United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν συνήρθανε λιγάκι, άκουσα τη γυναίκα του χειρούργου να λέη στον άντρα της: — Γιατί, καλέ μου, σου κατέβηκε να κάνης ανατομία σ' έναν αιρετικό; δεν ξέρεις, πως ο διάβολος κατοικεί πάντα μέσα στο σώμα αυτών των ανθρώπων; Πάω γρήγορα να φωνάξω έναν παπά να τον ξορκίση. Μ' έπιασε τρεμούλα, σαν άκουσα αυτήν την απόφαση κ' έμασα τις λίγες δυνάμεις, που μ απόμειναν, για να φωνάξω: — Λυπηθήτε με!

Τρεμούλα πήρε και τα διο στρατέματα απ' το φόβο· τόσο ξεφώνισε ο θεός που φόνους δε χορταίνει. Πώς σκοτεινή στα σύγνεφα σηκώνεται μαβρίλα σαν πιάνει κακοφύσητος αγέρας με την κάψα, 865 τέτιος κοντά στα σύγνεφα κι' ο Άρης στο Διομήδη φαινότανε όταν στα φαρδιά πετούσε απάνου ουράνια.

Αν και γέρος, μα η δροσάτη αυτή ευωδιά σας φέρνει στην καρδιά μου αλλόκοτη τρεμούλα, κρυφό σπαρτάρισμα, κάτι που με κάνει και θαρρώ πως ξανάνιωσα, και θέλω κοντά σας να μένω, να σας κρυφομιλώ, να σας λατρεύω, να σας λέγω πως είστε σεις κι όχι άλλες, πως τέτοια μάτια και τέτοια χείλη στον κόσμο δεν τα είδα, και πως κρίμα, μεγάλο είτανε κρίμα να μ' αφήσετε να μισέψω στα ξένα μικρό αγόρι και να σας στερηθώ, εγώ που μπορούσα να τρελλαθώ για την αγάπη σας, μέρα και νύχτα να σας τραγουδώ και να μη χορταίνω.

Φοβηθήτε, μήπως ανακαλέσω πάλι εδώ πέρα αυτόν που, από σας, έδιωξαΤρεμούλα τους έπιασε τους τιποτένιους. Τρομερός παρουσιάστηκε στα μάτια τους ο Τριστάνος. Τον έβλεπαν κι' όλα να βυθίζη το σπαθί του στα κορμιά τους ... «Μεγαλειότατε, καθώς είναι το καθήκον των υποτελών σας, σας δίναμε τίμια και πιστή συμβουλή, για την τιμή σας. Μα από δω και πίσω θα σωπάσουμε.

« Ήτον η πρώτη τ' Απριλιού » Κοντάτη χαραυγούλα, » Τούρκος Δερβίσης άπιστος «'Στό μιναρέ φωνάζει, « Και προσκαλεί τους Τούρκους του «'Στό σκοτωμό και σφάζει » Το σίδηρο εδώ κ' εκεί .... » Τι φρίκη! . . . Τι τρεμούλα

Και κει που τάλεγα, παιδί μου, τον έπιασε μια τρεμούλα και άσπρισαν τα χείλια του, και αγρίεψεν η ματιά του, σαν σεληνιασμένος. — Ω, Παναγία μου! τρεις φοραίς άνοιξε το στόμα του να συντύχη, και τρεις φοραίς άκουσα τα δόντια του να κροτιούνται, παιδί μου, μα την φωνήν του δεν την άκουσα! Έτσι εστριφογύριζε το νεκρόχλωμό του πρόσωπο!

Τώρα όσο στέκανε οι θεοί απ' τους αθρώπους χώρια, τόχαν μεγάλη οι Δαναοί χαρά που ο Αχιλέας βγήκε στον κάμπο, και καιρό σπαθί δεν είχε αγγίξει· όμως τρέμουλα σύγκορμη τους Τρώες παραλούσε κι' απελπισιά, που το γοργό θωρούσαν Αχιλέα 45 καθώς μες στ' άρματα άστραφτε σα θνητοφάγος Άρης.

Με τρεμούλα άπλωσε η Ιζόλδη το δεξί χέρι στα οστά των αγίων και είπε: «Βασιληά του Λογρ, και σεις Βασιληά της Κορνουάλλης, και σεις άρχοντα Γκωβαίν, άρχοντα Κε, άρχοντα Ζιρφλέ, και σεις όλοι που ήρθατε δω εγγυητές μου, σ' αυτά τα άγια λείψανα και σ' όλα τα άγια λείψανα που βρίσκονται στον κόσμο, ορκίζομαι ότι ποτέ κανείς άνθρωπος γεννημένος από γυναίκα δε με κράτησε στα χέρια του εκτός από το Βασιληά Μάρκο τον κύριό μου, κι' από το φτωχό προσκυνητή που προ ολίγου έπεσε χάμω μπρος στα πόδια σας.

Σιγά, σιγά, σιωπηλά 'Στό πλάγι μου σιμόνει, Με πιάνει με το χέρι του, Το 'σάν τη πέτρα κρύο. Σηκόνονται αι τρίχες μου, Τα πόδια μου τα δύο Τρέμουνε, και το αίμα μου 'Σταίς φλέβες μου παγόνει. Το κύτταξα, το κύτταξα 'Στό πρόσωπο, 'ς το σώμα, Και μια τρέμουλα φρικερή Με πιάνει, κ' ένας τρόμος, Γιατί, γιατί το γνώρισα Το φάντασμα, αλλ' όμως Ακόμα λόγο 'δίσταζα Να 'βγάλω 'πό το στόμα.

Πολεμάει να γλυτώση την αρχόντισσα, μα πού να προφτάξη, που θέλει μέρες και μέρες να πάη και νάρθη! . . Ανατριχιάζω, καημένη, και δε συμμαζεύουμαι από την τρεμούλα. Και τέτοιο σκοτάδι! Φέρ' ένα φανάρι από μέσα να καθίσουμε στο κατώφλι αυτουδά! Α μας χρειαστούνε, η Γαρουφαλιά θανοίξη το παραθύρι και θα φωνάξη. Πού ύπνος πια τέτοιες ώρες! Πιπ.