United States or Kenya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αναμφιβόλως ο νέος Σουλτάνης εύρεν εν αυτή ευδαιμονίαν πολύ πλείω της συνήθους, και φιλάδελφος ων, έσπευσε να ποιήση μέτοχον αυτής και την ωραίαν αδελφήν του. Τώρα εφανταζόμην τον Κιαμήλ εν κρυφή ειδυλλιακή αγάπη μετά της μελλούσης μνηστής του, μέτοχον συγκινήσεων κ' αισθημάτων τόσον αγνώστων τοις ομοφύλοις αυτού, και όμως τόσων φυσικών εις την ευαίσθητον αυτού καρδίαν.

Και έπειτα πάλιν ο δυστυχής Κιαμήλ ασπλάγχνως ερριμμένος παρά το Χάνιον του Γέρο-Μούρτου, κατατρυχόμενος υπό του πυρετού και όμως εκτεθειμένος εις τα ψύχη της νυκτός και τους καύσωνας της ημέρας, διά την ανέχειάν του, εξαιτούμενος εν τη παραφροσύνη του έλεος παρά μιας βάτου, ίσως της μνηστής του, και απειλών να σφάξη μίαν αγριαγκινάραν, ίσως τον φονέα του αδελφοποιτού του! — Και πώς να εύρη ο ατυχής νέος τον φονέα; Και πώς να εκδικήση τον αδελφοποιτόν του; Και τον εύρεν άρά γε; και τον εξεδίκησε; Και εάν εξεδίκησε τον αδελφόν της μνηστής του, διατί τότε τον εγκατέλιπεν εκείνη, ενώ ώφειλε να τον αγαπά διπλασίως τώρα; Βεβαίως ο ήμερος του Κιαμήλ χαρακτήρ δεν ίσχυσε να εκπληρώση το άγριον καθήκον της σκληράς, της αιμοχαρούς αυτοδικίας.

Τις οίδεν οποίον βάρος φέρει η συνείδησίς του! Συχνάκις αναπολώ τον πρώτον μετά της μνηστής μου περίπατον. Ο ήλιος είχε δύσει, αλλ' αι ακτίνες του εφώτιζον εισέτι την εξοχήν. Κατεβαίνομεν το βουνόν επιστρέφοντες εις την πόλιν. Εκράτει δέσμην ανθών αγρίων εις την μίαν χείρα, διά της άλλης εστηρίζετο επί της χειρός μου. Η ψυχή μου ήτο πλήρης ευτυχίας!

Αι προσπάθειαι του Αγαμέμνονος προς σωτηρίαν της θυγατρός, η αργά επελθούσα συμπάθεια του Μενελάου προς το θύμα, η τολμηρά του Αχιλλέως αντίστασις εναντίον του στρατού υπέρ της μνηστής του εντείνουσι την δράσιν και την τραγικότητα, παρεχομένης της λύσεως διά του από μηχανής θεού. Δρ. 1.50 Η μετάφρασις φιλολογικώς πιστή και αρτία υπό του κ. Φραγκιά.

Ηξεύρω, η παράνυμφος συνήθως τα φέρει όπισθεν της μνηστής, αλλά κάμε τούτο προς χάριν μου. Θα τα πάρω μαζί μου εις την εν Αντίω έπαυλίν μου και θα ομιλούν διά σε. Και με τας χείρας ηνωμένας επανελάμβανε: Η Πομπωνία θα επανέλθη μίαν των ημερών αυτών. Κάμε τούτο προς χάριν μου, θεσπεσία, κάμε το, προσφιλεστάτη.

Ο λαός ως μαινόμενος εζήτει χάριν και έκραζεν: «αρκεί το αίμα πλέον, αρκούν τόσοι νεκροί, τόσα βασανιστήρια». Φωναί πνιγόμεναι από λυγμούς εζήτησαν χάριν και διά τους δύο. Αίφνης ο Βινίκιος ανεπήδησεν από της έδρας του, υπερέβη τον φραγμόν του γύρου, ώρμησε προς την Λίγειαν και εκάλυψε διά της τηβέννου του το γυμνόν σώμα της μνηστής του.

Και εγώ ήμην παιδιόθεν μεμνηστευμένος, αλλ' είχα χηρεύσει προτού νυμφευθώ, αποθανούσης προ ετών της μνηστής μου, η δ' ανεμοζάλη της Επαναστάσεως είχεν επέλθει πριν ή ο πατήρ μου προφθάση να συνάψη νέον δι' εμέ αρραβώνα. Τοιαύτα ήσαν της Χίου τα έθιμα.

Δύο ή τρεις γνώριμοι, φίλοι, ή συγγενείς της μνηστής του, του είπον «καλώς ώρισες» με μελαγχολικόν τινα τρόπον, ως να τον ώκτειρον. Εφαίνοντο ότι εις πέντε έτη όλοι οι νέοι είχον γηράσει, ως να είχε παρέλθει εικοσαετία, και όλοι οι ωρίμου ηλικίας είχον γείνει ψυχροί και δύσκαμπτοι, ως παγωμένα σκέλεθρα. Ο Αγάλλος υπωπτεύθη ότι η μνηστή του τον είχεν αρνηθή, και είχε προτιμήσει άλλον.

Τελικά ο ντον Πρέντου ρώτησε σχεδόν δειλά: «Κι εσύ τι λες;» «Για τι πράγμα μιλάτε;» «Νοέμι!», διαμαρτυρήθηκε η ντόνα Έστερ, αλλά ο αρραβωνιαστικός τής έκανε νόημα να σωπάσει και ξανάρχισε να τραβά το ύφασμα από τα γόνατα της μνηστής του. «Για τα μάγια μιλάμε! Να τα διαλύσουμε πριν παχύνω υπερβολικά. Πώς θα τα διαλύσουμε, λες εσύ; Έτσι, να έτσι! Στην υγειά εκείνου που μας βλέπει

Την προτεραίαν είχεν αναγνώσει ο δυστυχής καθηγητής το &Σήμαντρον& του Λευκαδίου ποιητού· η ποιητικωτάτη περιγραφή του νέου εραστού, όστις επιστρέφων εις την πατρίδα ρίπτεται εις την θάλασσαν διά να φθάση ταχύτερον εις την ακτήν, όπου ακούει αντηχούντα τον νεκρώσιμον ήχον και βλέπει την κηδείαν της μνηστής του, — ενώ δε πλέει απηλπισμένος καταβροχθίζεται υπό του θηρίου της θαλάσσης, — η ζωηρά απεικόνισις της φοβεράς εκείνης σκηνής τον είχε τοσούτον συγκινήσει, ώστε εις την εντύπωσιν των στίχων του ποιητού απέδιδεν ο Κ. Πλατέας το πάθημά του, δι' ό και διετήρησεν έκτοτε είδος μνησικακίας κατά του Βαλαωρίτου.