United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν του τώλεγα! επανελάμβανε πολλάκις η αγαθή γραία ενώπιον του πνευματικού, όταν επήγαινε να εξομολογηθή εις τον «Παπά-Ερημίτη», ούτως αποκαλούσα κατά παραφθοράν εύκολον τον ενάρετον πνευματικόν της νήσου Παπά-Ιερεμίαν, ασκητεύοντα εις την δροσερωτέραν της νήσου εξοχήν.

Ο Θωμάς είχε σταματήσει προ του τελευταίου νερομύλου κ' επότιζε τον όνον του, ενώ ο Παπαδομάρκος επανελάμβανε τρίτην και τελευταίαν φοράν το διαλάλημα. Εκεί είχον σταματήσει και άλλοι χωρικοί και ωμίλουν περί της διαταγής, εντείνοντες την φωνήν διά να μη χάνεται εις την βοήν του μύλου.

Μόνον ο Μήτρος έχει αυτήν την χάριν. — Αυτός θα νάνε, επανέλαβεν επιμένουσα εις τον στοχασμόν της. Και η λυγερή ήθελε να πορευθή προς τα εκεί. Ησθάνετο την ανάγκην να ίδη αν ήτο τω όντι ο Μήτρος ο αυλών. Τούτο δε όχι διά τίποτε άλλο παρά διά να βεβαιωθή και μόνον! Κ' επανελάμβανε την σκέψιν της αυτήν, ωσεί συναισθανομένη ενοχήν και θέλουσα να δικαιολογηθή προς τον εαυτόν της.

Η Λινιώ παρεκάλει την μητέρα της να είπη τα λοιπά. — Πώς το λένε, μάννα; — «Αητός μ' επήρε, στο δέντρο μ' ανέβασε». — Ύστερα; ύστερα; ηρώτα το Λενιώ. — Ύτελα; επανελάμβανε και ο Μανώλης.

Τι να σ' πω, παιδί μου; να σε ζαλίζω! επανελάμβανε πάντοτε η γραία, χωρίς ν' αποσπάση από την μαυρισμένην οροφήν τους οφθαλμούς της, πλανωμένους, θαρρείς, εκεί επάνω εις καμμίαν εικόνα της φαντασίας της, κρεμασμένην εις κάποιαν μυστηριώδη της οροφής γωνίαν. — Καμμιά φορά όμως συνήρχετο.

Μόνον ο οίνος ας με αναθερμάνη, επανελάμβανε κροτών τους οδόντας, και πάραυτα θα δυνηθώ να βαδίσω, θα υπάγω μάλιστα μέχρι του κέντρου της Ελλάδος. Ότε ανέλαβε τας δυνάμεις του, εξήλθεν. Η οδός ήτο μακρά. Ο Λίνος κατώκει, όπως οι πλείστοι των χριστιανών, εις την Τρανστιβέρην, όχι μακράν της οικίας της Μαριάμ.

Την στιγμήν εκείνην ηκούσθη ζωηρότατα και ο κρότος της αγκύρας του καταπλεύσαντος σκάφους βαρύς και παρατεταμένος. Και παρατηρών τότε ο γέρων την ημερομηνίαν των δύο επιστολών επανελάμβανε: — Βέβαια! Δεκαπέντε ημερών γράμμα· ο καιρός καλός, βέβαια ήλθε. Καλώς μας ήλθε!

Αυτός ο λόγος τολμά να υποθέση ότι υπάρχει το μη ον. Διότι κατ' άλλον τρόπον δεν θα εγεννάτο το ψεύδος. Ο δε Παρμενίδης ο μέγας, παιδί μου, όταν ημείς ήμεθα μικρά παιδιά, από την αρχή έως το τέλος πάντοτε αυτό επανελάμβανε, και εις πεζόν λόγον και εις στίχους λέγων εκάστοτε: Αδύνατον να χωνεύσης ποτέ ότι υπάρχουν τα μη υπάρχοντα.

Καλή χρονιά νάχης, Μανωλάκη! επανελάμβανε. Πέρυσι μούδωσαν σαφί-κουμαριά! Έπειτα ήκουσεν ωραία όλους τους νυμφίους και εμέτρησε τα 12 Ευαγγέλια, λαβούσα μεθ' εαυτής 12 κουκιά και τρώγουσα ανά έν μετά την ανάγνωσιν εκάστου ευαγγελίου. Και απέλαυσε την θεαματικήν και μεγαλοπρεπή του Επιταφίου ακολουθίαν, πρώτην φοράν εις την ζωήν της ακούσασα το μελωδικόν «Η ζωή εν τάφω». — Τι ώμορφα!

Πολλάκις τα λαγκάδια αντελάλουν από τας φωνάς του, εις τας οποίας επροσπάθει να δώση ρυθμόν άσματος. Αλλ' από τα τραγούδια τα οποία είχεν ακούσει μόνον ένα στίχον διετήρει η μνήμη του και αυτόν επανελάμβανε με το στερεότυπον προανάκρουσμα: «Αι! αμάν, αμάνΔυο μπάλλες συρμαλίδικες θα βάλω στο τουφέκι ... .. Αλλά και άλλη μεταβολή επήλθεν εις την ψυχήν του.