United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ναι μου απεκρίθη· ακολούθησε αυτήν την στράταν, και πολλά ογλήνορα θέλεις φθάσει εις μίαν μεγάλην χώραν παραθαλάσσιον· μα φυλάξου μην έβγης από την ίσιαν στράταν· διατί αν πάρης μίαν που είνε στα ζερβά θέλει σε φέρει εις ένα λόγγον, εις τον οποίον κατοικούν άνθρωποι κακοί· αυτοί καταγίνονται εις το να φτειάνουν το σαπούνι, και έχουν συνήθειαν να ρίχνουν εις τα καζάνια που το βράζουν, όσους ξένους που από κακήν τους τύχην ήθελαν καταντήσει προς αυτούς, με το να θέλουν αυτοί, το σαπούνι τους να γίνεται πολλά καλύτερον από όσον ευρίσκεται εις τον κόσμον με το να είνε καμωμένον από το πάχος των ανθρώπων.

Συχνά μέσ' 'ς το ηλιοστάλαμμα και μέσ' 'ς το μεσημέρι, Κι' όταν κοιμούνται τα νερά, και βγαίνουν η Νεράιδες Και συγκρατιούνται σε χορούς, τέτοια τραγούδια λέγουν. Όταν ισκιώνουν τα ζερβά και πέφτουν τα λιοπύρια, Και ροβολούν βελάζονταςτες μάντρες τα κοπάδια, Σουρίζοντάς τα ο νιος βοσκός, τέτοια τραγούδια λέγει.

Ανατρέχοντας στα απώτατα αίτια, ο Θουκυδίδης εξηγεί τα σχετικά με την ανάπτυξη του Ελληνισμού από τους αρχαιότατους χρόνους, περιγράφει τη σύσταση και την ζωή των Πολιτειών Κρατών, δίδοντας μας έτσι μιαν άρτια εικόνα της ζωής των Ελλήνων. Η μετάφραση έγινε από τον Ι. Ζερβά. Τόμοι τέσσερις.

Για να πούμε την αλήθεια, όλα τα φταίει ο χαραχτήρας του ο αδύνατος, ο νερουλιασμένος που τονε κάνει να παραδέρνη εδώ κ' εκεί, πότε δεξιά, πότε ζερβά, σαν ατιμόνευτο καράβι, σαν ανεμόμυλος, που είπεν ο γέρω-Μήτρος χωρίς να ξέρη τι πρέπει να κάμη.

Δεξιά, και ζερβά, ομπρός και 'πίσω και όσο βλέπει το 'μάτι εκτείνεται, θαρρείς ατελείωτη, μία βουνοσειρά απόκρημνη, με συχνές, απότομες, πολύσχημες παραλλαγές, γυμνή δε και σαν γλυμένη από της βροχές, με σπάνια, πού και πού αγριόχορτα, τα μόνα σημάδια της ζωής, μέσα εις εκείνη τη νέκρα, στην ακινησία την αιωνία, μέσα στον ασάλευτο εκείνον κόσμο, τον άγριο, οπού θαρρείς πως κάτι θέλει να σου πη, μα που κρατεί τα λόγια του κρυμμένα, βιβλίο μυστικό, γραμμένο σε άγνωστη, όχι ανθρώπινη γλώσσα.

Μωρέ! ποτέ δεν τόλπιζε να πάθη τέτοιο ρεζιλίκι το χωριό!.. Άξαφνα του φάνηκε πως τα κεφάλια του αητού κουνήθηκαν από τη θέση τους, κουλουριάστηκαν και κάμανε μαζί μια προσωπίδα μεγάλη. Τι μεγάλη προσωπίδα και τι παράξενη! Έπιανε όλο το χωριό. Όχι μόνον το χωριό μα και τ' άλλα περίγυρα, την Πάτρα και τον Πύργο, ακόμη και τη Ζάκυθο. Κι όσο πήγαινε όλο μεγάλωνε. Μεγάλωνε δεξιά, μεγάλωνε ζερβά.

Λέγω, όταν είνε κανείς μακράν... Ύστερα του φαίνονται όλα εύκολα. — Αυτό; — Όταν όμως είνε πλησίον... — Τότε; — Τα βλέπει όλα ζερβοδίμιτα; — Ζερβοδίμιτα; είπεν ο Γύφτος. Τι θα πη; — Ζερβανάποδα, ήθελε να πω. — Και μάλιστα εις εσέ... — Τι; — Θα εφαίνοντο πλέον ζερβά και πλέον ανάποδα.. — Ε, δα. — Παρά εις κάθε άλλον. — Διατί αυτό; — Διότι θα τα ενόμιζες... — Θα τα ενόμιζα;... — Διά μαγείαν.

Έμεινεν εκεί με τα κεφάλι σκυμμένο· έπειτα μου είπε: — Κακοσημαδιά, μωρέ παιδί· μεγάλη κακοσημαδιά!... Είδες το άτιμο να πάρη τα ζερβά!... Αν πετούσε δεξιά θα είχαμε καλό ταξείδι· μα τόρα κακά σημάδια. Ή σε μας ή στο σπίτι κάτι κακό θε να γένη!... Κ' εγώ εκείνη την ώρα τα ίδια εσυλλογιζόμουν. Η κουκουβάγια λέγουν πως ήταν αδερφή των οχτώ παιδιών και του Κωσταντή.

Κατόπι βρήκε στα ζερβά της μάχης καθισμένο 355 τον Άρη, μ' άρματα και ζα σε σύγνεφο κρυμένα· και πέφτοντας γονατιστή, πολλά με περικάλια τα χρυσοστέφανα άλογα ζητούσε τ' αδερφού της «Αχ αδερφέ μου, νιάσου με, και δώσ' μου τ' άλογά σου για ν' ανεβώ στον Έλυμπο, στα θεϊκά λημέρια. 360 Πολύ με τυραγνά η πληγή που μούδωκε ο Διομήδης, θνητός που και το Δία πια θα πολεμούσε τώρα

Μα αν τέτιο λόγο αληθινά τον λες με τα σωστά σου, τότες θα πει οι αθάνατοι πως σ' έχουν ξεμωράνει, που εδώ μου ψέλνεις ορισμούς του Δία ν' αστοχήσω 235 και κάλια θες εγώ πουλιά κι' αητούς μ' οργιά φτερούγες ν' ακούσω... που δεν τους ψηφάω, στο νου μου δεν τους βάνω, θένε δεξά ας πηγαίνουνε όθε ανατέλνει ο ήλιος, θένε ζερβά, κατάισα κατά τη μάβρη δύση. 240 Εμείς τη γνώμη του Διός ν' ακούμε πρέπει, π' όλους ορίζει αθρώπους και θεούς.