United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η αγία Βλιθρούδη αγαπήσασα παραχρήμα την νέαν μοναχήν διά την παιδείαν και το πνεύμα της, κατέστησεν αυτήν φύλακα της βιβλιοθήκης του κοινοβίου, περιεχούσης εξήκοντα επτά τόμους, πλούτον μυθώδη κατ' εκείνην την εποχήν.

Μοιριολογάει με φωνή και τρομασμένα αχείλια. » Ο Ταύρος δεν εβάσταξε με τόση αντριά και θάρρος, » Του Έρωτα το φόρτωμα και αγάπης του το βάρος, » Αυτά τον πρωτοδέχτηκαν της Κρήτης τότε οι τόποι, 175 » Οπού ήφερνε στη ράχη του την ώμορφην Ευρώπη· » Διαβαίνοντας το πέλαγος οπού χωρίζει πέρα » Την Κρήτη από την Αίγυπτο σε μοναχήν ημέρα, » Καθώς εμένα ο Μπάκακας στης πλάταις του ο καϋμένος » Μες τ' αφρισμένα κύματα με φέρει φορτομένος. 180

Περιμένεις εδώ, να υπάγω αντικρύ να αγοράσω ψωμί; — Περιμένω, είπεν η Αϊμά. Εις τον Πρωτόγυφτον επήλθεν η ιδέα ότι η Αϊμά ηδύνατο ευκόλως να φύγη, αν την άφηνε μόνην. Μεταμεληθείς λοιπόν είπε·Ειμπορεί να φοβήσαι να σ' αφήσω μοναχήν. Καλλίτερα να έλθης μαζή μου. Αυτοί οι χωριάταις δεν μας γνωρίζουν. Πάμε μαζή; — Πάμε, είπε μετ' αδιαφορίας η Αϊμά.

Ελάφρωσιν αισθάνεται μεγάλην η καρδιά μου, αφού αυτή, η παλαβή, ‘ς τα συγκαλά της ήλθε. ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ. Ο κοιτών της Ιουλιέτας. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Αυτό το φόρεμα εδώ είναι καλόν. Απόψε να με αφήσης μοναχήν, καλή μου παραμάνα. Έχω να κάμω προσευχαίς, και να παρακαλέσω να βοηθήση του θεού η χάρις την ψυχήν μου, που 'ξεύρεις πόσας συμφοράς και αμαρτίας έχει. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Δουλεύετε; Με θέλετε κ' εγώ να βοηθήσω;

Τέλος πάντων ο βασιλεύς όντας γεμάτος από έρωτα δι' εμένα, έκαμεν ευθύς και εμέτρησαν του πραγματευτού όσα αργύρια και αν εζήτησε, και έπειτα τον απέστειλε μαζί με τες άλλες του σκλάβες. Έκραξεν ευθύς ο βασιλεύς τον αρχιευνούχον του και του είπεν· έπαρε τούτην την σκλάβα, και βάλε την μοναχήν εις τον πλέον πλουσιώτερον χοντζερέ, και πρόσεχέ την ωσάν βασίλισσαν.

Αυτός με το να ήτον εξ αρχής ευλαβής, απόκτησεν ολίγα πλούτη, όθεν εζούσεν εις ένα μικρό σπιτάκι εις την άκρην της χώρας με μίαν του μοναχήν θυγατέρα, ονόματι Ρεσπίναν, την οποίαν την ανέθρεψεν εις τον φόβον του Θεού, και εις τα καλά έργα· και οι δύο επερνούσαν το περισσότερον μέρος της ζωής τους εις προσευχές και νηστείες, και την ανάγνωσιν του Αλκοράνου· και ήτον πολλά ευχαριστημένοι εις την κατάστασίν τους.

Ο Τρέκλας είχεν εκλέξει την στιγμήν καθ' ην αι μοναχαί έμελλον να καθίσωσιν εις την τράπεζαν, ώστε αναβαίνων χανδόν και μετά του συνήθους αυτώ υποσκασμού τας τρεις κλίμακας, δεν εφοβείτο μη συναντήση μοναχήν τινα δυναμένην να ενοχλήση αυτόν, και να τον ερωτήση πού διηυθύνετο. Ότε έφθασεν ενώπιον της κλειστής θύρας του δευτέρου δωματίου, ο Τρέκλας υπέστη συναίσθημά τι αόριστον.

Με την αγάπηντην ψυχήν, με την αγάπην μοναχήν, γλυκοπερνούσα. ΑΜΛΕΤΟΣ Δεν έχει αυτός ο άνθρωπος αίσθησιν απ' ό,τι κάμνει, και τραγουδά ενώ σκάπτει τάφον; ΟΡΑΤΙΟΣ Τόσο εσυνήθισε ώστε αυτή η εργασία του έγινε φυσική και εύκολη. ΑΜΛΕΤΟΣ Αυτό είναι· το χέρι όσο ολιγώτερο εργάζεται τόσο τρυφερώτερα αισθάνεται.