United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' όπως προβάλλει απόσπερο μέσα απ' τα σύγνεφα άστρο, μια λάμπει, μια και κρύβεται σε σύγνεφα ησκιοφόρα, έτσι κι' αφτός μια φαίνουνταν μπροστά, και μια κατόπι μες στους στερνούς, προστάζοντας· και χαλκωμένος όλος 65 έλαμπε λες σαν αστραπή του βροντορήχτη Δία.

Ξάπλωσε λοιπόν το φιλελληνισμό του σ' όλη τη Συρία, και τη γέμισε θέατρα, στοές, αγώνες, και τάλλα στολίδια που συνήθιζαν οι μεγάλοι να σπέρνουνε σε κάθε χώρα ελληνική. Μα όσο και να φαίνουνταν ανωφέλευτα τα στολίδια εκείνα στην καθαυτό την Ελλάδα, στη Μικρασία όμως που το ζήτημα είταν Ελληνισμός ή Ασιατισμός, ο πρώτος, αν και δεν μπορούσε πια να ριζώση βαθιά, ήταν πάντα ο προτιμότερος.

Εγώ είμαι Ρωμιός.» Κ έτσι θα σου το πούνε στην Ελλάδα παντού και θα σου το πούνε με κάφκημα. Πολύ έφκολο να δοκιμάσης, να δης. Θυμούμαι τη χαρά τους, κάθε φορά που τους έλεγα τη λέξη. — «Είδες πως τα ξέρει τα ρωμαίικα!» — Και βέβαια δε με κατηγορούσανε, παρά τους φαίνουνταν παράξενο να κάθουμαι στην Εβρώπη και να μιλάω την καθάρια δημοτικήδηλαδή αφτοί αλλιώς τα βλέπουν από τον κ. Σωτηριάδη.

Άγριο και κρύο φαίνουνταν το χωριό. Και το σπίτι ακόμα πιο άγριο. Τα φύλλα της κυδωνιάς σκορπισμένα μες στην αυλή, οι βασιλικοί και τα λούλουδα ξεσποριασμένα στις γλάστρες, στις οροφές να ξεφωνίζουν οι κάργες, κι ο Ιμάμης να ψάλλη «αξαμναμάζι» στο μιναρέ.

Με τα είκοσί της τα χρόνια, έμοιαζε ακόμη παιδί, τρυφερό είκοσι χρονώ παιδάκι, και σα μεγαλήτερή της φαίνουνταν η Ελένη. Η Λέλα βάσανα δεν είχε, η Λέλα δεν πονούσε, δεν της έμελε για τίποτις εκεινής, και στο τραπέζι, κάθε μέρα, η Ελένη αντίκρυ στον πατέρα, εγώ αντίκρυ της Λέλας, την κοίταζα κ' η καρδιά μου πετούσε να μπη μέσα στην καρδιά της. Πώς την αγαπούσα! Κορμί και ψυχή.

Και το σκαφτό σα διάβηκαν χαντάκι, παν καθίζουν στα παστρικά, όπου φαίνουνταν στη μέση μια άδια θέση δίχως κουφάρια κατά γης, όθενες, πίσω πάλι 200 είχε γυρίσει ο Έχτορας, σα βάραε τους Αργίτες κι' έφτασε η νύχτα κι' έκρυψε όλα τα πάντα γύρω. Εκεί έκατσαν κι' αρχίνησαν να λεν το τι θα κάνουν.

Όμηρος και Πλάτωνας δε θα ξαναγίνουν ποτέςτο ίδιο κεφάλι δε φαίνεται στον κόσμο δυο φορές, γιατί και να φαίνουνταν, άμα αλλάξουν τα περιστατικά, θαλλάξη και κείνο . Μπορεί νάρθουν άλλοι που να τους αξίζουν και να κάμουν πάλε στον καιρό τους ό τι κάμανε στο δικό τους εκείνοι, σαν που είδαμε στην Εβρώπη να βγουν τόσα φώτα. Δάντε, Σαικσπείρο, Γκέτε, Βολταίρο, που δε φοβούνται σύγκριση με κανέναν.

Αν το είχαμε συλλογιστή μια στιγμή, θα καταλαβαίναμε που για να δείξουμε στον κόσμο πως είμαστε τόντις παιδιά των αρχαίων, ανάγκη καμιά δεν είχαμε να πάρουμε τη γλώσσα τους· από τη δημοτική θα φαίνουνταν ακόμη καλήτερα πως είναι πρόγονοί μας.

Μια μεσόκοπη γυναικούλα τρομασμένη, κίτρινη, με ξέπλεκα μαλλιά μ' ένα ξετραχηλισμένο ξεθηλύκωτο πολκάκι που μπρος φαίνουνταν τα μαραμένα κίτρινα βυζιά της, νερουλά κρεμασμένα ως κάτω σα βυζιά αγελάδας, μ' ένα κοντοφούστανο, με γυμνά ξυπόλητα καλαμένια ποδάρια. — Τι είνε;, τι είνε; Χριστέ και Παναγιά μου.... Μπα! μου κόπηκε το αίμα μου!...

Από τα πλάγια των βουνών πέρα, όντας φτάναμε σε κανένα μικρό άνοιγμα του δάσους, φαίνουνταν πού και πού και καμιά κορδελίτσα σταχτόχρωμου καπνού να ξετυλιέται από καμιά καλύβα τσοπάνου προς τον ουρανό.