United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυθέντη, μου λέγει, με μεγάλον πόνον της καρδιάς του, μην παραδίνεσαι εις αυτήν την επιθυμίαν σε παρακαλώ· ποίον δαιμόνιον σου την εφώτισεν; ιδού που θεωρούμεν με τους οφθαλμούς μας, και ακούομεν με τα αφτιά μας τα θανατηφόρα αποτελέσματα, που κάνει αυτή η θεώρησις της Ρετζίας· σε εξορκίζω εις τον μέγαν Προφήτην, να μη βαλθής εις αυτόν τον κίνδυνον· και έπαρε παράδειγμα από αυτούς τους δυστυχείς, που εις τούτους τους πύργους ευρίσκονται από αιτίαν της κλεισμένοι.

Έπαρε τούτην την σακκούλαν με τα φλωριά, και σύρε εις την αγοράν να εύρης ένα πραγματευτήν που τον λέγουν Ναμαράν, και πες του πως θέλεις να αγοράσης μεταξωτά· αυτός θέλει σου δείξει διάφορα· διάλεξε από αυτά ένα κομμάτι, και πλήρωσέ το όσα σου ήθελε γυρέψει χωρίς να κάμης παζάρι· μίλησέ του με ευγένειαν και γλυκύτητα, και ωσάν αναχωρήσης από αυτόν, φέρε μου εδώ τα μεταξωτά.

Και διά να σε βεβαιώσω πως είνε έτσι, στείλε έπαρέ την, και αν την καταπείσης να με αφήση και να έλθη με εσένα, σου τάσσω πως θα την χωρίσω, και θα υποφέρω με υπομονήν την θλίψιν, που έχει να μου προξενήση ο χωρισμός της.

ΑΣΤ. Το καταλαβαίνω μουρέ που ήτανε κάζοκαι το γλέπω, διάολλ' έπαρέ σε κι εσένα· μα άλλο είναι το ατζιδέντε, κ άλλο το κάζο πενσάντο, ετούτο τι ήτανε, ετούτο θέλω να με περσουαδάρης . ΠΕΛ. Ατζιδέντε. ΑΣΤ. Και τι θα πη, ατζιδέντε; ΠΕΛ. Ξέρω γώ; να, άξαφνα θα πη, στοχάζουμε· δεν είναι έτζι;

Τότε ο Καλίφης είπε του Βεζύρη του· έπαρε ευθύς δέκα χιλιάδες καβάλλαν, και σύρε να τους πιάσης και να τους φυλακώσης. Ο βεζύρης υπήκουσε, και εν τω άμα επήρε τους στρατιώτας και εμίσευσεν. Ας ξαναγυρίσωμεν τώρα εις τον Αμπτούλ διά να ιδούμεν την αιτίαν, που δεν τον ηύρεν ο βεζύρης εις το κοιμητήριον, εις το οποίον τον είχον αφήσει.

Αδερφάκι μου, Ζανουλάκη! Έπαρέ με μαζί σου να λείψη το κρίμα, έπαρέ με και φέρε με στον καλό μου! Δεν μπόρεσε άλλο να πη. Και λόγια να είχε δε θα πρόφταινε. Σαν καπλάνια χυθήκανε καταπάνω της οι αγριεμένοι οι στρατιώτες.

Δύο ημέρες υστερότερον μου έδωσεν αυτή άλλη μία σακκούλα φλωριά, και μου είπε. Ξαναγύρισε εις τον Ναμαράν, και έπαρε άλλα τρία κομμάτια μεταξωτά, και δος του πάλιν όσα σου ζητήση. Εξαναπήγα το δεύτερον εις τον αυτόν Ναμαράν, ο οποίος με εδέχθη με πολλήν ευγένειαν, και αγροικώντας το ζήτημά μου, έφερε διάφορα κομμάτια μεταξωτά χρυσά πολλά ωραία.

Εσύ καλά ειξεύρεις ότι τα πράγματα των μεγάλων ανθρώπων πρέπει να είνε μυστικά, έως που αυτοί θελήσουν· όθεν διά τώρα έπαρε τον γαμβρόν σου εις το σπήτι σου και δέξου τον κατά την μεγαλειότητά του, και παράγγειλε της θυγατρός σου να του δείξη κάθε υπακοήν και τιμήν, κάνοντας να τελειωθή και το στεφάνωμα ετούτην την νύκτα.

Έπαρε το μαξιλάρι και κάθισε, κόρη μου, γιατί βαραίν' η καρδιά μου, κι όταν σ' έχω σιμά μου, γίνουμαι και γω χαρούμενη σαν και σένα. Έτσι μούρχεται να σ' έχω πάντα σιμά μου. Τονέ ζουλεύω τον καλότυχο που θα σε κάμη δική του. Αρετ. Καλέ μαννούλα, τι λες; Εγώ παντρειές και γαμπρούς δε θέλω.

Έπαρε τον πόνο που με φλογίζει και κάμε τον προσευκή στο κελλί σου, και πες του Μεγαλοδύναμου πως είνε άδικο τόσο βάσανο, πως δεν κλαίγω για τάγιο του θέλημα, κλαίγω που έφυγαν και μάφησαν τα παιδιά μου δίχως παρηγοριά, δίχως την Αρετούλα μου. Παρακάλεσε να την ακούσω τη γλυκειά της τη φωνή, να τα δω τα γλυκά της μάτια, κι ας βγη και μένα η ψυχή μου κατόπι.