United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' έχει για καπετάνιο δράκο της θάλασσας· έχει για ναύτη του δράκου τον υγιό· έχει ναυτόπουλο ένα κλαψάρικο παιδί. Κλαίει και μύρεται το ναυτόπουλο· θυμώνειξεθυμώνει ο ναύτης· βλαστημά και μάχεται ο καπετάνιος μεγαλόψυχος. Και το ξύλο λυγερό, λεβέντικο φεύγει και χάνεται απάνω στο νερό, που σηκώνεται πύργος να του φράζη τον δρόμο, που απλώνει πλοκάμια να το σύρη στους βυθούς.

Άρχισε τόρα να κλαίη και να μύρεται απαρηγόρητα. Τέλος εδεήθηκε του Θεού, ακόμη μια φορά να πιάσουν τα μάγια του, για να σώση τον τόπο από τα ξωτικά. Ο Θεός τον εισάκουσε και μ' ένα λόγο συνάζει τα φουσάτα και οργισμένος, σαν να έρριχνε θανάσιμους εχθρούς τα διασκορπίζει περίγυρα.

Δεν ξεύρω πώς επήγα στην πρύμη και βλέπω τον καπετάν Μπισμάνη γονατιστόν πίσω στο τιμόνι να κλαίη και να μύρεται σαν γυναίκα. — Τ' έχεις, καπετάνιε, τ' έπαθες; τον ρωτάω. — Αχ, μωρέ παιδί! λέγει στενάζοντας· μ' οργίστηκε ο Θεός!... Ο κακομοίρης εχάθηκε, φτωχός άνθρωπος!... Γυρίζω κατά τα Κοκκινάδια.

Έρμη εκείνη, καταμόναχη τόρα, κλαίει και μύρεται στα κρύα μνήματα των οχτώ παιδιών αλλά στο μνήμα του πραγματευτή, κλωτσά τις πλάκες και βρυχέται και αναθεματίζει: Ασήκω, σήκω Κωσταντή, την Αρετή μου θέλω! Το Θεό μου βαλες εγγυτή και τους αγίους μαρτύρους αν τύχη πίκρα ή χαρά να πας να μου τη φέρης! Η κατάρα των γονέων ακούεται όπως και η ευχή. Τινάζεται ο Κωσταντής μισολυωμένος από το μνήμα·