United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τω εφαίνετο ενίοτε ότι κατόπιν τόσων θεραπευτικών φαρμάκων, τα οποία ματαίως τω έδιδον οι ιατροί, εάν κατώρθωνε να ίδη μίαν φοράν εις τον ύπνον του την φαεινήν της συζύγου του μορφήν, θα εθεραπεύετο, θα εφωτίζετο πάραυτα. Αλλά τούτο το φάρμακον εστάθη αδύνατον να το απολαύση. Πανταχού σκοτία.

Αλλά και αν ήτο, δεν θα ήκουε τίποτε. Ούτος έν μόνον εσυλλογίζετο, αν η συμπεθέρα θα του βγάλη καμμιά ψάρα να φάγη. Καθ' όλην την οδόν εβασίλευε σκοτία.

Βαθύτερον ακόμη εξετείνετο η αχανής του Θερμαϊκού σκοτία, του πέμποντος προς τας βορείους Σποράδας τα αγριώτερα κύματα και τας ψυχροτέρας των ανέμων ριπάς.

Κατάρα συνηθεστάτη ριπτομένη συνήθως κατα προδότου, ή αγνώμονος. «Θα σηκωθή το ψωμί που σώδωκα και θα σε πνίξηΑπευθύνεται προς τους λησμονούντας ταχέως τας χάριτας και τας περιθάλψεις. »Ωσάν πρωτόλουβον καρπό.» σ. 78. Πρωτόλουβος καρπός . Ο πρώτος ωριμάζων. Λέγεται και πρωτολάτης . Με δίκηο νυχτοπούλι.» σ. 78. Τα νυκτερινά πτηνά καίτοι μεγάλας έχοντα πτέρυγας διέρχονται εν τη σκοτία αψοφητί.

Ενόμιζεν ότι ήκουεν εν τη σιγή της νυκτός ένα προς ένα τους λόγους του επιτιμίου και τους εδέχετο, ως τόσας μυλόπετρας κατά της κεφαλής του. Εν τη σκοτία του δωματίου του διέκρινε μαύρον σύννεφον καπνού, δυσώδες, το οποίον τον απέπνιγε. — Φέξε, θεέ μου, φέξε! έλεγεν αναπηδών έντρομος. Ούτω μετά χαράς είδε το γλυκοχάραγμα σημαδεύον την έλευσιν της ημέρας.

Τι καπετάνιος είνε αυτός, είπεν ο άλλος, να μη ξέρη πού είνε η χώρα; Το Κάστρο το άφησαν 'δώ και δεκαπέντε χρόνια. Δεν τώμαθεν αυτός; Δεν τα γράφουν αυτά τα πράματα; Ήδη σκοτία πανταχού ηπλούτο. Νυξ ασέληνος.

Οι παίδες έξω εις την πλατείαν ιδόντες αυτόν εν τη σκοτία της νυκτός ήρχισαν εν χορώ: Φώτο-σβέστη! Φώτο-σβέστη! — Ακόμα 'λίγο ναρθώ μονάχη μου! Είπεν η κυρά Μανωλάκαινα, όλη χρυσή και ωραία, αναμένουσα προ τόσης ώρας τον σύζυγόν της, ίνα την οδηγήση εις τον ναόν.

Η καταπράσινος και κατάλευκος εξ ανθέων χλόη εμαύριζε συγκεχυμένη εν τη σκοτία, και μόνον ως ασβεστωμένοι τόποι διεκρίνοντο υπολευκάζοντες εδώ και εκεί επί του μικρού πεδίου, τα μέρη ένθα εφύοντο τα σμήνη των χαμαιμήλων και αι άγριαι μαργαρίται. Η γραία ξεμουδιάσασα, αφού πλέον εξεκίνησεν, ανέκτησε πάλιν όλην την φαιδρότητά της και προηγείτο ελαφρά, παίζουσα και γελώσα με τας θυγατέρας της.

Τι θα εγίνετο εάν έμενε μίαν ολόκληρον νύκτα εν μέσω της ελώδους εκείνης ερήμου, των δηλητηριωδών αναθυμιάσεων; πώς θα επεριπάτει εν τη σκοτία εκείνη, άνευ ουδενός ερείσματος κ' έχουσα τον Γιάννο εις τοιαύτην αξιοθρήνητον κατάστασιν;. . .

Ουδείς, μεθ' όλην την αυθόρμητον κραυγήν την εξελθούσάν ποτε εκ του θαυμασμού του πλήθους, δι' ης εκηρύσσετο Μεσσίας, ουδείς εσκέπτετο τις ήτο πράγματι Αυτός. «Το φως έφαινεν εν τη σκοτία, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν». «Υμείς δε τίνα Με λέγετε είνεΕάν άλλη εδίδετο απάντησις εις το μέγα τούτο ερώτημα, εάν άλλη απάντησις ηδύνατο να δοθή, όλη η τύχη του κόσμου δυνατόν να μετεβάλλετο.