United States or Marshall Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την ποιητικήν ερημίαν ολίγοι αγαπούν, διότι ολίγοι αισθάνονται τα θέλγητρά της.

Πάντες ίσως οι πατέρες αγαπούν ομοίως τα τέκνα των• αλλ' αυτός δικαίως τον ηγάπα κάπως περισσότερον των άλλων, διότι έβλεπεν ότι εκείνος ήτο ο μόνος υποστηρικτής και φύλαξ της τυραννίας, και μόνος προέβαλλε το στήθος του χάριν του πατρός και παρείχεν εις την εξουσίαν του την ασφάλειαν.

Με ευχαρίστησε και ανέβη. 17 Μαΐου. Έκαμα διαφόρους γνωριμίας, συντροφιά δεν ηύρα ακόμη καμμίαν. Δεν εξεύρω τι ελκυστικόν έχω διά τους ανθρώπους· με αγαπούν τόσοι απ' αυτούς και προσκολλώνται εις εμέ, και τότε λυπούμαι, όταν ο δρόμος μας μόνον επί μικρόν διάστημα είναι μαζί. Αν ερωτάς πώς είναι εδώ οι άνθρωποι, πρέπει να σου απαντήσω: καθώς παντού!

Η Ιζόλδη είναι, βασίλισσα και φαίνεται να ζη ευτυχισμένη. Η Ιζόλδη είναι βασίλισσα και ζη με τον πόνο. Η Ιζόλδη έχει την τρυφερότητα του Βασιληά Μάρκου. Οι βαρώνοι την τιμούν. Και οι άνθρωποι του λαού την αγαπούν. Η Ιζόλδη περνάει την ημέρα της στης πλούσιες ζωγραφιστές αίθουσες της σπαρμένες με άνθη.

Γιατί κλαις, παιδί μου; δεν βλέπεις πόσες είνε αυτού του είδους η γυναίκες, πώς τις αγαπούν οι άνδρες και τι χρήματα κερδίζουν; Θυμούμαι εγώ την Δαφνίδα τι κουρέλια φορούσε, πριν να μεγαλώση η κόρη της. Τώρα όμως βλέπεις με τι πολυτέλεια ζη, τι χρυσαφικά φορεί και τι ωραία φορέματα κ' έχει και τέσσαρες δούλες. ΚΟΡ. Και πώς τ' απέκτησεν αυτά η Λύρα;

Διότι εκείνοι μεν μόλις γεννηθούν αρχίζουν να τα αγαπούν, ενώ τα παιδιά αφού περάση καιρός αγαπούν τους γονείς, δηλαδή αφού αποκτήσουν σύνεσιν ή αίσθησιν.

Έπειτα, για να με πείση περισσότερο, είπε: με το δικό μας νόμο όλα τα κορίτσια παντρεύονται. Όλες ζουν σύμφωνα με τη φύσι, όλες έχουν το δικό τους, την προίκα που τους δίδει ο άντρας, όλες έχουν παιδιά, έχουν κάποιον ν' αγαπούν... Κ ώ σ τ α ς. Να σου πω, Μαρία, σαυτό συμφωνώ και εγώ. Η Τούρκισσά σου έχει πληρέστατα δίκηο. Βεβαίως Τούρκοι και Τούρκισσες είναι ποιό ευτυχισμένοι από μας. Μ α ρ ί α.

Κι έτσι αγαπούν και ποθούν όλες τις όμορφες του τόπου, κι όντας βγαίνουν τη νύχτα μπαντονάδα, θα πάνε σε κάθε παράθυρο, σε κάθε μπαλκόνι, και στης αρχοντοπούλας το σπίτι και στης φτωχοπούλας το σπιτάκι να ψάλλουν τον ύμνο της ομορφιάς της, να την ξυπνήσουν να την γλυκάνουν να την συγκινήσουν, να της πούνε νάνε λιγώτερο άσπλαχνη στον πόνο του έρωτα, να της πούνε πως έχει γλυκά μάτια, καμαρωτό περπάτημα και περίσσια χάρη· να την κάμουν ν' ανεβοκατεβάση το φως, να την βγάλουν στο παράθυρο.

Υπάρχει ζυγός επαχθής, δουλεία μυσαρά, αλλά και ζυγός γλυκύς, δουλεία επιθυμητή, καθώς δα είνε γνωστότατον. Διά να πιστωθή έτι άπαξ ότι δεν υπάρχει κανών χωρίς εξαίρεσιν. Μήπως δεν αγαπούν όλοι το φως; Είνε ο γενικός κανών. Κατ' εξαίρεσιν όμως υπάρχουν και οι αρεσκόμενοι εις το σκότος, τοιούτοι δε είνε οι απόλυτοι δεσπόται, τα νυκτερόβια πτηνά, και όλοι οι κλέπται των καρδιών και των βαλαντίων.

Δηλαδή οι γονείς αγαπούν τα τέκνα των, διότι είναι μέρος ιδικόν των, τα δε τέκνα αγαπούν τους γονείς, διότι είναι έν μέρος από εκείνους. Περισσότερον δε γνωρίζουν οι γονείς τα γεννηθέντα από αυτούς, παρά τα τέκνα ότι κατάγονται από αυτούς, και διά τούτο περισσότερον συνδέεται ο γεννήτωρ προς το γεννηθέν παρά το γεννηθέν προς τον δημιουργόν του.