Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Τώρα, εκόλλησα τον οφθαλμόν εις την κλειθρίαν, χωρίς καν να σκεφθώ ότι παρέβαινα τους κανόνας της χρηστοηθείας. Η αίθουσα εφωτίζετο υπό των πρώτων ακτίνων της αυγής, ενώ εντός του κλειστού δωματίου μας ο καίων εισέτι λύχνος διετήρει της νυκτός την χροιάν.

Γιατί δεν εφωτίζετο της Βέρας μου το δώμα; πώς της γλυκείας μου φωνής δεν ήκουε τους ήχους; ίσως κοιμάται, έλεγα, 'στο απαλό της στρώμα, κι' εκτύπων οι οδόντες μου εξ έρωτος και ψύχους. Και έψαλλαν και έψαλλαν τα χείλη μου τα κρύα, κι' εχάνοντο εις το κενόν οι φλογεροί μου πόθοι, ως ότου πια του τραγουδιού η τόση αρμονία εκόλλησε 'στο στόμα μου και απεκρυσταλλώθη.

Τω εφαίνετο ενίοτε ότι κατόπιν τόσων θεραπευτικών φαρμάκων, τα οποία ματαίως τω έδιδον οι ιατροί, εάν κατώρθωνε να ίδη μίαν φοράν εις τον ύπνον του την φαεινήν της συζύγου του μορφήν, θα εθεραπεύετο, θα εφωτίζετο πάραυτα. Αλλά τούτο το φάρμακον εστάθη αδύνατον να το απολαύση. Πανταχού σκοτία.

Έμεινα μερικάς στιγμάς αφηρημένος με το όνειρον και τον φόβον, πλάττων φανταστικάς και ανοήτους υποθέσεις. Την στιγμήν εκείνην ανεκάλυψα την προέλευσιν της θειαφένιας λάμψεως με την οποίαν εφωτίζετο το κελλί μου. Προήρχετο από μίαν ρωγμήν μισού ποδός το πλάτος, ήτις εξετείνετο κατά μήκος των τοίχων εις την βάσιν των. Επείσθην ούτω ότι ούτοι ήσαν μετέωροι, μηχανικώς συγκρατούμενοι από των πλευρών.

ΘΩΜΑΣ ΔΙΑΦΟΥΑΡΟΥΣ Δεσποινίς, ακριβώς όπως το άγαλμα του Μέμνονος ανέδιδεν αρμονικόν ήχον μόλις εφωτίζετο από τας ακτίνας του ηλίου, το ίδιο και εγώ αισθάνομαι τον εαυτόν μου εμψυχούμενον υπό γλυκυτάτης παραφοράς εις την εμφάνισιν του ηλίου της καλλονής σας.

Ο κοιτών εφωτίζετο υπό λυχνίας καιούσης προ της εικόνος του χρίστιανισθέντος Πριάπου, η δε Ιωάννα ημίγυμνος ως θεά του Ολύμπου και ωραία ως εκείναι, παρίστα εικόνα τοσούτω θελκτικήν, ώστε προ αυτής ο Άγ. Αμούν ήθελε λησμονήσει τους όρκους του και ο Ωριγένης την συμφοράν του και αυτός, νομίζω, ο Θεμιστοκλής το τρόπαιον του Μιλτιάδου.

Εάν έως το μεσημέρι επεριπατούσε, χωρίς να σταθή πουθενά, μόλις τότε θα έφθανεν εις το βουνόν, το οποίον τώρα, εις το γλυκοχάραγμα της αυγής, διέκρινε πολύ μακρυά εμπρός της, εκεί όπου ο ουρανός εφωτίζετο μ' ένα γλυκύ τριανταφυλλένιο χρώμα.

Ο κοιτών εφωτίζετο μόλις υπό της προ των εικόνων λυχνίας, και ήτο βαθεία της νυκτός η σιωπή. Αίφνης μου εφάνη ότι ακούω ασυνήθη έξω θόρυβον και ομιλίας εις τον δρόμον. Ηγέρθην ησύχως, ήνοιξα το παραθυρόφυλλον και, διά μέσου του σκότους, διέκρινα σκιάς ανθρώπων εις την οδόν και ανοικτάς των άντικρυ οικιών τας θύρας. Δεν ετόλμων ν' ανοίξω το παράθυρον• ο πατήρ μου εφαίνετο ησυχάζων.

Τούτο εφωτίζετο δι' ενός επί της οδού σιδηροφράκτου παραθύρου. Αλλά το εκείθεν και εκ της ανοικτής θύρας εισερχόμενον εις την αποθήκην φως δεν ήτο αρκετόν όπως διακρίνη ευκόλως τα εντός αυτής ο έξωθεν ερχόμενος. Ο Λιάκος, ιστάμενος επί της εισόδου, δεν έβλεπε τα εντός της αποθήκης, αλλ' όμως ένδησεν αμέσως ότι δεν ήλθεν εις στιγμην κατάλληλον. Ζωηρά διένεξις εγίνετο εκεί.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν