United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνο που αξίζει περαστικά να σημειώσουμε είναι πως τ' αρχαιολατρικό το συνήθιο ναποδίνουνται ανθρώπινα συστατικά στους Θεούς μεταφέρθηκε κάπως κι αυτό στη Χριστιανωσύνη, με το να πίστευαν οι πιώτεροι τότες πως τις έννοιωθαν οι άγιοι και τις χαίρουνταν τις τιμές που τους έκαμναν, καθώς πάλε πως έστελναν κεραυνούς και παρόμοια δεινά για να τιμωρούν τους άπιστους και κακούς.

Και διά τούτο αφού η Αγάπη μάτην είχεν διαδραματήσει το μέρος της, η Εκδίκησις παρήλθεν επί την σκηνήν· αφού το Φως του κόσμου δεν έφαινε δι' αυτούς φωτισμόν γνώσεως η αστραπή έπρεπε να τους γνωστοποιήση τον κίνδυνον. Στραφείς τότε Εκείνος προς τους μαθητάς Του εις επίκοον παντός του λαού εξηκόντισε κατά των ενόχων κεφαλών των βροντήν επί βροντής και κεραυνούς εσχάτης καταδίκης.

Μ' αυτό λοιπόν τον τρόπο ξέσπασε το Γοτθικό εκείνο το σύννεφο και διαλύθηκε πρι να κατεβάση φοβερώτερους κεραυνούς στην Ανατολή. Γραφτό της είταν της Δύσης να τους παραλάβη αργότερα. Εκεί μεριά λόγιαζαν όσοι από τους Γότθους ονειρευόντανε μεγαλεία και δόξες, εκεί κι ο Αλαρίχος, που λες κι ο Θεός τονέ φώτισε και τονέ ζούλευε το Γαϊνά αντίς να τονέ βοηθάη.

Ω του Αδμήτου ανάκτορα, που αν και θεός μεγάλος εδέχθηκα να κάθωμαι στων δούλων το τραπέζι, χαίρετε τώρα. Αίτιος αυτής μου της δουλείας ήτανε ο Ζευς που σκότωσε με ένα κεραυνό του τον γυιό μου τον Ασκληπιόν. Εγώ απ' τον θυμό μου τους Κύκλωπας εσκότωσα, που την φωτιά δουλεύουν και τηνε κάνουν κεραυνούς για τον πατέρα Δία.

Περπατώντας περήφανα τη λύπη των άσπρων του μαλλιών στην Αθήνα ο παληός Αθηναίος αφίνει να στάξη το λίγο αίμα της καρδιάς του στης παληές συνοικίες όπου έζησε μια φορά. Είνε γελαστές και τώρα σαν και τότε απ' τον ίδιον ήλιο. Του προσώπου του οι χαράδρες διηγούνται τους κεραυνούς του Καιρού που εβρόντηξαν με θυμό απάνω στης τρέλλας του της κορυφές ω Θεέ! και ρήμαξαν το παρεκκλήσι, της στοργής του.

Ενόησαν ότι εισήλθον πλέον εις ερημίαν, ης η νεκρά νάρκη εζωογονείτο κατά τι εκ των φαιδρών συνομιλιών των τεσσάρων αδελφών, προς ας ο γέρων πατήρ, προηγούμενος, διηγείτο διάφορα επεισόδια του ναυτικού του βίου, όστις συνεκρούσθη προς τας τρικυμίας και τα πάθη της ζωής τόσον, όσον αι μαύραι δρύες, εν μέσω των οποίων ήδη εβάδιζον, επάλαισαν προς τους κεραυνούς και τας καταιγίδας.

Καθηγητής, διδάσκων γεωγραφίαν και Ξενοφώντα, αυτός, όστις θα εώρταζε την ανάστασιν της εθνικής μας ιστορίας εν τη σκηνή, σπαρταριστήν με ίριδας τριγύρω, με αστραπάς, με φωτιές, με κεραυνούς, με σαρκασμούς, με παρελθόν, με μέλλον.

Ήτο άρα αναγκαιότερον προς προσωπικήν υπεράσπισιν ενός Προφήτου ή προς διεκδίκησιν της τιμής του Μεσσίου και των συνοδών Αυτού; Αλλ' ο Ιησούς στραφείς επετίμησεν αυτοίς. Ο ουρανός του Θεού εχρησίμευε δι' άλλα πράγματα ή διά κεραυνούς. «Ουκ οίδατε υμείς, είπε, τίνος πνεύματός εστεΔεν είχον κατανοήσει την διαφοράν ήτις εχώριζε το Σινά και το Καρμήλιον όρος από το Θαβώρ και τον Γολγοθάν.

Ανάπτ' η όψις τ' ουρανού, και αυτός ο όγκος ο στερεός και συμπαγής, κατηφιασμένος τήκεται από τον λογισμόν, ως να προσβλέπη της Κρίσεως την ημέραν, — τέτοια πράξις είναι. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ωιμέ! τι πράξις είναι τούτη οπού βροντάει, και ρίχνει κεραυνούς το μήνυμά της μόνον;

ΧΟΡΟΣ Εσείς π’ ακούτε, θεοί, από ψηλά τα δίκια μου παρακάλια κάμετ’ η πόλη να νικήση° και στων εχθρών, που πλάκωσαν τη γη μου, τα κεφάλια στρέψατε του πολέμου τα κακά, κι όξω απ’ τους πύργους κεραυνούς ο Δίας να τους κάψη ας ρίξη.