United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήσαν και άλλοι πολλοί, μετά των οποίων μ 'εσχέτισεν η κοινή συμφορά και η συνεχής συνάντησις εις την αγοράν της Τήνου ή επί της ερήμου της Σύρου ακτής. Μεταξύ τούτων ήτο και ο αρραβωνιαστικός της πρεσβυτέρας των αδελφών μου, καταφυγών και αυτός εις Τήνον μετά Οδύσσειαν παθημάτων. Της νεωτέρας μου αδελφής ο μνηστήρ ηχμαλωτίσθη, ουδέποτε δε ηκούσθη τι απέγεινε.

Μετά έν έτος ο Στεφανάκης, ο αρραβωνιαστικός του Χρυσού, νέος τριάκοντα ετών, ναυτικός κατά πρώτον και ήδη διατηρών καφενείον, ως ακινδυνωδέστερον στάδιον του βίου, ήρχισε τα κακιώματα και τας αναβολάς του γάμου, αφού είχεν έμβη πλέον μέσα εις το σπίτι του κοριτσιού. Ωχ και να ιδής τότε φείδια που την έζωναν την Μιλάχρω. Φλόγες καυστικώτεραι από τας φλόγας του φούρνου έψηνον το πρόσωπόν της.

Και όμως ο μικρότερος από αυτούς, ο Πέτρος Ραφαλιάς ήταν πατέρας σου· και ο μεγαλείτερος ο Νικολός, ήταν αρραβωνιαστικός μου. Θα ειπής πώς γίνεται; Να που έγινε. Οι δύο μαζί μεγαλόκορμοι, χεροδύναμοι, άτρομοι, ελέγονταν οι καλήτεροι βουτυχτάδες του νησιού μας. Καθένας έμπορος διπλήτριπλή τους έδινε την προκαταβολή για να τους πάρη στη δούλεψή του.

Τελικά ο ντον Πρέντου ρώτησε σχεδόν δειλά: «Κι εσύ τι λες;» «Για τι πράγμα μιλάτε;» «Νοέμι!», διαμαρτυρήθηκε η ντόνα Έστερ, αλλά ο αρραβωνιαστικός τής έκανε νόημα να σωπάσει και ξανάρχισε να τραβά το ύφασμα από τα γόνατα της μνηστής του. «Για τα μάγια μιλάμε! Να τα διαλύσουμε πριν παχύνω υπερβολικά. Πώς θα τα διαλύσουμε, λες εσύ; Έτσι, να έτσι! Στην υγειά εκείνου που μας βλέπει

Αυτοί όμως είχαν πάντα τον Καλέμη και δεν τον άλλαζαν ποτέ. Μα εκείνη τη χρονιά η αμαρτία το έφερε να χωρίσουν. Ο πατέρας σου εμπήκε σε μια Αιγινήτικη μηχανή. Ο αρραβωνιαστικός μου έμεινε με τον Καλέμη. Μόλις επήρε την προκαταβολή έτρεξε κοντά μου. — Πάρτα, Χρυσούλα, μου λέγει και φύλαξέ τα κόμπο. Αν γυρίσω πίσω να κάνουμε το γάμο και ν' ανοίξουμε το σπίτι.

Φέρνε τους τη χαρά, να φεύγη ο πόνος σου. Αγάπησε τον κόσμο, νάχης αγάπη που ζούλια δεν ξέρει, που όλος ο κόσμος να την κλονίση δε σώνει. Εγώ είμαι η Αρετούλα σου, ναι. Μα δε με γέννησε Δέσπω εμένα. Ο αρραβωνιαστικός μου έμενα είνε απάνω, τόσο απάνω που μήτε τόνειρό σου δεν τονέ φτάνει. Είνε ταστέρι της καλωσύνης ο ουράνιος αυτός ο γαμπρός. Η αγάπη του όρια δεν έχει.

Μετ' ολίγα λεπτά έφθασε πετάμενη, ως κουρούνα, κ' εφώναξε κάτω από το μικρόν πρόστοον της οικίας της Λ... — Τα σχαρίκια, Λ... ήρθ' ο αρραβωνιαστικός σου — ο Γιαννάκης ο Δράκος έφθασε. Η Λ... δεν επίστευε τα ώτα της, επί ικανήν ώραν έμενεν ως απολιθωμένη. Την πρωίαν έφθασεν εις το Κάστρον ο μνηστήρ ο ξενιτευμένος. Ο Γιαννάκης δεν έφερε καμμίαν δυσκολίαν, ως έμαθε τα συμβάντα.

Και για την Αντιγόνη ακόμα, μόλο που την πρόσμενε σαν αρραβωνιαστικός της ο θάνατος, ήταν εύκολο να περάση μέσ' από τη μολεμένην ατμόσφαιρα καταμεσήμερα, ν' ανέβη στο λόφο και ν' αποσκεπάση με σπλαχνικό χώμα το κακομοιριασμένο γυμνό πτώμα που απόμνησκε άταφο.