United States or Djibouti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ότι δέ τινες βλέπουσιν όνειρα πιστά, και το ότι οι φίλοι προβλέπουσι προ πάντων τα των φίλων, τούτο συμβαίνει διότι οι φίλοι προ πάντων και οι γνώριμοι φροντίζουσι και σκέπτονται περί των γνωρίμων. Διότι, καθώς οι στενοί φίλοι αισθάνονται και αναγνωρίζουσι αλλήλους από μακράν, ούτως αισθάνονται και τας κινήσεις αλλήλων, διότι είναι γνωριμώτεραι αι κινήσεις των γνωστών προσώπων. 11.

Τις οίδε, πόθεν είχε λάβει το μυστηριώδες μαγικόν, το περίαπτον αυτό της ευτυχίας; Μία γραία, ήτις εφαίνετο να γνωρίζη πολλά πράγματα, διηγείτο τον βίον και την πολιτείαν δύο παλαιών γυναικών γνωρίμων της.

Όταν έφθασεν εκεί επάνω, εν μέσω των γνωρίμων βουνών, των γνωρίμων δένδρων και των γνωρίμων ζώων, των μόνων του αληθινών γνωρίμων και φίλων, τον κατέλαβεν η συγκίνηση και η χαρά του ανθρώπου του επιστρέφοντος εις την πατρίδα του, την οποίαν δεν ήλπιζε να επανίδη. Και θα εχοροπήδα ως τρελλός, αν δεν εμετρίαζε την χαράν του ο φόβος ότι ο πατήρ του θα ήρχετο διά να τον επαναφέρη εις το σχολείον.

Πολλάκις έκτοτε αναγινώσκων όσα γράφονται περί μελλούσης ζωής έτυχε να σκεφθώ ότι, αν αληθεύη γνώμη των πιστευόντων ότι δεν επιζή εις το σώμα πάσα ψυχή, αλλά μόνη η πίστις, η αφοσίωσις, η αυταπάρνησις και η αγάπη βραβεύονται εις τας αιωνίους μονάς, πολύ πιθανώτερον παρά πολλών μεταστάντων γνωρίμων φίλων μου είνε να ευρίσκεται εκεί η ψυχή του καλού εκείνου σκύλου.

Είνε στιγμαί αγωνίας πολλάκις αι στιγμαί εκείναι, καθ' ας η κυρία, μάτην περιμένουσα και μάτην κατασκοπούσα από του παραθύρου της τον καιρόν και τους διαβάτας, αναμετρεί εν συντριβή πόσων γνωρίμων της συναδέλφων τας η μ έ ρ α ς παρημέλησεν, εις πόσους των ξένων της δεν εμειδίασεν επαρκώς κατά την παρελθούσαν Πέμπτην ή Παρασκευήν, όπως τους ενθαρρύνη εις εξακολούθησιν του προσκυνήματος, και συγκυκά εν τη αεικινήτω φαντασία της πολυποίκιλα και συγκρουόμενα σχέδια μετανοίας ή εκδικήσεως.

Τι συλλογίζεσαι; τω είπεν ο Τρανταχτής. — Τίποτε. — Πώς σου φαίνεται αυτό το κλειδί; Δεν είνε παράξενο; — Τι παράξενο; είπεν ο Σκούντας υποκρινόμενος άγνοιαν. — Πρώτον, διατί να μου το παραγγείλη, εις εμένα, να της το κάμω; — Αφού είνε γνώριμη, υπέλαβε μετ' επιπλάστου αφελείας ο Σκούντας. — Και από πότε εις το μοναστήριον έχουν ανάγκην των γνωρίμων του διά να προμηθευθώσι κλειδιά;

Και να σας ειπώ πώς. Πρό τινος, ενώ ανέβαινα από την οικίαν μου εκ Φαλήρου εις το άστυ, κάποιος εκ των γνωρίμων μου ερχόμενος όπισθέν μου και αναγνωρίσας με από μακράν: — Αι Φαληρεύ, εφώναξεν ευθύμως, συ Απολλόδωρε, δεν με περιμένεις κ' εμένα; Εστάθηκα και επερίμενα.