United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκ Θεού! Νά και τα μαλλιά της τα κόκκινα ! Αμ τα μάτι! τί σου λέει το μάτι; Έχει και τα κόκκαλα τα πεταγμένα κάτω απ’ τα μάτια!. . . Η Λιόλια χωρίς νακούη τι λέγανε στην άλλη άκρη πούχε τραβήξη η Κερά Γεώργαινα το τραπέζι κ’ εκεί απάνω είχε όλα του παιδιού τα πράματα-αισθάνθηκε με της μητέρας τη μαντική ψυχή πως κάτι τρομερό γινόταν εκεί αποπάνω απ’ το παιδί της, αισθανόταν τις ματιές των γυναικών που περνούσαν πάνω απ' το κορμί της σαν πνοές παγωμένες, σαν ξουράφια που άγγιζαν ξυστά το πρόσωπό της. . κι ανατρίχιαζε σύσσωμη. . –κι η καρδιά της είχε γίνει κρούσταλλο. . . Μόλις έφυγαν οι Μοίρες, φώναξε της Κερά Γιώργαινας και της ζήτησε το παιδί.

Τη βάλανε στη μέση, το γυναικομάνι πούχε μαζευτή, και την πήγανε με σούσσουρο τον κατήφορο κι αυτή τους τάλεγε πια χωρίς πνοή, με τα χέρια, με το κεφάλι το ξετσουλουφιασμένο, μ’ ό,τι της είχε απομείνει. . . Πήρε κ' η θεια Ελέγκω, τρέμοντας σύσσωμη απ’ τη χολή που την έπνιγε, τη φοβισμένη Λιόλια με το μπογαλάκι της απ’ το χέρι και κλείδωσε την κάμαρη και το κλειδί τόδωσε της πονόψυχης της Κερά Γιώργαινας να το δώση του Νίκου άμα που θαρθή!. . . Σε λίγο ήρθε ο Νίκος, συντροφεμένος.

Η Βραγγίνα, η γυναίκες της, οι βαλέδες της, τη συνοδεύουν. Πέρνει το δρόμο που πάει στην Εκκλησιά. Ο λεπρός ακολουθεί τους βαλέδες, χτυπάει το τασσάκι του, παρακαλεί με παραπονετική φωνή: «Βασίλισσα, βοηθήστε με. ΠεινάωΑπό το ωραίο του σώμα, από το ανάστημά του, η Ιζόλδη τον ανεγνώρισε. Σύσσωμη ανατριχιάζει, μα δεν καταδέχεται να χαμηλώση το βλέμμα της απάνω του.

Και τρομασμένη και βουβή κι ασάλευτη μαζεύουνταν τόρα όλη, σύσσωμη με τα μάτια της ολάνοιχτα προς τη κραυγή έξω που φαίνουνταν πως είχε πλημμυρίση γύρω και ως πέρα την κάμαρα, από ωκεανό φρίκης, θέλησε να γυρίση προς τον άντρα της, να του μιλήση λίγο, να τον ξυπνήση, ν' αναθαρρήση και να πετάξη, σαν ψεύτικο φάντασμα, όλη η αγωνία της.

Αχ, αυτές οι γυναίκες, βουλωμένα τάχαν ταυτιά τους και δεν άκουγαν τίποτ’ απ’ όλο αυτό το κακό ; Βοήθεια, Κερά γειτόνισσα ! ελάτε! η Βεργινία πεθαίνει ! ξεφώνισε, ταράζοντας σύσσωμη απ' της φωνής της τον τρόμο κι απ’ το ίδιο το νόημα το φριχτό του λόγου πούλεγεΔεν μπορούσε να βγη απέξω να φέρη κανέναν απ’ τη γειτονιά : κι αν πέθαινε η Βεργινία σταναμεταξύ μονάχη;-κ' έσφιγγε τα μηλίγγια της με τις κλειστές μπουνιές της απ’ την απελπισία, σα να φοβότανε μην της φύγη το μυαλό της. . . Εκεί που κοβόταν έτσι και τάραζε, άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο Νίκος με το γιατρό.