United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός εμαρτύρει απλώς περί Εαυτού; Ήσαν τρεις ισχυροί μάρτυρες οίτινες είχον μαρτυρήσει και εμαρτύρουν περί Αυτού· ο Ιωάννης, τον οποίον, αφού επί βραχύ τον εθαύμασαν, ύστερον απέρριψαν· ο Μωυσής, τον οποίον εκαυχώντο ότι ακολουθούσι, και δεν τον ενόουν· ο Θεός αυτός, τον οποίον επηγγέλλοντο ότι λατρεύουσιν, αλλ' ουδέποτε είδον ούτε εγνώρισαν.

Επέστεψε δε τον επιτάφιον κατά τρόπον Αιάντειον• διότι ανελκύσας το ξίφος του με πολλήν γενναιότητα και ως ήρμοζεν εις ένα Αφράνιον, εσφάγη επί του τάφου και ενώπιον όλων. Αλλ' έπρεπε προ πολλού, μα τον Άρην, να έχη σφαγή, διά να μη εκφωνήση τοιούτον λόγον. Ο ιστορικός λέγει προσέτι ότι οι παρόντες όλοι εθαύμασαν και πολύ επήνεσαν τον Αφράνιον.

Πάντες οι κριτικοί εθαύμασαν την επινόησιν του Ομήρου, όστις αντί να περιγράψη ο ίδιος τα κάλλος της Ελένης, εξεικόνισεν αυτό εμμέσως διά του νεανικού πόθου, ον η θέα της γυναικός ανήψεν εις τα στήθη των γερόντων της Τρωάδος. Αλλ' ουδ' η ομηρική αύτη καλλονή ελλείπει από των θαυμασίων τούτων στροφών.

Είπε, κ' εκείνο εθαύμασαν, γιατίτην Νήλια Πύλο δεν έλεγαν πως πέρασεν, αλλ' ότιτους αγρούς του με τα κοπάδια του έμενεν ή τον χειροβοσκό του. 640 και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος του ωμίλησε και του 'πε•

Τους λόγους τούτους έλεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους· τότ' ο αργοφόνος έφθασεν, ο μηνυτής Ερμείας, με των μνηστήρων ταις ψυχαίς, 'που φόνευσ' ο Οδυσσέας. 100 κ' οι δύο κείνοι εθαύμασαν και προς αυτούς κινήσαν· του Αγαμέμνονα η ψυχή τον ένδοξον, άμ' είδε, εγνώρισε Αμφιμέδοντα, του Μελανέα γόνον, 'που, της Ιθάκης κάτοικος, δεχθή τον είχε ξένον· εκείνον επροσφώνησε τότε η ψυχή του Ατρείδη· 105 «Τί πάθημ', Αμφιμέδοντα, σας έρριξετον Άδη; όλοι εκλεκτοί και ομήλικες! οπούτην πόλιν άλλο δεν θαύρισκες, αν διάλεγες, όμοιο λογάρι ανδρείων. μη μες τα πλοία σύντριψεν εσάς ο Ποσειδώνας με κύματα, οπού σήκωσε μακρά και ανεμοζάλη, 110 ή εχθροίτην γη σας χάλασαν, ενώ βώδια και αρνία εσείς αρπάζετε απ' αυτούς, ή ενώ κείνοι την πόλι και ταις γυναίκαις από σας να σώσουν πολεμούσαν; 'ς το ερώτημά μου απάντησε, και ξένος σου καυχώμαι. και δεν θυμάσαι σπίτι σου πώς ήλθα με τον θείον 115 Μενέλαο, να πείσουμεν εμείς τον Οδυσσέα, να 'λθη με τα κολόστρωτα καράβιατην Τρωάδα; κ' εις ένα μήνα σχίσαμε τα πέλαγ', αφού μόλις του Οδυσσέα πορθητή μαλάξαμε την γνώμη».

Ήρχισε λοιπόν να παρακαλή θερμώς τον βασιλέα πατέρα της υπέρ της ζωής του δυστυχούς συζύγου της. Άπαντες δε συνεκινήθησαν και εδάκρυσαν, και πάντες εθαύμασαν την αρετήν της Χειλωνίδος. Ο δε πατήρ της Λεωνίδας τον μεν Κλεόμβροτον διέταξε να φύγη αμέσως μακράν της Σπάρτης, την δε θυγατέρα του προσεκάλεσεν εις την Σπάρτην, διά να συμμερισθή, μετ' αυτού τας τιμάς του θρόνου.

Όσον αφορά τους φιλοσόφους είμαι σχεδόν βέβαιος, ότι ποτέ δεν εθαύμασαν αυτοί μίαν τρικυμίαν, έστω και από της ασφαλούς παραλίας. Προς τον καλλιτέχνην εκείνον όμως λέγω: — Όστις και αν είσαι, δος δόξαν τω Θεώ, ο οποίος σε έπλασε μ' εντόσθια δυσπαθέστερα των άλλων.

Άπαντες εθαύμασαν την χριστιανικήν αρετήν της τυφλής νεανίδος, ο δε ιερεύς εν τω μέσω του γενικού θαυμασμού εφώναξενΙδού, φίλτατοι αδελφοί, διατί ο Ιησούς μας είπεν ότι των πτωχών εστίν η βασιλεία των Ουρανών!

Οπόταν δε εμβήκαμεν εις το Μπαγδάτι, επήγαμεν και καταλύσαμεν εις ένα καλόν σπήτι, και αφού αναπαυθήκαμεν από τον κόπον της στράτας, εβγήκα και υπήγα εις την χώραν διά να ανταμώσω τους φίλους μου. Αυτοί ωσάν με είδαν, εθαύμασαν που με είδαν ζωντανόν λέγοντές μου, πως οι σύντροφοί σου που είχες μισεύσει με αυτούς από εδώ, μας είπαν πως απέθανες.

Και ευθύς επρόσταξεν ο βασιλεύς να ετοιμάσουν τα άλογα και εκαβαλλίκευσε με αρκετήν παράταξιν, έχοντας οδηγόν τον ψαράν και φθάνοντες εις το αντίκρυ βουνόν, από το όπισθεν μέρος είδον μίαν ευρυχωροτάτην πεδιάδα, και εθαύμασαν διότι δεν την είχεν ιδεί ποτέ κανένας· και τέλος πάντων έφθασαν εις την λίμνην της οποίας το νερόν ήτο καθαρώτατον τόσον, ώστε τα ψάρια όλα που εφαίνοντο μέσα ήσαν παρόμοια με εκείνα τα οποία ο ψαράς είχε προσφέρει του βασιλέως.