United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χτες φτάσαμε στη νέα μας θέση κι άρπαξα την πέννα. Γυρεύεις τόρα, φίλη μου, τι λογής εντύπωση μου έκαμε ο καινούργιος για μένα αυτός τόπος; Πολύ όμορφη. Δε ξέρω, αν είνε ο ηλιολουσμένος Μάρτης, που του δίνει τόση μπόλικη ομορφιά, αλλ' ένα ξέρω μονάχα, πως είμαι ξετρελλαμένη. Ησυχία επαρχιώτικη, φως, ήλιος, χρώματα, αέρας. Και τι χαρά που έχουν όλα τριγύρω μας.

Να σου ειπώ· πίνεις; ηρώτησε μετ' ολίγον ο Μάρτης. Ο Φλεβάρης εξίστατο, τα έχανε. Τι αγαθή ψυχή; Τι καλή καρδιά!

Αλλ' ούτος, ο οποίος συνείθισε να βλέπη τα πράγματα υπό την απλουστάτην αυτών μορφήν, ως φαίνονται εξωτερικώς, επίστευσεν εις την γαλήνην εκείνην και ηθέλησε να ωφεληθή της περιστάσεως· τόρα, ότε τον εύρεν εις την καλήν του, να λάβη και την συγχώρησιν. — Καϋμένε Μάρτη, είπε μ' επίπλαστον συμπάθειαν· σώκαμα ένα κακό σήμερα χωρίς να θέλω. Ο Μάρτης εμειδίασε πονηρώς. — Τι κακό; ηρώτησε με απορίαν.

Ο Μάρτης ευρίσκετο εις σφοδράν ψυχολογικήν κατάστασιν, ως εκθρονισθείσα Μεγαλειότης, αφήσασα ανεκπληρώτους τους πόθους και τους σκοπούς της. Ενώ δ' εβασάνιζε τον νουν προς εξεύρεσιν καταλλήλου μέσου διά την εκδίκησίν του, εφάνη προκύπτων από μιας του σπηλαίου σχισμής ο Φλεβάρης δειλώς.

Έπειτα ουδέποτε είχεν ακούσει να δανείζουν ημέρας οι μήνες· έπειτα, δεν είχε και πεποίθησιν αν ο Μάρτης ήτο άξιος εμπιστοσύνης. — Λοιπόν μου της δίνεις; είπεν ο Μάρτης, διακόπτων τας σκέψεις του· θα τον προσβάλουμε όσο δεν του πρέπει. Αυτό ήθελε και ο Φλεβάρης.

Δεν το θυμάσαι; με το κρασί. . . μα δεν φταίω εγώ. . . οι άλλοι. . . . . . Η φωνή του ήτο τραχεία και υποτρέμουσα. Ενώ ωμίλει παρετήρει συγχρόνως εις τους οφθαλμούς του συντρόφου του, αναμένων να ίδη δι αυτών την τύχην, η οποία τον επερίμενεν. — Α! της ξυλιές! είπεν ο Μάρτης αδιαφόρως· μπα, δεν βαριέσαι· είχατε δίκηο· σας έπια το κρασί. . . — Ας το 'πιες· εμέ δεν μ' έμελε. . . . οι άλλοι. . .

Ξέρεις, δεν έφταια εγώ. . . οι άλλοι. Τότε και ο Μάρτης επρόσθετε με αδιαφορίαν: — Μπα, δεν βαρειέσαι· περασμένα-ξεχασμένα. Κ' επανελάμβανον ήσυχοι το έργον των. Ο Μάρτης εφαίνετο ότι είχε παντελώς λησμονήσει και την ύβριν της γρηά Γαλανής και την προσβολήν των συναδέλφων του.

Και ο Μάρτης έχει κάψη καρδιές. Είνε άπιστος όσον η θάλασσα και η γυνή· είνε πολύμορφος ως ο Πρωτεύς. Ενώ έχει την τελειοτέραν γαλήνην εν τη φύσει, αίφνης εκτοξεύει τας τρικυμίας και τας θυέλλας μεθ' όσης ευκολίας ο Ζευς τους κεραυνούς. Εις έν λεπτόν αναστατώνει το Σύμπαν· καταρρίπτει, κατακρημνίζει, παρασύρει, καταστρέφει, ως τυφών κ' αίφνης γαλήνια.

Όλοι οι άνεμοι είνε εις την διάθεσίν του· υπακούουν τυφλώς εις τας προσταγάς του· είνε πειθήνιοι προ αυτού, ως προ του Αιόλου. — Μάρτηςγδάρτης και κακός παλουκοφράχτης τα δαμάλια τα μαθαίνει τους παληόβοϊδους τους γδέρνει.

Μωρ' το κρασί μου! μου ήπιαν το κρασί μου! — Κ' εμένα!. . . — Κ' εμένα!. . . Ήρχισαν τότε ν' αναζητούν τον κλέπτην. Ο μάλλον ύποπτος ήτο ο Μάρτης, είνε αληθές· αλλά πώς ηδυνήθη να πίη ολόκληρον τον οίνον, ενώ τα παπίρια όλα ήσαν εις την θέσιν των; Τούτο ήτο ο ισχυρότερος λόγος, ο οποίος έκαμνε τους μήνας ν' αμφιβάλλουν.