United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Για κάτι στοίχημα του μιλάει. Τόχασε, λέει, ο πλαγινός του το στοίχημα. Άμα της ρίχτηκε, λέει, της Κυρίας που ματιά δεν τους χάριζε στον περίπατο, την έμπλεξε μέσα στα δίχτυα του. Πέντε βίζιτες πήγε, λέει, και της έκαμε ως την ώρα.

Κι' αφτός ενώ βογγούσε, 70 να! άξαφνα ομπρός του πρόβαλε η σεβαστή του η μάννα, και ξεφωνώντας έπιασε του γιου της το κεφάλι, κι' άρχισε μ' αναφυλλητά ναν του μιλάει και τούπε «Τι κλαις, παιδί μου, τι κακό σου πίκρανε τα σπλάχνα; Πες το, μην τόχεις μυστικό.

Ο ήλιος το περνάει με της αχτίνες του, οι άνεμοι δε μπορούν να το σκίσουν. Θα πάω τη Βασίλισσα σ' ένα δωμάτιο όλο κρύσταλλο, στολισμένο με ρόδα, ολόλαμπρο κάθε πρωί σαν το φωτίζη ο ήλιος». Ο Βασιληάς και οι βαρώνοι του είπαν μεταξύ τους: «Να ένας τρελλός, που ξέρει και μιλάει με τέχνη». Είχε καθήσει σ' ένα χαλί και κύτταζε τρυφερά την Ιζόλδη.

Κοντά κοντά τα δυο ταμάξια, κι αυτός ακκουμπάει στη θυρίδα και γλυκομιλά, και γλυκομιλά· μόνο που δε σκύβει να τη φιλήση. Γαλλικά θαρρώ της μιλάει. Ποιος ξέρει τι δουλειές σκαρώνουνε μεταξύ τους, τι καρυδιάς καρύδια είναι κ' οι δυο τους! Έλα μια στιγμή να τους καλοδούμε. Τους γνωρίζω και τους δυο τώρα. Χίλιες φορές τους είδα. Εγώ γέρασα, κι αυτοί λουλουδίζουν ακόμη. Ποτές αυτοί δε γερνούν.

Και γύρευαν να μάθουν ποιος είναι, από πού ήρθε και τι έκανε. Μα κανένας δεν ήξερε να τους ειπή. Κάποιος είπε τότε πως τον άκουσε να μιλάει σ' απόμερα μέρη με φτωχές γυναικούλες και πως η φωνή του ήτανε γλυκειά και οι τρόποι του ήμεροι και συμπαθητικοί. Άλλος είπε πως τον είδε να μαζεύει γύρω του τα μικρά παιδάκια σε μιαν ακροποταμιά και να τους λέη ιστορίες και παραμύθια.

Έκλαψε απαρηγόρητη τρεις 'μέραις και τρεις νύχταις. Αράδιασε το λείψανοολόχρυσο σιντόνι Κ' εκάλεσε ένα γλήγορο χιονάτο περιστέρι Αθώο, αθώο σαν κι' αυτή, το μόνο σύντροφό της Και το επαράγγειλε πιστά, και τέτοια του 'μιλάει: — Άνοιξε τα φτερούγια σου, μικρό μου περιστέρι, Και θε να πας γι' αγάπη μου σε μακρυνό ταξείδι.

Και τρέχει ο Ύπνος ο βαθύς να σύρει στα καράβια και κάτου εκεί του Ποσειδού την είδηση να δώκει. 355 Και πάει κοντά του στέκεται και του μιλάει διο λόγιαο «Βόηθα, του Κρόνου, τώρα, γιε, τους Αχαιούς με θάρρος, κι' ώρα καν λίγη χάρισ' τους τη νίκη, ενώ κοιμάται ακόμα ο Δίας, γιατί εγώ του σκέπασα τα σπλάχνα με μαλακιά αποκάρωση, κι' η γελαδόματη Ήρα τον γέλασε κι' ερωτικά να κοιμηθούν την πήρε360

Ο Έφις προσπάθησε να την προσπεράσει, αλλά η γριά άρχισε να μιλάει δυνατά και αναγκάστηκε να σταματήσει για να την ακούσει. «Λοιπόν, τι σου έκανα; Επειδή τα παιδιά αγαπιούνται, εμείς οι γέροι πρέπει να μισούμε ο ένας τον άλλο;» «Βιάζομαι, κυρά Ποτόι.» «Το ξέρω, έχετε φασαρίες στο σπίτι. Δεν φταίω όμως εγώ. Εγώ είμαι η χαμένη σ’ αυτή την περίπτωση.

Περίμενε, εξάλλου, βέβαιος ότι η Νοέμι, παρά την περιφρόνησή της, θα γύριζε σ’ αυτόν για να συνεχίσουν τη συζήτηση οι δυο τους μόνοι. «Έφις, την ακούς πώς μιλάει; Κι όμως, σου λέω πως δεν είσαι ο μόνος που της το έχει πει. Και ο Τζατσίντο…»

Και στο στρατό σαν έφτασε, γυρίζει ομπρός και στέκει, κι' ολούθες τήραζε να δει το γίγα αν θάβρισκε Αία. 115 Και να σε λίγο τον θωράει ζερβά ζερβά της μάχης που γιάρδιωνε έλεγε έσκουζε στους άντρες να βαρούνε, και πάει κοντά του στέκεται και του μιλάει διο λόγια 119 «Αία μου, ομπρός! Τον Πάτροκλο μας σκότωσαν!