United States or Latvia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και να σας ειπώ πώς. Πρό τινος, ενώ ανέβαινα από την οικίαν μου εκ Φαλήρου εις το άστυ, κάποιος εκ των γνωρίμων μου ερχόμενος όπισθέν μου και αναγνωρίσας με από μακράν: — Αι Φαληρεύ, εφώναξεν ευθύμως, συ Απολλόδωρε, δεν με περιμένεις κ' εμένα; Εστάθηκα και επερίμενα.

Δεν είνε ωραίο πράγμα να είνε κανείς ασφαλής όταν μονομαχή με κάποιον; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Για να δούμε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Στάσου, στάσου ωχ! πειο σιγά. Άμε στο διάβολο, αχρεία. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Δε μούπατε να σας σπαθίσω; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ναι, μα με σπαθίζεις με την τρίτη πριν με σπαθίσης με την τετάρτη και δεν περιμένεις να προφυλαχθώ. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Είσαι τρελλός, άντρα μου, μ' όλες αυτές τις φαντασιοπληξίες σου.

Ως αμοιβήν δε έλαβε διά τούτο παρά της Ήρας το δικαίωμα να λαμβάνη το δέκατον των λαφύρων, τα οποία θα είχεν εκ του πολέμου ο Άρης. Όσον αφορά τας Διονυσικάς και Βακχικάς τελετάς, νομίζω ότι δεν περιμένεις να μάθης από εμέ ότι απετελούντο όλαι από χορούς.

Περιμένεις να φύγω, είπεν η Σιξτίνα. Η Αϊμά την παρετήρει έκπληκτος. Ήτο η πρώτη φορά καθ' ην έλεγε τοσούτους λόγους η μοναχή. — Μήπως σ' ενοχλώ; επανέλαβεν αύτη. — Όχι, μήτερ μου. — Διατί δεν γευματίζεις; — Δεν έχω όρεξιν, είπεν η Αϊμά απορούσα διά την φιλοφροσύνην ταύτην, και δυσπιτούσα έτι μάλλον, επί τη αναμνήσει των νουθεσιών της Βεάτης.

Διότι, λέγουν αυτοί, τι το όφελος να είσαι φίλος με ένα σπουδαίον ή πανίσχυρον, αφού βέβαια δεν περιμένεις να ωφεληθής τίποτε; Φαίνεται όμως ότι ο καθείς έχει ορθήν αξίωσιν και ότι πρέπει ο καθείς να κερδίζη από την φιλίαν, όχι όμως το ίδιον πράγμα, αλλά ο μεν εύπορος τιμήν, ο δε άπορος κέρδος. Διότι της μεν αρετής και της ευεργεσίας αμοιβή είναι η τιμή, της δε στερήσεως βοήθημα είναι το κέρδος.

ΓΕΛΩΤ. Και τι συμβουλήν περιμένεις από απλήρωτον δικηγόρον; Τι μου επλήρωσες, εσύ; — Ημπορείς, παππού, να ’βγάλης κάτι από το τίποτε : ΛΗΡ Όχι παιδί μου. Από το τίποτε δεν’βγαίνει τίποτε. ΓΕΛΩΤ. προς τον Κεντ. Ειπέ του, σε παρακαλώ, ότι άλλο τόσον’βγάζει από τα βασίλειά του. Αν του το ειπή ο τρελλός, δεν θα τον πιστεύση. ΛΗΡ Α, κακέ τρελλέ!

Σα να πίστευε πως βάδιζε προς κάποια μεγάλη ευτυχία, τόσο έλαμπε η όψη της καθρεφτίζοντας το ζωντανό αίστημα, που έδενε μαζί εκείνο που υπήρξε με κείνο που υπήρχε. Και μου πέρασε στην ψυχή ένα τόσο θλιβερό συναίστημα με την ιδέα πως μπορούσε ναληθέψη η προαίστησή μου, ώστε μου ήταν αδύνατο να κρατήσω τους στοχασμούς μου. — Είσαι βέβαιη πως θα είναι, όπως το περιμένεις; ρώτησα.

Τι κάνεις, Μιλάχρω; — Δε περιμένεις, θαπώ, να ξεφουρνίσω, μόνε φωνάζεις! Είπε μετά ετοιμότητος η Μιλάχρω, εννοήσασα το λάθος της και εισαγάγουσα ταχέως την μακράν χείρα της, μαυρισμένην και ψημένην ως φουρνόξυλο, εξήγαγε το λησμονηθέν ταψίον, το οποίον τώρα είδε: — Δε ξέρω εγώ τη δ'λειά μ'!

Εγώ έλεγα πως θα τη βρω εδωπέρα. ΦΛΕΡΗΣΑιωνίως μου φέρνεις τέτοια νέα. Αιωνίως. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΤι φταίω εγώ; ΦΛΕΡΗΣΜε κυνηγάει λοιπόν αυτή η γυναίκα; Δεν ξέρει πως δεν πρέπει να με ιδή; Γιατί λοιπόν μούδωκε το λόγο της; Αγκαλά λόγο περιμένεις απ' τις γυναίκες του είδους της! Φταίω γω που την πίστεψα αλλοιώτικη! . . . Τώρα τρέχει πίσω μου, μου κόλλησε σαν κολιτσίδα .. . Άκουσε, Αργύρη.

ΑΔΜΗΤΟΣ Σιώπησε! Συ ετόλμησες να πης αυτά τα λόγια; ΗΡΑΚΛΗΣ Μα τι; Ποτέ δεν σκέπτεσαι να παντρευτής; θα μείνης χήρος για πάντοτε; ΑΔΜΗΤΟΣ Καμμιά γυναίκα δεν υπάρχει που νάρθη το κρεββάτι μου να μοιρασθή μαζή μου. ΗΡΑΚΛΗΣ Τι περιμένεις απ' αυτό να ωφεληθή η νεκρή σου; ΑΔΜΗΤΟΣ Όπου κι' αν είναι της χρωστώ να την τιμώ. ΗΡΑΚΛΗΣ Δεν λέω βέβαια είσ' αξιέπαινος. Αλλ' όμως είναι τρέλλα.