Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Τόσφιγκε, εφίλειε τις τραγότριχες του τομαριού, και της φαινονταν μαλακές, απαλότατες, σα νάσμιγαν τα μαραμένα της χείλη τ' Αργύρη το χνουδωτό στοματάκι· &Χριστοσανέστη& με τον ίδιον τον Αργύρη της λες κ' έκανε. Πάει με χαρές στο σπιτικό της η μαβρόχηρα.

Οι άλλες λεύκες τίναζαν τα ξερά και μαραμένα φύλλα τους σαν δάκρυα μέσα στο ήσυχο το ρέμα· τα σπάρτα ξέχασαν τα χαρωπά παιγνιδίσματα με τις χρυσές ακτίνες και μόνο ταγκαθωτά φύλλα τους έτριζαν λυπητερά με τις άγριες πνοές· οι καλαμιές, σαν γερόντισσες ξερακιανές, τρέκλιζαν με τις αύρες που τους ζητούσαν ερωτικά παιγνίδια, γαργαλίζοντας τα χλωμά και στεγνωμένα φύλλα τους.

Συλλογιζότανε το βασιλόπουλο, που η προσταγή του πατέρα της το είχε στείλει μακρυά, να το φάνε τάγρια θηρία. Τα δάκρυά της, που πέφτανε ζεματιστά απάνω στα μάγουλά της και στα στήθη της, μαράνανε σιγάσιγά τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της. Κ' η βασιλοπούλα, σαν έβλεπε τα κάλλη της τα μαραμένα, έκλαιε διπλά δάκρυα για το βασιλόπουλο και για τον εαυτό της.

Μια μεσόκοπη γυναικούλα τρομασμένη, κίτρινη, με ξέπλεκα μαλλιά μ' ένα ξετραχηλισμένο ξεθηλύκωτο πολκάκι που μπρος φαίνουνταν τα μαραμένα κίτρινα βυζιά της, νερουλά κρεμασμένα ως κάτω σα βυζιά αγελάδας, μ' ένα κοντοφούστανο, με γυμνά ξυπόλητα καλαμένια ποδάρια. — Τι είνε;, τι είνε; Χριστέ και Παναγιά μου.... Μπα! μου κόπηκε το αίμα μου!...

ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Πόθεν το γνωρίζεις; είνε ψεύδος. ΜΕΝΕΚΡΑΤΗΣ. Παρά του Σιλβίου, στρατηγέ. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Ονειρεύεται. Γνωρίζω ότι και οι δύο είνε εις την Ρώμην, αναμένοντες τον Αντώνιον. Είθε πάντα τα θέλγητρα του έρωτος να καλλύνωσι τα μαραμένα σου χείλη, ω ακόλαστος Κλεοπάτρα! Ας ενωθή η μαγεία μετά της καλλονής, και μετ' αυτών αμφοτέρων η ηδυπάθεια.

Κλείσθηκε μέσα στον πύργο και τα δάκρυά της τρέχανε ποτάμι απάνω στα μαραμένα λουλούδια του κορμιού της. Το βασιλόπουλο σαν είδε κ' έκλεισε το παράθυρο είπε μέσα του: — Πέρασαν χρόνια και καιροί και η αγαπημένη μου με ξέχασε. Διάβηκα ποτάμια και γκρεμνούς, πέρασα βουνά και θάλασσες για να την ανταμώσω.

Και κατές πότε θαποθάνω; Όντε θα πέφτουνε τω δεντρώ τα φύλλα. Σαν έν' απ' αυτά τα μαραμένα φύλλα, κεγώ θα πέσω και τανέμου το φύσημα θα με πάρη. — Μα δε σούπα να μην τα λες αυτά; Εγώ στην Καλυβιανή, που πήα, την επαρακάλεσα και θα σε γιάνη. Και κάθ' αργά στην προσευχή μου για του λόγου σου παρακαλώ Μα γιατί να μην πας κη ίδια στην Καλυβιανή, απού κάνει μεγάλα θαύματα;

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν