United States or Sint Maarten ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η κόρη τήκεται ημέρα με την ημέραν· κόρη αρραβωνισμένη είνε διά τους άλλους έπιπλον μεταχειρισμένον, το οποίον έχασε πλέον την στιλπνότητά του.

Ανάπτ' η όψις τ' ουρανού, και αυτός ο όγκος ο στερεός και συμπαγής, κατηφιασμένος τήκεται από τον λογισμόν, ως να προσβλέπη της Κρίσεως την ημέραν, — τέτοια πράξις είναι. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ωιμέ! τι πράξις είναι τούτη οπού βροντάει, και ρίχνει κεραυνούς το μήνυμά της μόνον;

Και έχει και η Νεάπολις τον μνηστήρα της. Και τήκεται και αυτός φλεγόμενος εν υπομονή και προσδοκία, όπως επιθέση ποτέ το θερμόν αυτού φίλημα επί του μαρμαρόεντος μετώπου της ακμαίας αλλά λίαν επιφυλακτικής μνηστής του. Και είναι ζηλότυπος γαμβρός ο Γέρο Βεζούβιος! Διά τούτο κάθηται και επιτηρεί την αγάπην του αίρων την κεφαλήν και τους ώμους αυτού υψηλότερον πάντων των γειτονικών ορέων.

Τότ' άλλο εφεύρεν η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• ύπνον γλυκόν της έχυσε, και η κόρη του Ικαρίου πλάγιασε, αποκοιμήθηκε, κ' οι αρμοί της ελυθήκαν. εις τον κλιντήρα• και η θεά δώρ' άφθαρτα, η μεγάλη, 190 της έδιδ', ώστ' οι Αχαιοί να την περιθαυμάσουν. μ' αμβρόσιο χρίσμα ελάμπρυνε τ' ωραίο πρόσωπό της, μ' αυτό 'που η καλοστέφανη αλείφεται Αφροδίτη, όταντον πρόσχαρο χορό θε να 'μπη των χαρίτων. την έκαμε υψηλότερη, τρανώτερητην όψι. 195 και από σχιστόν ελέφαντα λευκότερην ακόμη. και τούτ' άμ' εκάμ' η θεά, κείθ' έφυγε, η μεγάλη. έφθασαν απ' το μέγαρον η λευκοχέραις κόραις, και απ' την φωνή τους άφησεν αυτήν ο γλυκός ύπνος• έτριψε με τα χέρια της το πρόσωπό της κ' είπε• 200 «Ύπνος 'που μ' ηύρε μαλακός την αναστεναγμένη! μαλακόν θάνατον εδώ να μώδιδε η παρθένα Άρτεμις, να μη τήκεταιτους θρήνους η ζωή μου, ενώ ποθώ ταις αρεταίς οπ' ήταν στολισμένος ο αγαπητός μου σύντροφος, των Αχαιών ο πρώτος». 205

Ο κηρός τήκεται και τα πτερά των πίπτουν και αυτοί κατακρημνίζονται εις πελάγη και τρικυμίας και γίνονται καταγέλαστοι.

Ουδέν όμως πράγμα παράγει, αίσθησιν χυμού άνευ υγρότητος, αλλά πρέπει να έχη ήδη υγρότητα δυνάμει ή ενεργεία, ως π.χ. το άλας, το οποίον ευκόλως, διαλύεται και επί της γλώσσης τήκεται. Διότι και τα δύο είναι γεύσις τις, αλλά το άποτον είναι γεύσις κακή και καταστρεπτική, το δε ποτόν είναι γεύσις σύμφωνος με την φύσιν αυτής.

Αλλ' ως πιστός στρατιώτης, στενάζει, τήκεται, οιμώζει και περιμένει την έγκρισιν του αυτοκράτορός του. — Ο αυτοκράτωρ δεν εκλέγει τας συζύγους των στρατιωτών του. Ποίαν ανάγκην έχει της εγκρίσεώς μου; — Σου το είπον, αυθέντα, έχει λατρείαν προς σε. — Λοιπόν, το εγκρίνω! Είναι ωραία κόρη, αλλά πολύ στενή εις τα ισχία.

Εν τούτοις ο Αμλέτος δεν αποφασίζει να επανέλθη εις τον μισητόν κύκλον, όπου είναι υποχρεωμένος να ενεργήση· μένει ακόμη απομονωμένος, αγρυπνεί, νηστεύει, τήκεται, πάσχει αδυναμίαν ηθικήν, βυθίζεται εις την μελαγχολίαν. Εις την στιγμήν μεγάλης βαρυθυμίας νέα λύπη έρχεται να πληγώση την καρδίαν του.