United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χωρίς άλλο ήτο όνειρον εξ ουρανών διά την εις τα έθιμα της πατρίδος μου πίστιν ατίμητος αμοιβή. Συμμετέσχον τότε, χαίρων της χαράς του φιλικού δείπνου. Ο Παπά-Γιάννης ο εφημέριος του Νεκροταφείου με το θάρρος οπού είχε της γνωριμίας, έλαβε πάραυτα θέσιν παρά την τράπεζαν, και ανέζησε πάραυτα πότος εκπνέων. — Χριστός γεννάται, εκραύγασεν ο ιερεύς όλος χαρά· και εγέλα όλος.

Ο Γιωργάκης μάλιστα είναι λίγο πειραγμένος μαζή σου, γιατί άφησες την εικόνα της μητέρας του τόσους μήνες τώρα ατελείωτη Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Αυτή η εικόνα ήταν η αιτία... Μ α ρ ί α. Της γνωριμίας μου με τον Κώστα, της ευτυχίας μου... Και της δυστυχίας μου! Μ α ρ ί α. Και θα την τελειώσω. Και θα την κάμω πολύ ωραίαν. Αλλά πώς να έλθω τώρα να εργασθώ, ο Κώστας με εγέλασε.

Με ευχαρίστησε και ανέβη. 17 Μαΐου. Έκαμα διαφόρους γνωριμίας, συντροφιά δεν ηύρα ακόμη καμμίαν. Δεν εξεύρω τι ελκυστικόν έχω διά τους ανθρώπους· με αγαπούν τόσοι απ' αυτούς και προσκολλώνται εις εμέ, και τότε λυπούμαι, όταν ο δρόμος μας μόνον επί μικρόν διάστημα είναι μαζί. Αν ερωτάς πώς είναι εδώ οι άνθρωποι, πρέπει να σου απαντήσω: καθώς παντού!

Αλλ' ενταύθα ουδεμίαν εύρισκα ηδονήν εις τας χρεωστικάς ταύτας επισκέψεις. Ο νους μου ήτο αλλού, η δε απόφασις του ν' αναχωρήσωμεν την επαύριον μου αποκαθίστα όλως αδιαφόρους τας εφημέρους εκείνας γνωριμίας. Προς δε τούτοις επηύξανε την κακήν μου διάθεσιν και η αϋπνία της νυκτός. Ούτε ο Νίκος εφαίνετο καλλίτερον διατεθειμένος.

ΚΡΕΟΥΣΑ Κ' η δύστυχη μητέρα σου σαν ποιά να ήταν τάχα; ΙΩΝ Κάποια γυναίκα που ‘σφαλε κ' εγέννησεν εμένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Έχεις τα μέσα για να ζης; τριμμένα έχεις ρούχα. ΙΩΝ Φορώ τα ρούχα του θεού, 'δω πέρα που δουλεύω. ΚΡΕΟΥΣΑ Και δεν εξέτασες ποτέ να μάθης τους γονειούς σου; ΙΩΝ Όχι• σημάδι γνωριμίας δεν μου τυχε κανένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Αλλοίμονο!— Κι' άλλη γυναίκα έπαθε τα ίδια με τη μάννα σου.

Πόσον συχνά εστεκόμουν μ' αυτήν εδώ, και ατενίζαμεν το αυτό λαμπρόν θέαμα, και τώρα. — Πηγαινοερχόμουν εις την δενδροστοιχίαν, η οποία μου ήτο τόσον αγαπητή· κάποια μυστηριώδης συμπάθεια τόσον συχνά με εκράτει εδώ, πριν γνωρίσω την Καρολίναν, και πόσον εχάρημεν, όταν εις την αρχήν της γνωριμίας μας απεκαλύψαμεν την αμοιβαίαν κλίσιν προς την μικράν αυτήν τοποθεσίαν!

Ουδέ αξίωσις παλαιάς γνωριμίας θ' Αναγνωρισθή τότε, και πολλοί οίτινες νομίζουσιν ότι κάλλιστα εγνώριζον τον Κύριον θ' ακούσωσι την φοβεράν καταδίκην, «Ουκ οίδα υμάς». Διότι πολλοί θα εισέλθωσι πανταχόθεν της οικουμένης, και όμως συ, ο υιός του Αβραάμ, δυνατόν ν' αποκλεισθής.

Διότι μέσα εις τα πλήθη υπάρχουν πάντοτε άνθρωποι κάπως θείοι, όχι πολλοί, άξιοι όμως γνωριμίας όσον φαντασθή κανείς, και αυτοί αναφαίνονται όχι περισσότερον εις τας ευνόμους πόλεις παρ' όσον εις τας μη ευνόμους.

« Ακόμα δε μ' εγνώρισες; — » Με ερωτάδε μ' είδες; » » — Διστάζω ακόμα, μάνα μου, » Να σου το 'πώ, διστάζω, » Γιατ' άλλη, άλλη σ' ήξερα, » Και άλλη σε κυττάζω· » Της γνωριμιάς σου, μάνα μου, » Μ' έφυγαν αι ελπίδες. — »

Αφού λοιπόν τοιαύτα τινα συνέβαινον κατά το ταξείδιόν μου, εννοείται ευκόλως, ότι όλαι μου αι προθέσεις, όλαι αι ελπίδες και τα σχέδιά μου εματαιώθησαν. Όχι μόνον τας καλλονάς της φύσεως δεν ηδυνήθην ν' απολαύσω, όχι μόνον νέας γνωριμίας δεν συνήψα, αλλά ούτε τον πολυτάλαντον θαυμαστήν μου, ούτε το χαρωπόν αυτού θυγάτριον, την μικράν μου φίλην, επανείδον πλέον.