United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είδον άνθρωπον ωθήσαντα σπαίρουσαν σάρκα διά του ποδός, διά να πεισθή εάν ζη, και ο πους του εδιπλασίασε τον σπαραγμόν της· και αντί να επαναδώση εις αυτήν την εκφεύγουσαν ζωήν, εξ ολοκλήρου την αφήρεσεν. Είχε λησμονήση ο άνθρωπος, ότι αι χείρες επλάσθησαν διά ν' ανεγείρουν.

Αληθώς άλλος τις φίλεργος και δραστήριος, ιδών την ανάγκην εκεί της συνοικίας, ιδών και τον Σπύρον από πρωίας έως νυκτός καθήμενον και μη κινούμενον διόλου εις περιποίησιν και κολακείαν των πελατών, ήνοιξεν άλλο καφενείον παραπλεύρως, και μόνος περιποιούμενος τους πελάτας προθύμως, αφήρεσεν όλην την πελατείαν του Σπύρου, όστις τέλος ηναγκάσθη να κλείση το καφενείον του, πωλήσας τα έπιπλα εις ευτελεστάτην τιμήν και ζημιώσας την Αρφανούλαν υπέρ τας χιλίας δραχμάς.

Έπειτα δε όταν ο ηλίθιος εκείνος Κελτός πεισθείς εις τον χρησμόν εισέβαλεν εις την Αρμενίαν και εφονεύθη κατακοπείς μετά της στρατιάς του υπό του Οθρυάδου, ο Αλέξανδρος αφήρεσεν εκ του αρχείου του μαντείου τον ανωτέρω χρησμόν, αντ' αυτού δε κατέθηκεν άλλον, τον ακόλουθον•

Τι ησθάνετο; απερίγραπτον. Η καλή μαμμή αφήρεσεν όλα τα σπάργανα, απέσπασεν αβρώς την φουστίτσαν και το υποκάμισον του βρέφους και το έρριψεν απαλώς εις την σκαφίδα. Ήρχισε να το πλύνη και να αφαιρή τα άλατα, με τα οποία το είχε πιτυρίσει κατά την στιγμήν της γεννήσεως, αφού το είχε αφαλοκόψει.

Και ήνοιξα την θύραν, ήτις αφήρεσεν από του θαλάμου μου αέρα θερμόν, και ορμητικά κύματα παγερού βορρά μου απέστειλε, παρασύραντα και κυλίσαντα προ των ποδών μου όγκον σπαίροντα και σφαδάζοντα, άμορφον όγκον, τον οποίον δεν ηδυνάμην να διακρίνω εν τη σκοτία της νυκτός. Θα ήτο δυστυχές ον, αφού ωμίλησε προς την ψυχήν μου και την αφύπνισε· διότι προς την ψυχήν μόνον η δυστυχία, λαλεί.

Και ο Στάθης δ' αυτός, ωσεί ζηλοτυπών προς το παρελθόν της κ' επιθυμών να καταστρέψη πάσαν αυτού ανάμνησιν, αφήρεσεν απ' αυτής την βλαχικήν ενδυμασίαν, την γραφικήν εκείνην ενδυμασίαν με τα κρόταλα και τους χρωματισμούς, την οποίαν νομίζει τις ότι οι βλάχοι επενόησαν εκ του μεγάλου πόθου των προς την φύσιν, ίνα φέρωσιν επάνω των το αποτύπωμά της πάντοτε, όπου και αν ευρίσκωνται.

Η Ανάγκη είνε ο άξων, περί τον οποίον όλα μεταβάλλουσιν όψιν, ουδέποτε δε υπό το κράτος αυτής ηδυνήθη να εύρη ηχώ η Αλήθεια, και να μετρηθή η Αρετή διά του χρυσού μέτρου, το οποίον έρριψε μεν εξ αγαθότητος ο Θεός εκ του ουρανού, αλλ' ο επί της γης αντίπαλος αυτού αφήρεσεν επιτηδείως εκ των χειρών του ανθρώπου και έκοψε δι' αυτού νομίσματα.

Αλλά πες μου και τούτο• Τις τ' άρ' όδ' άλλος ο σεμνός ανήρ; Από το ένδυμά του δεν φαίνεται να είνε Έλλην. ΕΡΜ. Είνε ο Κύρος, ο υιός του Καμβύσου, ο οποίος αφήρεσεν από τους Μήδους την κυριαρχίαν και την έδωκεν εις τους Πέρσας.

Είμαι άραγε παράφρων εγώ, διότι κακήν άπαξ απόφασιν λαβών μετεμελήθην ύστερον φρονιμώτερον σκεφθείς ; ή μήπως συ μάλλον παραλογίζεσαι θέλων ν' ανακτήσης άπιστον σύζυγον, την οποίαν πρέπει να ευχαριστής τον θεόν ότι σου την αφήρεσεν; Εάν ώμοσαν τότε τον Τυνδάρειον όρκον οι ερωτόληπτοι μνηστήρες, δεν το έπραξαν βέβαια ούτε διά της ιδικής σου ενεργείας ούτε προς χάριν σου· το έπραξαν διότι έκαστος ήλπιζε δι’ εαυτόν.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Αλλά τότε διατί δεν μοι έφερες την επιστολήν εκείνην ; ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Διοτι μοι την αφήρεσεν ο Μενέλαος, όστις είναι ο αίτιος όλων τούτων των κακών. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ήκουσας ταύτα, υιέ της Νηρηίδος και του Πηλέως; ΑΧΙΛΛΕΑΣ Ήκουσα την δεινήν σου συμφοράν, βασίλισσα. Αλλ' εγώ δεν θ' ανεχθώ την προς εμέ ύβριν ταύτην.