United States or Micronesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και έτσι λέγοντας ευθύς απαραίτησα την κυράν και μεμφόμενος τα ταξίματά της εβγήκα από εκείνην την χώραν πριν ξημερώση· και περιπατώντας μερικές ώρες έφθασα ένα καραβάνι από πραγματευτάδες, που επήγαιναν διά το Μπαγδάτι, και ανταμωμένος με αυτό ακολούθησα τον δρόμον μου ως εκεί. &Εξακολούθησις της ιστορίας του Αμπτούλ Μπαρσή.&

Εμίσευσα ευθύς από το Μπαγδάτι, και ήλθα εις την Μπάσρα, επήγα ζητώντας διά αυτόν τον γέροντα και ερωτώντας τον δι' αυτήν την υπόθεσιν, μου είπεν, ότι ακουστά έχω πως αυτό το βασίλειον θα ευρίσκεται εις ένα νησί μέσα εις τες Ινδίες τες βαθειές, μα δεν ημπορώ να σε βεβαιώσω, ανίσως και είνε αλήθεια ή όχι.

Αυτοί έφερναν μαζί τους πολλά ντζοβαϊρικά από κάθε λογής είδη, διά να δειχθούν καλύτερον πως ήτον τέτοιοι. Και μίαν ημέραν που εσεργιάνιζαν εις το Μπαγδάτι είδαν ένα διδαχτήν που εδίδαχνε με μίαν μεγάλην φωνήν εις την αγοράν, και που ήτον πολύς λαός διά να τον ακούσουν. Αυτός έλεγε προς αυτούς με τούτον τον τρόπον.

Ο πατέρας μου έμεινεν ομοίως και αυτός εκστατικός διά την αναισθησίαν μου. Αυτός ηθέλησε να με ξαναδοκιμάση με άλλες, μα εγώ του είπα ότι δεν αγροικούσα διά να έχω κλίσιν διά υπανδρείαν, και αυτό προέρχεται από την επιθυμίαν που έχω να ξενιτευθώ· διά το οποίον τον επαρακάλεσα να μου δώση την ελευθερίαν διά να υπάγω μοναχά έως εις το Μπαγδάτι, και εις τον γυρισμόν μου να κάμω το θέλημά του.

Ω γενναιότατε Αμπτούλ, τα δώρα που μου έστειλες είνε τόσον υπερβολικά και πλούσια, που διστάζω να τα δεχθώ· και παρακαλώ σε δος μου την άδειαν διά να σου τα επιστρέψω οπίσω· επειδή και μου φθάνει η δεξίωσις, που μου έκαμες, η οποία είνε αρκετή διά να κηρύξω την γενναιότητά σου εις όλον το Μπαγδάτι.

Τότε ο Αλής του έδωσεν ένα καλόν άλογον, και πολλά φλωριά και πετράδια, και είπεν· Εσύ διά την ώραν ημπορείς να φυλαχθής· επειδή και οι στράτες είνε ελεύθερες και δεν σε ζητούν πλέον· σύρε το λοιπόν όπου σου αρέση, και ο ουρανός ας είνε με λόγου σου. Ο Αμπτούλ, αφού τους ξαναευχαρίστησε διά τες χάρες που του έκαμαν, εμίσευσε διά νυκτός και έπιασε την στράταν διά να υπάγη εις το Μπαγδάτι.

Αυτός ήτον πλουσίως φορεμένος, και είχεν εύμορφον παρουσιαστικόν, με εθεώρησε με προσοχήν, και κράζοντάς με μου είπεν· ω νέε πόθεν είσαι; στοχάζομαι να είσαι ξένος. Εγώ του απεκρίθηκα πως είμαι από το Μπαγδάτι, και έπειτα του εδιηγήθηκα καταλεπτώς τα όσα μου εσυνέβησαν.

Ημείς ευχάριστήσαμεν την μεγάλην γενναιότητα του βασιλέως, και βλέποντας ότι αυτά τα δώρα ήταν αρκετά να μας φθάσουν διά να υπάγωμεν εις άλλον τόπον να σταθούμεν, ανταμωθήκαμεν με ένα καραβάνι από πραγματευτάδες, που εμάθαμεν πως εμίσευε διά το Μπαγδάτι και με αυτό εφθάσαμεν εκεί ευτυχώς.

Οπόταν δε εμβήκαμεν εις το Μπαγδάτι, επήγαμεν και καταλύσαμεν εις ένα καλόν σπήτι, και αφού αναπαυθήκαμεν από τον κόπον της στράτας, εβγήκα και υπήγα εις την χώραν διά να ανταμώσω τους φίλους μου. Αυτοί ωσάν με είδαν, εθαύμασαν που με είδαν ζωντανόν λέγοντές μου, πως οι σύντροφοί σου που είχες μισεύσει με αυτούς από εδώ, μας είπαν πως απέθανες.

Φθάνοντας λοιπόν εις το Μπαγδάτι επήγεν ευθύς εις τον τόπον, όπου εσυνάζουνταν οι πραγματευτάδες μήπως και ιδή εκείνον που εφιλοδώρησεν εις την Μπάσραν, διά να του διηγηθή τες δυστυχίες του· όμως εθλίβη κατά πολλά, που δεν ημπόρεσε να τον ιδή· εγύρισεν όλην την χώραν μα δεν εστάθη τρόπος, που να ημπορέση να τον συναπαντήση.