United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


« Ήτον η πρώτη τ' Απριλιού » Κοντάτη χαραυγούλα, » Τούρκος Δερβίσης άπιστος «'Στό μιναρέ φωνάζει, « Και προσκαλεί τους Τούρκους του «'Στό σκοτωμό και σφάζει » Το σίδηρο εδώ κ' εκεί .... » Τι φρίκη! . . . Τι τρεμούλα

Και εν όσω μεν ο ερών κατέχεται υπό του πάθους του είναι και βλαβερός και αηδής, όταν δε εις τον έπειτα χρόνον παύση να αγαπά, γίνεται άπιστος εις εκείνον, τον οποίον μόλις συνεκράτει με πολλάς υποσχέσεις και πολλούς όρκους και παρακλήσεις, ώστε να υποφέρη την οχληράν και επίπονον σχέσιν του τότε, ένεκα της ελπίδος αγαθών εις το μέλλον.

Ήταν και άνθρωπος που ήθελε να ιδή μόνος του, να ψηλαφήση. Απάνω σ' αυτό ήταν άπιστος Θωμάς· εύκολα δεν πίστευε. Άμα όμως εψηλαφούσε και εγνώριζε και εννοούσε ο ίδιος, ετελείωσε· εσχημάτιζε την ιδέα του, η οποία αποκρυσταλλώνετο, έμενε ασάλευτη μέσα του για πάντα.

Δεν δύναται κανείς, όσον και αν είνε άπιστος, ν' ακούη απαθώς να τον βεβαιώνουν με τοιαύτα επιχειρήματα περί του προσεχούς τέλους του κόσμου. Μετά την πρώτην συγκίνησιν ετόλμησα να παρατηρήσω προς τον γέροντα: — Αφού θα γίνη μετά τεσσάρας αιώνας, τι μας μέλει; Ας φροντίσουν εκείνοι που θα ζουν τότε. Μήπως εμείς θα ζούμε έως τότε;

Με περιβάλλει το Φάσμα διά της σκιάς του, και ιδού κελλίον σκοτεινόν και στενόν· εις γωνίαν αυτού γυνή λυσίκομος προσεύχεται, τύπτουσα το στήθος, και προφέρουσα μετά συντριβής εις εκάστην της προσευχής της στροφήν, φράσιν εις λυγμούς πνιγομένην: — Κύριε! ελέησόν με την αμαρτωλήν!. . Υπήρξα εις τον πατέρα μου άπιστος, χάριν του συζύγου μου· και εις τον σύζυγόν μου υπήρξα άπιστος, χάριν του πρώτου εραστού μου· και εις τον πρώτον εραστήν μου υπήρξα άπιστος χάριν του δευτέρου· και εις τους δέκα εραστάς, χάριν των άλλων δέκα· και εις τον ίδιον εαυτόν μου τέλος υπήρξα άπιστος, χάριν του όλου αριθμού των εραστών μου.

Άπιστος δειλία ή βαθεία υποψία, ίσως και απεριόριστος λύπη, κατέστησεν αφώνους όλους τους άνδρας. Αλλ' αι γυναίκες αύται, ταχυτέραι εις τον οίκτον, δυσηνιώτεραι προς τον χαλινόν των πολιτικών επιδράσεων, δεν ηδύναντο και δεν ήθελον να κρύψωσι την λύπην και την κατάπληξιν ης το θέαμα ενέπλησεν αυτάς.

Δεσπότη μου, μ' εδέσανε ... Τα σίδερά μου κόψε. — Θανάση, μην είσ' άπιστος ...Δε σε κρατεί κανένας. Ανέβηκαν μεισουρανύς. Πετούν... Πετούν ακόμα .. Αφίνουν πίσω τους βουνά και πέλαγα κι' αστέρια. Τρυγόνια διαβατάρικα που πήγαιναντη Δύση Τους απαντούντα σύγνεφα και τους καλημερίζουν.

Δεν μου λες, Ίων, του είπα, ο νεαρός όφις ο πρεσβευτής εχειραγώγει τον γέροντα ή μήπως εκράτει ούτος βακτηρίαν και εστηρίζετο; Συ αστειεύεσαι, είπεν ο Κλεόδημος, αλλ' εγώ ο οποίος ήμουν άλλοτε περισσότερον από σε άπιστος εις τα τοιαύταδιότι ενόμιζα ότι κατ' ουδένα τρόπον δύνανται να συμβαίνουν παρόμοια πράγματαόταν είδα να πετά ένας ξένος και βάρβαροςως έλεγεν, ήτο από τα υπερβόρεια μέρηεπίστευσα και ηναγκάσθην να παραδεχθώ όσα επί πολύ δεν ήθελα κατ' ουδένα τρόπον να πιστεύσω.

Αυτός ο άπιστος επιτηρητής, διά εκατόν χιλιάδες φλωριά, έταξε να κάμη να χαθή όλον σου το στράτευμα και εσένα ομού, και ο δόλος του εστάθη εις το να φαρμακώση όλα τα φαγητά και πιοτά, που εις ολίγον διάστημα είχετε να χαθήτε όλοι. Αυτή εστάθη η αιτία, που έκαμα και εχάλασαν όλα τα φαγοπότια, διά, να μη λάβη τέλος η βουλή του.

Και ο ιατρός όμως τα αυτά εφρόνει, αν και ενίοτε τον κατελάμβανε λύσσα και δεν ήξευρε πως θα εφέρετο, αν παρεδίδετο αίφνης εις χείράς του η άπιστος . . . Έμεινεν εις αυτόν ως παρηγοριά η επιστήμη μόνη.