Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


ΑΓΟΡ. Δι' όλα αυτά αξίζεις να σε αγοράσω. Πόσον πωλείται αυτός εδώ; ΕΡΜ. Μίαν μναν αττικήν. ΑΓΟΡ. Λάβε την. Ήκουσες; Σε αγόρασα. ΦΙΛ. Αυτό δεν είνε βέβαιον. ΑΓΟΡ. Πώς δεν είνε βέβαιον, αφού εμέτρησα τα χρήματα; ΦΙΛ. Διστάζω δι' αυτό και σκέπτομαι . ΑΓΟΡ. Και όμως πρέπει να με ακολουθήσης αφού είσαι δούλος μου. ΦΙΛ. Ποίος γνωρίζει αν αυτά τα οποία λέγεις είνε αληθή;

Μπορεί κανείς να ρωτήση τι σχέση έχει αυτό με τις ιδέες του Σαίξπηρ για το κοστούμι. Απαντώ ότι ένας δραματικός συγγραφεύς που έδωκε τέτοια σημασία στην ιστορικήν ακρίβεια των γεγονότων θα καλοδεχόταν την ιστορικήν ακρίβεια των κοστουμιών σαν τον πιο σπουδαίο βοηθό στην ιλλουζιονιστική μέθοδό του. Και δεν διστάζω να πω ότι έτσι τη δέχτηκε.

Όσον διά τους οφθαλμούς των διστάζω να είπω πώς είνε, διότι φοβούμαι μήπως νομισθώ ότι ψεύδομαι• τόσον απίθανον θα φανή το πράγμα• αλλά θα το είπω και αυτό• οι οφθαλμοί των δύνανται ν' αφαιρούνται και να προσαρμόζωνται εκ νέου εις την θέσιν των και οποίος θέλει τους αφαιρεί και μένει τυφλός έως ότου θελήση πάλιν να ίδη, ότε τους θέτει πάλιν εις τας κόγχας των και βλέπει• και πολλοί οι οποίοι χάνουν τους δικούς των δανείζονται ξένους διά να βλέπουν• άλλοι δε έχουν πολλούς και αυτοί είνε οι πλούσιοι.

Ο Λυκούργος, ανήρ σημαντικός μεταξύ των Σπαρτιατών, μεταβάς να ερωτήση το μαντείον των Δελφών, εισήλθεν εις τον ναόν και αμέσως η Πυθία τω είπε τα ακόλουθα· «Ήλθες, ω Λυκούργε, εις τον πλούσιον ναόν μου, συ τον οποίον αγαπώσιν ο Ζευς και όλοι οι κατοικούντες τα ανάκτορα του Ολύμπου. Διστάζω να σε αποκαλέσω θεόν ή άνθρωπον· αλλά νομίζω μάλλον ότι είσαι θεός, ω Λυκούργε

Ω γενναιότατε Αμπτούλ, τα δώρα που μου έστειλες είνε τόσον υπερβολικά και πλούσια, που διστάζω να τα δεχθώ· και παρακαλώ σε δος μου την άδειαν διά να σου τα επιστρέψω οπίσω· επειδή και μου φθάνει η δεξίωσις, που μου έκαμες, η οποία είνε αρκετή διά να κηρύξω την γενναιότητά σου εις όλον το Μπαγδάτι.

Ο Φακύρης επάσχισε να του φανερώσω το αίτιον της ευτυχίας μου, εγώ δε τον επίστευσα άδολον, και του εδιηγήθηκα τα πάντα, από την αρχήν έως εκείνες τες ώρες, και του επερίγραψα και την μεγάλην ωραιότητα της βασιλοπούλας. Ο Φακύρης αφού έδειξε πως ήτον πολλά θαυμασμένος εις τα όσα του εδιηγήθηκα μου λέγει· Ταλμούχ, εσύ μου παρουσιάζεις ένα κάλλος τόσον υπερβολικόν, που διστάζω να το πιστεύσω.

την προσευχήν να πέσω δεν ημπορώ· και όμωςαυτό σφοδρά με σπρώχνουν και θέλησις και προθυμιά· του εγκλήματός μου η δύναμις νικά την δύναμιν της γνώμης· και ως άνθρωπος, 'πού δύο τον βιάζουν χρέη, σταματώ και διστάζω ποιο να προτιμήσω, και αφίνω και τα δύο· και αν το κολασμένο τούτο χέρι άλλο τόσον ήθελε χοντρύνη με αίμ' αδελφικό, τάχ' αρκεταίς δεν έχει ο γλυκός ουρανός δροσιαίς να το λευκάνη ωσάν το χιόνι ; και εις τι άλλο χρησιμεύει το έλεος ειμή το κρίμα ν' αντικρύση ; και η προσευχή διπλήν την δύναμιν δεν έχει, πριν πέσωμε να μας κρατή, και, αν πεσημένους μας εύρη χάμω, την συγχώρεσιν να φέρη; Λοιπόν τα μάτια προς τον ουρανόν! εσβύσθη το ανόμημά μου· αλλά και ποιος αρμόζει τύπος προσευχής εις εμέ; «Τον μιαρόν μου φόνον συγχώρεσέ μου»; Αυτό δεν γίνετ' όταν έχω ολοένα εκείνα, οπούτον φόνον μ' έχουν σπρώξη, τον θρόνον, την βασίλισσάν μου και την δόξαν.

Να σηκώσω την κουρτίνα και να περάσω από πίσω! αυτό είναι όλο: Και γιατί να διστάζω και να φοβούμαι; Γιατί δεν ξέρει κανείς τι θα βρη από πίσω και γιατί δεν ξαναγυρίζει: Και ακόμη, επειδή είναι ιδιότης του πνεύματός μας, να υποθέτωμε το χάος και το σκότος εκεί που δεν γνωρίζομε τίποτε βέβαιο

Συ μου το έστειλες και εγώ δεν διστάζω. Όλα! Όλα! Έτσι εκπληρώνονται όλες η επιθυμίες και η ελπίδες της ζωής μου! Θα κτυπήσω ψυχρός και απαθής τη σιδερένια πόρτα του θανάτου. »Να μπορούσα να έχω την ευτυχία να πεθάνω για σένα, Καρολίνα, για σένα να θυσιασθώ! Ήθελα με θάρρος και φαιδρός να πεθάνω αν μπορούσα να σου ξαναδώσω την ησυχία, την ηδονή της ζωής σου.

« Ακόμα δε μ' εγνώρισες; — » Με ερωτάδε μ' είδες; » » — Διστάζω ακόμα, μάνα μου, » Να σου το 'πώ, διστάζω, » Γιατ' άλλη, άλλη σ' ήξερα, » Και άλλη σε κυττάζω· » Της γνωριμιάς σου, μάνα μου, » Μ' έφυγαν αι ελπίδες. — »

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν