United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δεν είν' αυτό η μικρότερη των ασχολιών που επιφυλάσσονται για το πνεύμα της κριτικής. Όταν θάχουμε ανακαλύψει τους κριτικούς νόμους που κυβερνούν τη ζωή, τότε θα νοιώσουμε ότι ο μόνος που έχει περισσότερα ονειροπολήματα από τον ονειροπόλο είναι ο άνθρωπος της δουλειάς. Αυτός, πράγματι, δεν ξέρει ούτε την αρχή ούτε το αποτέλεσμα των πράξεών του.

Και είτε με νόμους είτε χωρίς νόμους κυβερνούν, και οικειοθελώς ή διά της βίας, και πτωχοί ή πλούσιοι, αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν τίποτε με κανένα τρόπον και με καμμίαν ορθότητα. Σωκράτης. Πολύ καλά. Ξένος.

Το ξέρουν, το λέει κατιτίς μέσα τους πως είναι γεννημένοι για να μιλούνε, να γράφουνε, να κυβερνούν, κι ως τόσο ο κόσμος να τους νοιώση δε θέλει, δεν τους φυσάει ο καιρός. Περπατούν, περπατούνε με ξερό ραβδί στο χέρι, κι όλο γεννούνε μεγάλες ιδέες. Μα έρχεται ο κόσμος κατόπι, και παίρνοντας το δρόμο του τις πατάει και λάσπη τις κάνει.

39. »Θα είπη τις ίσως ότι η δημοκρατία ούτε συνετόν πράγμα είναι ούτε δίκαιον, και ότι μόνον οι έχοντες χρήματα είναι οι μάλλον ικανοί να κυβερνούν.

Είπε, 'ς τ' αεροχρώματο σπήλαιον εισήλθ' η Αθήνη, κ' ερεύνα τους κρυψιώναις του• κ' έφερν' ο Οδυσσέας όλα σιμά της, το σκληρό χάλκωμα, το χρυσάφι, και τα λαμπρά φορέματα, 'που οι Φαίακες του δώσαν• και αφού καλά τ' απόθεσε, 'ς τ' άντρου την θύρα λίθον 370 έθεσ' η Αθήνη, του Διός του αιγιδοφόρου η κόρη•την ρίζα τότ' εκάθισαν της ιερής ελαίας και όλεθρον εσχεδίαζαν των αυθαδών μνηστήρων• κ' η θεά πρώτη ωμίλησεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, 375 το πώς τους αδιάντροπους μνηστήραις να κτυπήσης σκέψου• τρεις χρόνους κυβερνούντο σπίτι σου και θέλουν την θεϊκή σου σύντροφο με δώρα ν' αποκτήσουν• κ' εκείνη μέσα οδύρεται για την επιστροφή σου, όμως ελπίδα, υπόσχεσιν εις τον καθέναν δίδει 380 με τα μηνύματ', αλλ' ο νους καθ' άλλο μέσα τρέφει».

Από τη μια πίστευε πως υπάρχει ένας Μεγάλος Θεός, κι από την άλλη παραδέχουνταν πως ο Μεγάλος ο Θεός είχε βαλμένους τους Ολύμπιους να κυβερνούν τα επίγεια. Με τέτοιες δοξασίες θαρρούσε ο καλότυχος πως θα ξαναφέρη τα παλιά τα μεγαλεία, και με τέτοια καύκαλα κατέβηκε στην Αθήνα .

Ο δε βασιλεύς δεν ηθέλησε να γροικήση μίαν συμβουλήν τόσον σκληράν, φοβούμενος να μη θανατώση την άπταιστον διά την πταίστραν, αλλά ευχαριστήθη να με εξορίση από το βασίλειόν του. Τότε μου έβγαλαν τα βασιλικά φορέματα που εφορούσα, και ενδύοντάς με τούτα τα πενιχρά, με έβγαλαν έξω από την χώραν, και έφθασα έως εδώ ζώντας με ελεημοσύνην, που οι ελεήμονες με κυβερνούν διά να μην αποθάνω.

Είπε, και τον ωδήγησεν ο θείος χοιροτρόφος εις την καλύβα, και κλαδιά δασειά για να καθίση έστρωσε και τα εσκέπασε μ' αγριογιδιού τομάρι, 50 μέγα, πολύτριχο, δασύ, 'που το 'χε στρώμα εκείνος. εχάρ' όπως τον δέχθηκε και του 'πεν ο Οδυσσέας• «Ο Δίας και όλ' οι αθάνατοι να σου χαρίσουν, ξένε, αφού με καλοδέχθηκες, ό,τι η καρδιά σου θέλει». Και προς αυτόν απάντησεν ο Εύμαιος χοιροτρόφος• 55 «Και αν από σε μικρότερος έλθη, δεν πρέπει, ω ξένε, τον ξένον να μη σεβασθώ• του Διός είναι οι ξένοι και οι πτωχοί όλοι• ολιγοστό και αγαπητό το δώρο δίδουμ' εμείς• επειδή αυτός των δούλων είναι ο νόμος, να τρέμουν όταν κυβερνούν οι άρχοντες οι νέοι• 60 ότ' οι θεοί τον γυρισμόν του ανδρός εκείνου εφράξαν, 'που θα με αγάπα εγκαρδιακά και θάμ' είχε προικίσει με όσα ο κύριος πρόθυμα τον δούλο του ανταμείβει, με σπίτι, με καλόμορφη γυναίκα και με κτήμα, αν κείνου ευλόγησε ο θεός το έργο και τους κόπους, 65 όπως κ' εμένα ευλόγησε το έργο αυτό 'που κάμνω. όθε, αν ο κύριος γέραζεν εδώ, χαρά ς' εμένα• και τώρα εχάθη^ αχ! ήθελα το γένος της Ελένης να 'χε χαθή, που εθέρισε πολλαίς ζωαίς ανδρείων• ότι και αυτός εκδικητής του αδικημένου Ατρείδη 70το εύιππον Ίλιον ώρμησε τους Τρώαις να κτυπήση».

Και έτσι, επειδή περισσότεροι θα κυβερνούν τα χωριά τους, λιγώτεροι θα καταπιάνουνται να κυβερνήσουν το κράτος, και ίσως καλλίτεροι. Ο Ε λ λ η ν ι σ μ ό ς ε ί ν α ι μ ι α ο ι κ ο γ έ ν ε ι α α π ό Ε λ λ η ν ι κ έ ς κ ο ι ν ό τ η τ ε ς. Αυτό πρέπει να το ιδούμε ξάστερα όλοι.

Κυβερνούν μονάχα τα δικά τους, όσα μεταξύ τους, έξω από ξένους, ταιριάζει να γίνονται. Και αυτό το ξέρουν καλά οι Έλληνες, όσο και να τρώγονται αναμεταξύ τους. Αφότου η Ελλάδα έκανε αυτή την ασύγκριτη στραβοκεφαλιά, και κατάργησε τις κοινότητες, σα να ήταν παλιοπάπουτσα, αφότου συγκέντρωσε όλες τις δουλειές στο κράτος, που το διαίρεσε σε δήμους, πάει κατά διαβόλου.