United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότες στην Ήρα τη θεά με περικάλια κι' όρκους φώναξε κι' είπε ο Σκάμαντρος διο φτερωμένα λόγια «Ήρα, τι τώρα βάρθηκε τα κύματά μου ο γιος σου να βασανίσει; Όμως εγώ δε φταίω, θεά μου, τόσο, 370 όσο όλοι οι άλλοι φταιν θεοί πούναι βοηθοί των Τρώων. Μα τώρα να! λουφάζω εγώ, αν είναι αφτό ορισμός σου, κι' ας σταματήσει πια κι' αφτός.

Πάντα τα άλλα του παλαιού εκείνου χρόνου ήσαν συγκεχυμένα εν τη διανοία αυτής, μόνον η ανάμνησις αύτη έμενε σαφής. Ηκροάσθη πάλιν. Τω όντι, ήτο η φωνή, η φωνή ης τον ήχον δεν είχε λησμονήσει. Οι δύο οδοιπόροι παρετήρησαν ότι είχε σταματήσει η νέα, και η προσοχή των εστράφη προς αυτήν. — Τι τρέχει; Μήπως θέλεις τίποτε, κόρη; είπεν ο ανήρ, ου είχεν αναγνωρίσει την φωνήν η Αϊμά.

Αλλά τέλος οι Πελοποννήσιοι, οι οποίοι εις την μέθην της επιτυχίας κατεδίωκαν τους εχθρούς καθ' όλας τας διευθύνσεις, ήρχισαν εν μέρει να περιπίπτουν εις αταξίαν. Ιδόντες δε οι περί τον Θρασύβουλον ότι τα απέναντι αυτών πλοία είχαν σταματήσει έπαυσαν να παρατείνουν την γραμμήν των, και επαναστρέψαντες επετέθησαν αμέσως και έτρεψαν τον εχθρόν εις φυγήν.

Εν τοσούτω από τινος οι κακόγλωσσοι διετείνοντο ότι η προβαίνουσα ηλικία της θυγατρός είχεν αρχίσει να ενοχλή την μητέρα· και από δύο ήδη ετών το Μαρούλι είχε σταματήσει εις τα δεκαοκτώ, διά να δύναται και η χήρα να λέγη ότι δεν είχε πατήσει ακόμη τα σαράντα.

Ο Έφις προσπάθησε να την προσπεράσει, αλλά η γριά άρχισε να μιλάει δυνατά και αναγκάστηκε να σταματήσει για να την ακούσει. «Λοιπόν, τι σου έκανα; Επειδή τα παιδιά αγαπιούνται, εμείς οι γέροι πρέπει να μισούμε ο ένας τον άλλο;» «Βιάζομαι, κυρά Ποτόι.» «Το ξέρω, έχετε φασαρίες στο σπίτι. Δεν φταίω όμως εγώ. Εγώ είμαι η χαμένη σ’ αυτή την περίπτωση.

Πιθανώς, καθώς έλεγε την παραβολήν ταύτην, η συνοδία είχε σταματήσει, και οι προσκυνηταί είχον συρρεύσει περί Αυτόν. Αφήσας αυτούς να μελετήσωσι περί της σημασίας της, και πάλιν προσήλθεν εις τα πρόσω μόνος επί κεφαλής της μακράς και θαυμαζούσης πομπής.

Ο ίδιος ο ντον Τζάμε θα έρθει να με πάρει, όπως το είχαμε συμφωνήσει όταν ήμασταν παιδιά. Ήρθε η ώρα να φύγουμε μαζί. Και στο δρόμο θα του πω να μη σταματήσει εκεί που έπεσε, εκεί που τον σκότωσες, και να σε συγχωρήσει για την αγάπη που έδειξες για τις κόρες του. Θα σε συγχωρήσει. Έφις∙ αρκετά σήκωσες το βάρος. Κι εσύ όμως Έφις, σώσε την Γκριζέντα μου. Θα χαθεί.

Εις την λέξιν αυτήν είχε σταματήσει ο νέος, αφού πολλάκις την έσβυσε και την αντικατέστησε δι' άλλης και πάλιν την έγραψε. Την έσβυνε δε, όχι διότι δεν του ήρεσκεν η λέξις και εζήτει άλλην προσφορωτέραν, όχι διότι του έλειπε νόημα η έκφρασις, αλλά διότι του έλειπε δυστυχώς αυτό εκείνο το πράγμα, διά του οποίου ήθελε να συνοδεύση τας τρυφεράς προς την Μαρίαν ευχάς του.

Ύστερα όλες οι μέρεςτριάντα χρόνια στην αράδαπεράσανε μπροστά της ανακατωμένες, όμοιες, σα μια μέρα μεγάλη, δίχως τέλος. Ένα πράμμα μονάχα καταλάβαινε: πως η ζωή της είχε σταματήσει εκεί, δεν είχε κάνει ένα βήμα μπροστά. Όλος ο περασμένος καιρός ήτανε γι' αυτήν σα μια ξένη ζωή.

Ένας γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο, τυφλό. Θεραπεύοντάς τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι, γιατί είχε αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι’ είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός. Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.