United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κόλλησαν τα χείλη της, κι ανοιγόκλειαν τα ρουθούνια της. Της κατεβαίνει άξαφνα σα ζαλάδα. Ακκουμπάει κατά τα πίσω με χέρια σφιγμένα, πείσμα γεμάτα. Θολώνουν τα μάτια της, κομπώνει ο λαιμός της, κι απομένει ασάλευτη. Την κοίταξαν όλοι τρομαγμένοι. — Λιγοθυμιά είνε, κάνει ο κυρ Μαυρουδής, τίποτις δεν έχει. Συχνά το παθαίνει αυτό. Και παίρνει νερό και της χύνει μια ποτηριά.

Στο μάρμαρο ενός ερημικού τάφου κάθονται δυο ανθρώποι, Το παλιό, κιτρινισμένο μάρμαρο μέσα στο φως του φεγγαριού, λάμπει κατάλευκο σα χιόνι. Το φεγγάρι βαλσαμώνει και κάνει σαν ψεύτικη όλη την εξοχή ολόγυρα, τα δέντρα, τα σπιτάκια, τον παλιό μεσαιωνικό πύργο, την ασάλευτη λίμνη. Οι δυο ανθρώποι κάθονται απάνω στο λευκό μάρμαρο. Ο ένας είναι γέρος με κάτασπρα μαλλιά και μακρινά χιονισμένα γένεια.

Μα ότι κι αν είναι, η Μαρία στέκει αγνάντια του, μαζί μαρτυρημένη στοργή και ασάλευτη δικαιοσύνη. Όχι. Ο Κώστας Μεμιδώφ δεν πρέπει να συχωρεθή, δεν πρέπει να ξανασταθή σαν άντρας στο πλευρό της γυναίκας του• δεν πρέπει να του δοθή το παιδί του, όσο κι αν το ποθεί. Τίποτε δε μας πείθει πως δεν είναι κατά βάθος ο ίδιος ο άνθρωπος.

Και θαμπωμένη εμπρός σ' αυτό το γεμάτο μυστήριο και ξάφνισμα απειροφώτισμα, κάρφωσε ασυνείδητα τα μάτια της ίσα στα γυαλιά του παραθυριού με όψη τρελλής, ασάλευτη σαν παραλυμένη. Η βροχή με γοργό κατρακύλημα πυροβολαρχίας, χτυπούσε τόρα και παράδερνε το σπίτι, τα κεραμίδια μέσα στη νεροποντή χόρευαν και τα γυαλιά του παραθυριού έχυναν μελωδία τυμπανοκρούσματος.

Και τρομασμένη και βουβή κι ασάλευτη μαζεύουνταν τόρα όλη, σύσσωμη με τα μάτια της ολάνοιχτα προς τη κραυγή έξω που φαίνουνταν πως είχε πλημμυρίση γύρω και ως πέρα την κάμαρα, από ωκεανό φρίκης, θέλησε να γυρίση προς τον άντρα της, να του μιλήση λίγο, να τον ξυπνήση, ν' αναθαρρήση και να πετάξη, σαν ψεύτικο φάντασμα, όλη η αγωνία της.

Κι έτσι παραλυμένη κι ασάλευτη απόμεινε με τα μάτια της καρφωμένα ασυνείδητα ίσα στα γυαλιά του παραθυριού, ως που ο ύπνος της έκλεισε βαρειά τα βλέφαρά της.

Σ' όλο το βιβλιαράκι αναφέρνεται η Ελλάδα ως διδόμενο ως βάση ασάλευτη. Μα ποιος λέει πως είναι η Ελλάδα πραγματικότητα; Μη φοβάστε, δε με ταράζουνε βυζαντινά όνειρα, δεν έχω στο νου μου τη Μεγάλη Ιδέα. Έκαμε τη δουλειά κι αυτή για μιαν ώρα, και την ώρα εκείνη είτανε πραγματικότητα. Αλλά ρωτώ τον κ. Σκληρό τι θα έλεγε αν βρίσκουνταν αυτός σε κάτι περίστασες που βρέθηκα εγώ έξαφνα.

Η Ευρύκλεια τότε η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Τέκνο, ποιος λόγος σου 'φυγε των οδοντιών το φράγμα; ξεύρεις πως είν' ασάλευτη και αδάμαστ' η ψυχή μου, και, ως να 'μουν λίθος στερεός ή σίδερο, θα μείνω. και άλλο τι ακόμη θα σου ειπώ και βάλε τοτον νου σου· 495 αν σου υποτάξη ένας θεός τους θαυμαστούς μνηστήραις, μίαν προς μίαν θα σου ειπώτο σπίτι ταις γυναίκαις, και αυταίς, 'που σε καταφρονούν, και όσαις δεν έχουν κρίμα».

Ολότρεμη αυτή, και σαν το πουλί μπρος στη γάτα αποσκιασμένη κι ασάλευτη, μήτε λόγο μήτε γογγητό δεν ξεστόμισε, παρά έπεσε λιγόθυμη στο κατώφλι της θύρας.

Ήταν και άνθρωπος που ήθελε να ιδή μόνος του, να ψηλαφήση. Απάνω σ' αυτό ήταν άπιστος Θωμάς· εύκολα δεν πίστευε. Άμα όμως εψηλαφούσε και εγνώριζε και εννοούσε ο ίδιος, ετελείωσε· εσχημάτιζε την ιδέα του, η οποία αποκρυσταλλώνετο, έμενε ασάλευτη μέσα του για πάντα.