United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα αφτό το λόγο σου να πω του βροντορήχτη Δία μόνη θα πάω στον Έλυμπο το χιονοσκεπασμένο, 420 μήπως πειστεί. Μον κάθου εσύ εδώ στα πλοία τώρα, και βάστα πάντα το θυμό και μην αγγίζεις μάχη.

Κι' είδε η θεά οχ τον Έλυμπο, η χρυσοθρόνα η Ήρα, απ' τ' ακροβούνι πούστεκε, και να! ξανοίγει κάτου τον αδερφό κι' αντράδερφο, στη δοξοδότρα μάχη 155 που πηγαινόρχουνταν γοργός και χάρηκε η καρδιά της· κι' είδε το Δία στην κορφή της ρεματούσας Ίδας ψηλά ψηλά που κάθουνταν, και μισητός της ήρθε.

Είπε κι' αφίνει η θέϊσσα τον ξακουσμένο γιο της, και κάνει στις θαλασσινές γυρνώντας αδερφάδες «Βουτήξτε εσείς μες στου γιαλού το φαρδοκόρφι τώρα 140 να δείτε το θαλασσινό γονιό μας στο πυργί του, κι' όλα του γέρου πέστε τα. Τι εγώ θα τρέξω τώρα στον Έλυμπο, στου ξακουστού πρωτοτεχνίτη Ηφαίστου, αν θέλει ολόλαμπρα άρματα του γιου μου να χαρίσει

Κατόπι βρήκε στα ζερβά της μάχης καθισμένο 355 τον Άρη, μ' άρματα και ζα σε σύγνεφο κρυμένα· και πέφτοντας γονατιστή, πολλά με περικάλια τα χρυσοστέφανα άλογα ζητούσε τ' αδερφού της «Αχ αδερφέ μου, νιάσου με, και δώσ' μου τ' άλογά σου για ν' ανεβώ στον Έλυμπο, στα θεϊκά λημέρια. 360 Πολύ με τυραγνά η πληγή που μούδωκε ο Διομήδης, θνητός που και το Δία πια θα πολεμούσε τώρα

Και του Διός η κόρη πίσω πετάει στον Έλυμπο, στου Δία τα παλάτια, εκεί να σμίξει τους θεούς και τις θεές τις άλλες.

Τι με καράβια παν τη μια στη Χρύσα οι μαβρομάτες Αργίτες έχοντας μαζί για το θεό σφαχτάρια, 390 και την κοπέλα οι Δαναοί που μούδωκαν εμένα, ήρθαν πολιώρα οι κράχτες του και πίσω μού την πήραν. Μα βόηθα, μάννα, εσύ, αν μπορείς, τον αντριωμένο γιο σου. Σύρε να πάς στον Έλυμπο και να περικαλέσεις το Δία, αν την καρδιά άλλοτες, ή μ' έργατα ή με λόγο, 395 μια στάλα του τη γλύκανες.

Κι' αφτό μήτ' ο πρωτόθρονος του Κρόνου γιος μήτ' άλλος 185 το ξέρει αθάνατος θεός απ' όσους κατοικούνε στο συχνοχιόνιστο Έλυμπο και γύρω στις ραχούλες

Όμως κοντάρι ακόμα εσύ μην πιάσεις, πριν γυρίσω κι' εδώ με δουν τα μάτια σου· τι μόλις φέξει ο ήλιος, 135 πρωΐ πρωΐ στον Έλυμπο θα σύρω να σου φέρω αρματωσά απ' τον Ήφαιστο πανώρια δουλεμένη

Άρχισε τότε πρώτα ο γιος ναν τους μιλάει του Κρόνου «Ήρθες, θεά, στον Έλυμπο, κιας έχεις τόση λύπη π' αξέχαστος σου καίει καημός τα σπλάχνα... ναι το ξέρω... 105 μα κι' έτσι θα σ' το πω γιατί σούστειλα λόγο νάρθεις.

Τότε απαντά η θεά Αθήνα, του Δία η θυγατέρα «Ναι έτσι, προφυλαχτή, ας γένει, και με την ίδια γνώμη ήρθα κι' εγώ οχ τον Έλυμπο κατά τα διο τα' ασκέρια. 35 Μον έλα, πώς τον πόλεμο σκοπέβεις ναν τους πάψεις