United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα λόγια τούτα ενώ 'λεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους, 160 κίνησε προς τον θάλαμο και πάλι ο Μελανθέας, να φέρη τα λαμπρ' άρματα· και ο θείος χοιροτρόφος τον νόησε και από σιμά τότ' είπε του Οδυσσέα· «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, ιδού, πάλιν ο πάγκακος, οπ' είχαμε υποπτεύσει, 165τον θάλαμο πορεύεται· συ τώρα δίδαξέ με, θα του αφαιρέσω την ζωήν, αν τον νικήσω πρώτα, ή θέλεις να τον φέρω εδώ να σου πλερώση εκείνος ταις τόσαις οπ' ωργάνισετο σπίτι σου ανομίαις

Και του Ατρείδ' είπε η ψυχή· «Πόσο σε μακαρίζω, σε, του Λαέρτη γέννημα, πολύτεχνε Οδυσσέα, ότ' υψηλού φρονήματος απόκτησες συμβία· τι γνώμη αγνήτην φρόνιμην εφάνη Πηνελόπη! πόσο τον Οδυσσέα της κρατούσε εις την καρδία! 195 και του ηψηλού φρονήματος η δόξα της θα ζήση, και θέλει πλάσσουν οι θεοί τραγούδι αγαπημένο εις του θνητούς, την φρόνιμη να λέγη Πηνελόπη. εκείνη δεν κακούργησεν ως του Τυνδάρου η κόρη, 'που φόνευσε τον άνδρα της, και απάνθρωπο τραγούδι 200 θα 'ναιτον κόσμο, και άφησετων θηλυκών το γένος φήμην κακήν, ώστε η καλαίς και κείναις να μισούνται».

Τη ζωή θάχανε τότε ο γέρος, 90 μόνε τον είδε στη στιγμή ο θαρρετός Διομήδης και χούγιαξε αγριοκράζοντας βοήθια του Δυσσέα «Γιε του Λαέρτη θεϊκέ, πολύτεχνε Δυσσέα, πού φέβγεις έτσι σαν κιοτής και γύρισες τις πλάτες; Μωρέ ενώ τρέχεις, θα σου μπει κάνα κοντάρι πίσω ... 95 Στάσου! το μάβρο αυτό σκυλί να διώξουμε απ' το γέρο

Είπε, 'ς τ' αεροχρώματο σπήλαιον εισήλθ' η Αθήνη, κ' ερεύνα τους κρυψιώναις του• κ' έφερν' ο Οδυσσέας όλα σιμά της, το σκληρό χάλκωμα, το χρυσάφι, και τα λαμπρά φορέματα, 'που οι Φαίακες του δώσαν• και αφού καλά τ' απόθεσε, 'ς τ' άντρου την θύρα λίθον 370 έθεσ' η Αθήνη, του Διός του αιγιδοφόρου η κόρη•την ρίζα τότ' εκάθισαν της ιερής ελαίας και όλεθρον εσχεδίαζαν των αυθαδών μνηστήρων• κ' η θεά πρώτη ωμίλησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, 375 το πώς τους αδιάντροπους μνηστήραις να κτυπήσης σκέψου• τρεις χρόνους κυβερνούντο σπίτι σου και θέλουν την θεϊκή σου σύντροφο με δώρα ν' αποκτήσουν• κ' εκείνη μέσα οδύρεται για την επιστροφή σου, όμως ελπίδα, υπόσχεσιν εις τον καθέναν δίδει 380 με τα μηνύματ', αλλ' ο νους καθ' άλλο μέσα τρέφει».

Αυτά 'πε κείνη, κ' έπιασεν αυτούς αχνή τρομάρα· έτρεμαν και απ' τα χέρια των έφυγαν τ' άρματά των καθώς εφώναξε η θεάτην γην επέφταν όλα, 535 και προς την πόλιν έστρεψαν να σώσουν την ζωή των. εβόησ' ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας, μαζώχθηκεν, ως αετός εχύθ' υψηλοπέτης. τον καπνοβόλον κεραυνόν τότ' έρριξε ο Κρονίδης, κ' έπεσ' εμπρός εις την θεάν, κόρην φρικτού πατέρα. 540 και του Οδυσσέα φώναξεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη· «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, στάσου, παύε τον πόλεμον, όμοιο κακόν εις όλους, μη πέσης ήδητην οργή του βροντοφώνου Δία».