United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' ομπρός τους τότε ο Φοίβος, 355 του βαθυχάντακου έφκολα γκρεμίζοντας τα χείλια με μια κλωτσά, τα πέταξε στον πάτο, κι' έτσι δρόμο μακρύ γιοφύρωσε, φαρδύ τόσο όσο πάει κοντάρι που νιος τινάζει για να δει σαν πόση η δύναμή του· εκείμπροστά ο θεόςχοιμούν οι Τρώες λόχοι λόχοι. 360

Έρμη εκείνη, καταμόναχη τόρα, κλαίει και μύρεται στα κρύα μνήματα των οχτώ παιδιών αλλά στο μνήμα του πραγματευτή, κλωτσά τις πλάκες και βρυχέται και αναθεματίζει: Ασήκω, σήκω Κωσταντή, την Αρετή μου θέλω! Το Θεό μου βαλες εγγυτή και τους αγίους μαρτύρους αν τύχη πίκρα ή χαρά να πας να μου τη φέρης! Η κατάρα των γονέων ακούεται όπως και η ευχή. Τινάζεται ο Κωσταντής μισολυωμένος από το μνήμα·

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ μόνος και μετά μικρόν ο ΜΑΘΗΤΗΣ του Σωκράτους: ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Μα η πλάτη μου ακόμα δεν θ' αφήσω να φάη χώμα. Ε, παιδί! . . . . παιδί! . . . . παιδάκι! . . . . ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Στρεψιάδης Φείδωνος, απ' το δήμο Κικυννής. Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Πρέπει μόνο αγράμματος, μα τον Δία, νάν' κανείς για να μου κλωτσά τη θύρα τόσο πρόστυχα ν' ανοίξω, την ιδέα που γεννούσα να με κάνη ν' απορρίξω.