμ χάψι είσαι. Ιστέκα... τι φοβάσαι; για. ΞΕΝ. Ας λογαριαστούμενε δα, κ' ύστερις πλερώνετεν πλια. ΑΝΑΤ. Βγάλε τευτέρι σου να δγιούμε, πόσα κρουστούμε; ΞΕΝ. Εν τα πέρασα ς' το τεφτέρι, μα τα θυμούμ' απ' όξω. ΑΝΑΤ. Και ντεν έγραψες ντεφτέρι σου; ΞΕΝ. Όσκε... εν πρόφταξα... στη λίσταν τα πέρασα μονάχα.
ΓΟΝΕΡ. Καλλίτερα οι φόβοι μου παρά το ξέννοιασμά σου. Να προλαμβάνω προτιμώ το πράγμα 'πού φοβούμαι ή να φοβούμαι μη αυτό εμένα με προλάβη! Τι έχει μέσα 'ς την καρδιάν το ξέρω. Όσα είπε, με γράμμα τώρα τα μηνώ εγώ 'ς την αδελφήν μου. Αφού της τον απέδειξα τον κίνδυνον, αν θέλη να τον κράτηση μ' εκατόν ιππότας του... Εισέρχεται ο ΟΣΒΑΛΔΟΣ. Οσβάλδε, 'ς την αδελφήν μου· έγραψες εκείνα 'πού σου είπα;
Κατ' αρχάς, είνε αληθές, δεν εύρισκα τίποτε το άτοπον εις όσα έγραψες, αλλ' αφού εκείνη εξεδήλωσε το αίσθημά της, ήρχισα και εγώ να αισθάνωμαι το αυτό και μου συνέβη ό,τι παθαίνουν οι βλέποντες τα αντικείμενα εκ πολύ μικράς αποστάσεως• διότι όταν από πολύ πλησίον βλέπομεν κάτι τι, δεν το βλέπομεν ακριβώς• εάν όμως απομακρυνθώμεν εις την πρέπουσαν απόστασιν, διακρίνομεν ακριβώς τα ελαττώματα και τα καλά του.
Ώστε, Λυκίνε, αφαίρεσε το υπερβολικόν τούτο και ασεβές, το οποίον άλλως ταιριάζει προς τον χαρακτήρα σου, διότι έως τώρα δεν ήσουν εύκολος και πρόθυμος εις τους επαίνους. Τώρα γνωρίζω πώς τόσον αποτόμως μετεβλήθης και τόσον αθρόους επαίνους έγραψες διά μιας και από φιλαργύρου ανεδείχθης άσωτος εις αυτό το είδος.
Ώστε κατ' ανάγκην έν εκ των τριών τούτων πρέπει να υποθέσωμεν ότι σου συνέβη• ή ότι εψεύσθης, αν και είνε σκληρόν να το είπωμεν, ότι σου υπεσχέθησαν αι Μούσαι και την δύναμιν να προλέγης τα μέλλοντα• ή ότι αυταί μεν σου έδωσαν ό,τι υπεσχέθησαν, συ δε εκ φθόνου αποκρύπτεις και φυλάττεις διά τον εαυτόν σου το δώρον χωρίς να το μεταδίδης εις τους έχοντας ανάγκην• ή έγραψες μεν και τοιαύτα πολλά, αλλά δεν τα παρέδωκες εις τους ανθρώπους, τις οίδε διά ποίον άλλον καιρόν επιφυλάττων την χρήσιν αυτών.
Συ μεγάθυμος; κάθε άλλο! Αν είχες συ την χριστιανικήν αυτήν αρετήν, δεν θα μου έγραφες βεβαίως την επιστολήν, την οποίαν μου έγραψες.
Γιατί όμως δεν έγραψες δυο λέξεις, δεν έστειλες χαιρετίσματα; Κι όμως τόσοι ήρθαν από την Αμερική!» Ο Έφις έκανε ν’ απαντήσει, αλλά είδε τη Νοέμι να γελά σαν να ήξερε κι εκείνη την αλήθεια, και έπαψε ακόμη πιο ταπεινωμένος. «Κι έφυγες έτσι, Έφις! Σαν να σ’ είχαμε προσβάλει, χωρίς να πεις μια λέξη, Έφις!
Κοιτάχτηκαν, κι εκείνος κατάλαβε ότι κάτι είχαν να πουν εκείνοι οι δυο, να ξαναπιάσουν μια κουβέντα που άφησαν στη μέση. «Έφις, άκουσε, θα μας εξιστορήσεις τουλάχιστον τις περιπέτειές σου, αφού δεν μας έγραψες ποτέ. Πόσα πράγματα θα έχεις να μας πεις τώρα! Αχ, Έφις, Έφις, ποιος θα το πίστευε ποτέ ότι όταν θα γερνούσες θα γύριζες τον κόσμο!» «Κάλιο αργά παρά ποτέ, ντόνα Έστερ μου!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν