United States or Guinea-Bissau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πατρίδα, χρυσή αγαπητικιά μου! καμιά χώρα δεν έχει τα κάλλη σου, την αγήρατη νιότη σου! Σε πλημμύρισε το αίμα, σε ρήμαξαν αμέτρητες συφορές, και συ ως τόσο ακόμα χαμογελάς, καθώς όταν ένας Πραξιτέλης σε κοίταζε, και χάραζε όλη σου τη ζωή και τη χάρη απάνω στα ψυχρά σου τα μάρμαρα.

Περπατώντας περήφανα τη λύπη των άσπρων του μαλλιών στην Αθήνα ο παληός Αθηναίος αφίνει να στάξη το λίγο αίμα της καρδιάς του στης παληές συνοικίες όπου έζησε μια φορά. Είνε γελαστές και τώρα σαν και τότε απ' τον ίδιον ήλιο. Του προσώπου του οι χαράδρες διηγούνται τους κεραυνούς του Καιρού που εβρόντηξαν με θυμό απάνω στης τρέλλας του της κορυφές ω Θεέ! και ρήμαξαν το παρεκκλήσι, της στοργής του.

Ο Βελισάριος όμως προτίμησε να φέρη το Βιτίγη στην Πόλη αιχμάλωτο μαζί με τη συνοδιά του και με πάμπολλα λάφυρα. Ύστερις από μερικά χρόνια, όταν έλειπε ο Βελισάριος στην Περσία, ξανάρχισαν τα δικά τους οι Γότθοι στη Δύση, και με το βασιλέα τους τον Τωτίλα ρήμαξαν όλη την Ιταλία. Ξαναστέλνεται λοιπόν ο Βελισάριος στην Ιταλία στα 545.

Σκουλήκια, σκουλήκια! Σκουλήκια 'πά στο ψοφήμι. Πέθανε το νησί μας· πέθανε, πάει! και βγήκαν τα σκουλήκια να το φάνε. Πέθανε μαθές, του βγήκε η ψυχή. Για ψέμματα λέω; Πού είνε τα καράβια μας, δε μου λες; Μπάρκα, μπομπάρδες, γολέττες, μπρίκια, τέτοια μέρα, ανήμερα τα Φώτα! γεμάτο το λιμάνι τα παληά τα χρόνια... Πού είνε τώρα, δε μου λες; Βλέπεις πανί απλωμένο στο λιμάνι; Πάνε, ρήμαξαν.

Λέγουν πως ως 150 χιλιάδες δικούς τους μάζεψαν και ρήμαξαν κάθε χώρα τριγύρω της Ισαυρίας. Στέλνει τότες ο Αναστάσιος καταπάνω τους τον Ιωάννη το Σκύθη, γνωστό μας από τα Γοτθικά, και μερικούς άλλους, κ' ύστερ' από ηρωική αντίσταση τσακίζονται οι Ισαύροι στη Φρυγία. Πολλοί αρχηγοί τους θανατωθήκανε στη μάχη, άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι, και κάμποσοι φύγανε στα βουνά τους.

Μεγαλήτερο όμως κακό απ' αυτά πρέπει να στάθηκε η ασυνείδητη η επιμονή του βασιλικού ταμείου ναπαιτή τους καταγραμμένους φόρους από χτήματα που ρήμαξαν οι βάρβαροι κι από σκλαβωμένα σπιτικά, που καταντούσε να φεύγουν πια οι γεωργοί από τα χτήματα να γλυτώσουν, να ταφίνουν ύστερα κ' οι νοικοκυρέοι τους.

Και στη Βουλγαρία, ως τα τώρα, όπου βρίσκουνταν Έλληνες ήταν κ' ελληνικές κοινότητες, κι όταν αποφάσισαν οι Βούλγαροι να ξεπατώσουν τον Ελληνισμό από την Ανατολική Ρωμυλία, κατασύντριψαν τις κοινότητες, άρπαξαν δηλαδή εκκλησιές και σκολειά, έδιωξαν δεσποτάδες, παπάδες και δασκάλους, ρήμαξαν κοινοτικά χτήματα, τρόμαξαν τον κόσμο ― κ α ι π α ν ο ι κ ο ι ν ό τ η τ ε ς.

Άμαξα εγώ και διο άλογα μ' ακούραστα τα σνίχια, 305 τα πιο γοργά που βρίσκουνται στων Αχαιών τα πλοία, θα δώσω σ' όπιον του βαστάει με δόξα του μεγάλη να πάει κοντά στων Αχαιών τα πλοία, και να μάθει αν πάντα τα γοργότρεχα φυλάγουνται καράβια, για τώρα που τα στέρια μας τους ρήμαξαν κοντάρια 310 έβαλαν πια φεβγιό στο νου, κι' απ' τους μεγάλους κόπους σπασμένοι, δεν τους πάει η καρδιά τη νύχτα να φυλάξουν