United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στην αντίθετη όχθη, κει που θα βρίσκωνται οι ιππότες του Βασιληά Αρθούρου, θα την περιμένετε. Δίχως άλλο, θα μπορέστε βέβαια να την βοηθήστε. Η κυρία μου φοβάται την ημέρα της δίκης: μολαταύτα έχει εμπιστοσύνη στην καλωσύνη του Θεού, που την επήρε άλλοτε από τα χέρια των λεπρών». — Γύρισε στη Βασίλισσα, ωραίε γλυκέ φίλε Περινίς. Πες της ότι θα κάνω το θέλημά της».

Είπε, κι' ο κράχτης άκουσε του βασιλιά το λόγο, και παίρνει δρόμο, το τειχί τρεχάτα ακολουθώντας, έπειτα ομπρός στους Αίιδες πάει στέκει και τους κάνει «Αίιδες, των χαλκόφραχτων αρχόντοι Δαναώνε, ο γιος του θεογέννητου του Πετεού σας κράζει 355 να πάτε εκεί, και μια σταλιά στη μάχη να βοηθήστεμάλιστα αν γίνεται κι' οι διοκαλυτέρα κι' οι διο σας να πάτε, τι άσκημη θα δουν γλήγορα εκεί φουρτούνα, τι έτσι οι Λυκιώτες αρχηγοί τον έσφιξαν, που αιώνια μες στις σφαγές σα σίφουνας τα πάντα συνεπαίρνουν. 360 Μα αν κόρωσε κι' εδώ η δουλιά και πολεμάτε, ας έρθει και μόνος ο παλικαράς καν γιος του Τελαμώνα, κι' αντάμα ο Τέφκρος που καλά κατέχει από δοξάρια

Η Βραγγίνα, η γυναίκες της, οι βαλέδες της, τη συνοδεύουν. Πέρνει το δρόμο που πάει στην Εκκλησιά. Ο λεπρός ακολουθεί τους βαλέδες, χτυπάει το τασσάκι του, παρακαλεί με παραπονετική φωνή: «Βασίλισσα, βοηθήστε με. ΠεινάωΑπό το ωραίο του σώμα, από το ανάστημά του, η Ιζόλδη τον ανεγνώρισε. Σύσσωμη ανατριχιάζει, μα δεν καταδέχεται να χαμηλώση το βλέμμα της απάνω του.

Αλλά το σώμα μου τρέμει, φοβάμαι πολύ, φεύγω, έμεινα κι' όλα πάρα πολύ». Ο Βασιληάς, μέσ' τα κλαδιά, λυπήθηκε, και γέλασε γλυκά. Η Ιζόλδη φεύγει, και ο Τριστάνος τη φωνάζει. — Βασίλισσα, για τόνομα του Χριστού, λυπηθήτε με, βοηθήστε με! Οι τιποτένιοι προδότες ήθελαν να διώξουν μακρυά από το Βασιληά όλους όσοι τον αγαπούν. Επέτυχαν το σκοπό τους, και τώρα τον περιγελούν.

Πόσο θα βαστήξη η τρέλλα σας; Θάρρος! Μετανοήστε, επί τέλους!» Ο Τριστάνος του είπε: « Ακούστε, άρχοντα Ογκρίν. Βοηθήστε μας να προτείνουμε ένα συμβιβασμό στο Βασιληά. Θα του ξανάδινα τη Βασίλισσα. Έπειτα, θάφευγα μακρυά, στη Βρεττάνη. Μια μέρα, αν ο Βασιληάς ήθελε να με ανεχθή κοντά του, θα γύριζα και θα τον υπηρετούσα όπως οφείλω».

Είπε, και κάτου η Ίριδα κινάει οχ τις ραχούλες της Ίδας, και στον Έλυμπο ναν τους το πει ανεβαίνει. 410 Κι' εκεί στου μυριολόγγωτου βουνού τα πρωτοπόρτια τις βρήκε και τις σταματάει, και λέει το τι είπε ο Δίας «Πού τρέχετε; σαν τι λωλιά σας μπήκε στο κεφάλι; Μην τύχει, λέει του Κρόνου ο γιος, και Δαναό βοηθήστε.