United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω δε και ο εξής μύθος τον οποίον αναφέρουσι περί του Ηρακλέους είναι ολίγον ευήθης. Κατά την άφιξιν αυτού εις την Αίγυπτον, λέγουσι, στέψαντες αυτόν με φύλλα οι Αιγύπτιοι, τον έφερον μετά πομπής διά να τον θυσιάσωσιν εις τον Δία. Και μέχρι μέν τινος ο Ηρακλής έμενεν ήσυχος, ότε δε έφθασαν πλησίον του βωμού και ητοιμάζοντο να τον θυσιάσωσιν, έδειξε την δύναμίν του και τους εφόνευσεν όλους.

Κανείς δε συλλογίστηκε τη σκηνή αυτή και πως μπορούσε να του κάμη τόση εντύπωση. Ό,τι όμως έγινε κατόπι δεν το πρόσεξε ο Σβεν. Κι όταν έπειτα τον ρωτούσε κανείς τι είδε στο θέατρο, απαντούσε μόνο: — Είδα το θάνατο. Είταν ένας μεγάλος, ψηλός σκελετός και μπορούσε και μιλούσε. Και κρατούσε ένα δρεπάνι στο χέρι. Αυτήν την ανάμνηση ο Σβεν την έδεσε μαζί με την εικόνα της πομπής του θανάτου.

Συμβαίνει δε πολλάκις εις το μέσον της πομπής να μεταβάλλη τα σχήματα μερικών και να μη τους αφίνη να έχουν μέχρι τέλους την τάξιν εις την οποίαν ετάχθησαν, αλλά μεταμφιέσασα τον Κροίσον λ. χ. τον ηνάγκασε να φορέση ένδυμα δούλου και αιχμαλώτου, εις δε τον Μαιάνδριον, ο οποίος πριν ευρίσκετο μεταξύ των δούλων, εφόρεσε την ηγεμονικήν στολήν του Πολυκράτους και επί τινα καιρόν τον αφήκε να επιδεικνύεται ως τύραννος.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Σήμερον είναι η ημέρα των γενεθλίων μου· είχα αποφασίση να διέλθω αυτήν άνευ πομπής, αλλ' επειδή ο σύζυγός μου έγινε πάλιν Αντώνιος, θα γίνω κ' εγώ πάλιν Κλεοπάτρα. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Θα ευδοκιμήσωμεν ακόμη. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Οδηγήσατε εις τον Αντώνιόν μου πάντας τους γενναίους αρχηγούς του.

Οι δε Αθηναίοι μετά λαμπράς πομπής υπεδέχθησαν και έθαψαν αυτά, καθιερώσαντες και θυσίας και εορτάς προς τιμήν του Θησέως· προς διαιώνισιν δε της μνήμης του ενδόξου αυτού ήρωος, του ευεργέτου και βασιλέως των, ανήγειραν εις τας Αθήνας και το μέχρι τούδε σωζόμενον Θησείον . — Εύγε, είπεν ο Γεροστάθης, προς τον Γεώργιον, δικαίως εβραβεύθη η σύνθεσίς σου.

Αλλ' ο αυτοκράτωρ επέμεινε και παρεσκευάσθη στόλος 600 πλοίων και 30 χιλιάδων ανδρών, στρατιωτών ομού και ναυτών, και 3000 ίππων. Ο στόλος ανεχώρησεν από την Κωνσταντινούπολιν εν μέσω μεγάλης πομπής και πανηγύρεως, αφού ο πατριάρχης Επιφάνιος ετέλεσεν επί της ναυαρχίδας ενώπιον του αυτοκράτορος την κανονισμένην δέησιν εις τον Ύψιστον.

Έπειτα όταν περάση ο καιρός της πομπής, αμέσως έκαστος αποβάλλει το πομπευτικόν ένδυμα και το σχήμα, γίνεται όπως ήτο πριν και ουδόλως διαφέρει των άλλων.

Πρώτη έρχεται να τον ταράξη η λύπη και η βαρυθυμία του Αμλέτου, εν τω μέσω της πομπής με την οποίαν αυτός πανηγυρίζει τον γάμον του, ως διά να θαμπώση τους οφθαλμούς του κόσμου ώστε να μη προσηλωθούν εις την ασεβή ανομίαν· κατόπιν αμέσως τον ανησυχεί περισσότερον η πλαστή παραφροσύνη την οποίαν αυτός με αλάνθαστον οξυδέρκειαν εξηγεί ως πρόσχημα εχθρικής προς αυτόν διαθέσεως.

Επιστρέφουσιν όπως δώσωσι λόγον των πράξεών των, και εισδύουσι μέχρι της θύρας της αιθούσης, όπου εν μέσω φωτοχυσίας και πομπής, οι άρχοντες συμποσιάζουσι μετά του βασιλέως. Ο Μάκβεθ, άμα ιδών αυτούς, απομακρύνεται εν βία των συνδαιτυμόνων του, όπως πληροφορηθή τα γενόμενα·Γεμάτον αίμα είναι το πρόσωπόν σου, άνθρωπε!...

Δεν έλειπον μεταξύ του πλήθους άνθρωποι άθλιοι με κενάς γαστέρας, και όμως το θέαμα εκείνο υπεδαύλιζε την επιθυμίαν των, παρέσχεν εις αυτούς αγέρωχον αίσθημα της ρωμαϊκής ισχύος και ατρωσίας, ως επρέσβευε το σύμπαν. Ο Βινίκιος ήτο μετά των τελευταίων της πομπής. Εις την θέαν του Αποστόλου και της Λιγείας, την οποίαν δεν ήλπιζε να συναντήση, επήδησεν από το άρμα του.