United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αντί κιτρίνου ποταμού έβλεπα ύδατα γαλανά· αντί μιναρέδων, φοινίκων και καμήλων, αμπέλους, ρωδιάς, αίγας, όρνιθας και χοίρους, και πολύ μάλλον παρά με Δερβίσην του Καΐρου, εύρισκα ότι ομοιάζει ο ηρειπωμένος εκείνος νεκροθάπτης με το φάντασμα ανθρώπου, τον οποίον είχα γνωρίση προ χρόνων πολλών ακμαίον εις την Σύρον, με σάρκα υπό το δέρμα, με οδόντας εις το στόμα, με μύστακα ανωρθωμένον, με λάζον εις την ζώνην και πολλάκις γαρούφαλον εις το αυτίον.

ΟΣΒ. Ας ήτο να τον εύρισκα, και ήθελ' αποδείξει με τίνος μέρος είμ' εγώ! ΡΕΓ. Καλά. Καλή σου ώρα Εξοχή παρά το Δούβρον. ΓΛΟΣΤ. Κοντεύομεν να φθάσωμεντην κορυφήν του βράχου; ΕΔΓΑΡ. Την ράχην αναβαίνομεν. Την κούρασιν δεν νοιόθεις; ΓΛΟΣΤ. Μου φαίνεται ολόισα. ΕΔΓΑΡ Ανήφορος μεγάλος! Να, του πελάγους η βοή. Ακούεις; ΓΛΟΣΤ. Δεν ακούω.

Είχα 'πη στην αρχή πως δε θα την εύρισκα, εκεί που έτρεξα, ζωντανή. — τόσο βαριά και τόσο άσχημα είχε πέσει η καϋμένη, — κ' είχε πανιάσει το πρόσωπό μου πλειότερο κι από το δικό της. Σα μ' αναμέρισαν εμένα, τραβήχτηκα σε μια τούφα κ' έκατσα ν' ανασάνω. Αυτή αγάλια αγάλια ήρθε στα συγκαλά της και τη σήκωσαν να κινήσουμε γιατ' είχε περάσ' η ώρα, είχε δύσει ο ήλιος.

Κ' εγώ, ετούτο, δείχνονταςαυτήν, το φόρεμά μου, εύρισκα πρόφασιν να ειπώ• για ιδές, νοικοκυρά μου, πολύ το παραξήλωσες! ΘΕΡΑΠΩΝ Αυτός ο λύχνος σβύνει• δεν έχει λάδι. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γιατί αυτόν που τόσο λάδι πίνει να πας, μωρέ, ν' ανάψης; Έλα κοντά να κλάψης! ΘΕΡΑΠΩΝ Γιατί λοιπόν; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γιατί παχύ φυτίλι έχεις βάλει!

Φαίνεται ότι εγίνωσκεν ούτος ότι η Αϊμά ευρίσκετο εν τω ειρημένω μοναστηρίω, ο δε Τρανταχτής ηγνόει το πράγμα. — Και τώρα τι να κάμω εγώ; είπεν ο Τρανταχτής. Έχω εκείνην την δουλειά όπου ξεύρεις αύριο, και δεν ειμπορώ να πάγω εκεί. — Τι να σε κάμω! είπεν ο Σκούντας μετ' άκρας απαθείας. — Δεν θα ήτο άσχημον να εύρισκα μέσον να το στείλω. — Ειμπορεί να εύρης. — Ειξεύρεις κανένα;

Δεν εύρισκα πλέον που να καθίσω· το δε εσπέρας έπρεπε να περιμένω έως τας εννέα ή και αργότερα, ν' αδειάση η ράπτρια την τράπεζαν του γεύματος, διά να δειπνήσωμεν με μίαν σαλάταν ή σμαρίδας τηγανητάς. Η μόνη μας τω όντι εγκυκλοπαιδική υπηρέτρια είχε χειροτονηθή κ' εκείνη μοδίστρα και δεν επρόφθανε να μαγειρεύη. Άδικον όμως θα ήτο να παραπονεθώ διά τούτο, αφού το κακόν ήτο γενικόν.

Και πού να 'ξεύρω εγώ τι ονόματα έγραψεν εδώ, εκείνος οπού τα έγραψε; — Ας εύρισκα κανένα γραμματισμένον! — Να, 'ς την φωνήν!

Έως εκεί κατηρχόμην συχνά, κ' έβοσκα τας αίγας των καλογήρων, των πνευματικών πατέρων μου. Τας εύρισκα όλας πενηνταπέντε. Εάν έλειπεν άλλη κατσίκα, δεν θα παρετήρουν αμέσως την ταυτότητα, αλλά μόνον την μονάδα που έλειπεν αλλ' η απουσία της Μοσχούλας ήτον επαισθητή. Ετρόμαξα. Τάχα ο αετός μου την επήρε; Εις τα μέρη εκείνα, τα κάπως χαμηλότερα, οι αετοί δεν κατεδέχοντο να μας επισκέπτωνται συχνά.

Εκτός της Χριστίνας, όλα τα άλλα τα εύρισκα άνοστα, ανάλατα, ανούσια και πληκτικά. Ενθυμούμαι ότι μίαν ημέραν εις το ξενοδοχείον έκαμα όλον τον κόσμον να γελάση, παραπονεθείς ότι ήτο ανάλατη και η λακέρδα. Οι συγγενείς μου δεν ήθελαν αυτόν τον γάμον, διά τον λόγον ότι εκείνη δεν είχε τίποτε, και ουτ' εγώ πολλά.

Όποιος είναι ευτυχισμένος δεν πρέπει να μείνη ευτυχισμένος για πολύν καιρό. Πίσω από τέτοιους στοχασμούς έκρυβα το αληθινό μου συναίστημα, που είταν όλον τον καιρό πλημμυρισμένο από εκείνη. Νόμιζα πως είχα το δικαίωμα ναγαναχτώ κ' εύρισκα πως ο λόγος μου έλαβε απάντηση σκληρότερη παρότι του άξιζε.