United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !
Η ανάμνηση αυτή με κλόνισε και κοίταξα μηχανικά απάνω προς το παράθυρο, αν κ' ήξερα καλά πως δε θα έστεκε κει κανείς να με περιμένη. Τότε μου ήρθε η σκέψη: Περσότερο από ενάμιση χρόνο τώρα την περιμένεις να πεθάνη και την έχεις κλάψει, σα να είτανε νεκρή. Τώρα δεν μπορείς πια να αιστάνεσαι τίποτε. Ο πόνος έχει λιώσει μόνος του, έσβησε μέσα στην ίδια του τη φλόγα κ' έμεινε μόνο η στάχτη».
Από κανένα μην περιμένεις τίποτε, π α ρ ά μ ό ν ο ν α π ό τ ο ν εα υ τ ό σ ο υ.
Δεν ανέχεσαι να μείνω; εφώναξε, «είμεθα σύμφωνοι! Περιμένεις καλούς φίλους, καλυτέρους από μένα!» Ντροπή Μπαμπέττα!» — Είσαι αποτρόπαιος! είπεν η Μπομπέττα. Σε μισώ! και έκλαιε. Φύγε, φύγε!» Αυτό δεν το άξιζα! είπεν ο Ρούντυ και έφυγε· τα μάγουλά του ήσαν αναμμένα σαν φωτιά, η καρδιά του ήτο αναμμένη σον φωτιά. Η Μπαμπέττα έπεσε 'στο κρεββάτι της και έκλαιε.
Περιμένεις εδώ, να υπάγω αντικρύ να αγοράσω ψωμί; — Περιμένω, είπεν η Αϊμά. Εις τον Πρωτόγυφτον επήλθεν η ιδέα ότι η Αϊμά ηδύνατο ευκόλως να φύγη, αν την άφηνε μόνην. Μεταμεληθείς λοιπόν είπε· — Ειμπορεί να φοβήσαι να σ' αφήσω μοναχήν. Καλλίτερα να έλθης μαζή μου. Αυτοί οι χωριάταις δεν μας γνωρίζουν. Πάμε μαζή; — Πάμε, είπε μετ' αδιαφορίας η Αϊμά.
— Κύριε Άνθρωπε! θα καταδεχθής τάχα να εξηγήσης εις έν αμαθές και ανόητον πτηνόν τι παριστάνει η θαυμασία αυτή εικών; Ο Άνθρωπος εστράφη εις την φωνήν μου, με παρετήρησε περιφρονητικώς και δεν απήντησε. Τότε ο Σκύλλος απήντησεν αντ' αυτού: — Ματαίως περιμένεις απάντησιν· αυτός μόνον εις εμέ ομιλεί, και όμως εγώ δεν του απήντησα ποτέ. Βλέπεις ότι με έχει δεμένον;
Όλα τα περίμενα απ' τον κόσμο και τίποτε δε με ξάφνιζε. Μα είνε και μερικά πράμματα που δεν τα περιμένεις. Κοντοστάθηκε μια στιγμή, γέμισε το τσιμπούκι του και ξανάρχισε: — Καλωσύνες! Καλωσύνες! Ανάθεμα την καλωσύνη. Με τα γεράματα παραξένεψα κι' όλα. Η καλωσύνη μου καθότανε σα βραχνάς στα στήθια. Νύχτες ολάκερες δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
Λέξη Της Ημέρας