United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούτο εφωτίζετο δι' ενός επί της οδού σιδηροφράκτου παραθύρου. Αλλά το εκείθεν και εκ της ανοικτής θύρας εισερχόμενον εις την αποθήκην φως δεν ήτο αρκετόν όπως διακρίνη ευκόλως τα εντός αυτής ο έξωθεν ερχόμενος. Ο Λιάκος, ιστάμενος επί της εισόδου, δεν έβλεπε τα εντός της αποθήκης, αλλ' όμως ένδησεν αμέσως ότι δεν ήλθεν εις στιγμην κατάλληλον. Ζωηρά διένεξις εγίνετο εκεί.

Και ενώ όλοι έτρεχαν προς την θάλασσαν κατόπιν του ολισθαίνοντος και καταφερομένου διά της εσχάρας σκάφους, είς μόνος εστράφη αίφνης, κρατών τον βαρειόν του, και έτρεξε προς την αντίθετον διεύθυνσιν, προς την ξηράν, ως διά να κρυβή εις την καλύβην του πλοιάρχου, την χρησιμεύουσαν ως αποθήκην και διά τον ύπνον του νυχτερινού φύλακος.

«.... Τον εργαλειό θα τον στήσω κάτω, δίπλα εις την αποθήκην, όπου φυλάττει ο πατέρας μου τα είδη του παντοπωλείου του, και δι' όσα φορέματα θα χρειάζωμαιπάντα μεταξωτάθα παίρνω εργάτριαν με το ημερομίσθιον να τα υφαίνη.... Πολλά κορίτσια πτωχά ευρίσκει κανείς εις τας Αθήνας να εργασθούν με ημερομίσθιον!...» Εδώ πάλιν η κλωστή εκόπη. Κάθε λίγο και λιγάκι έχει κόμβους αυτή η κλωστή!

Προς το εσπέρας τους ηκούσαμεν εις την αυλήν, ετοιμαζομένους προς αναχώρησιν, και εκρατούμεν την αναπνοήν μας, περιμένοντες την ελπιζομένην απομάκρυνσίν των. Εκεί, ακούομεν αίφνης, πλησίον της θύρας, βροντώδη Τούρκου φωνήν. ― Ας ίδωμεν πριν φύγωμεν, τι έχει εις αυτήν την αποθήκην. Έκαμα τον σταυρόν μου. Κρύος ιδρώς με περιέχυσεν.

Το φως του ηλίου είχε κρυβή, αλλά δεν είχεν εισέτι επέλθει της νυκτός το σκότος, ότε , κλείσαντες την αποθήκην, εξήλθομεν του Χανίου. Η πύλη ήτο εισέτι ανοικτή. Δεν είχομεν ούτε σάκκον, ούτε δέμα, ουδ' άλλο τι δυνάμενον να υποδείξη τους σκοπούς μας. Εις τους κόλπους μας μόνον και εντός των ενδυμάτων εκρύψαμεν ό,τι ηδυνάμεθα να φέρωμεν μεθ' ημών ασφαλώς και κρυφίως.

Εκτός αν εξήρχετό τις πρώτον πατών εις το ύδωρ και σύρων είτα την λέμβον, αν ήτο ελαφρά, μέχρι των ποικιλοχρώμων οστράκων της παραλίας, άτινα εσώρευεν εκεί και ξηρά και θάλασσα, η μεν λεία, καθαρά και εστιλβωμένα εν τη προστριβή του κύματος, η δε ρυπαρά και ακάθαρτα, όσα θραύσματα έρριπτον οι κάτοικοι εις τον άνω της ακτής βράχον, γενικήν αποθήκην των σαρωμάτων.

Εφαίνοντο δε ότι ηρώτων πότε ο ένας και πότε ο άλλος τον Ιππίαν διά ζητήματα της φυσικής και διά μερικά αστρονομικά ζητήματα, εκείνος δε εις τον θρόνον καθήμενος έλυε το ζήτημα καθενός από αυτούς και έδιδεν εκτεταμένας αποκρίσεις εις τας ερωτήσεις των· διέκρινα δ' επίσης μέσα και τον Τάνταλον, δηλαδή είχεν έλθει λοιπόν και ο Πρόδικος από την Κέαν· ήτο δε μέσα εις έν μικρόν δωμάτιον, το οποίον προτήτερα μετεχειρίζετο ως αποθήκην ο Ιππόνικος, τώρα δε ο Καλλίας ένεκα του πλήθους των διατριβόντων εκεί, αφ' ου άδειασε και αυτό, το έκαμε κατοικίαν διά τους ξένους.

Και οι μεν ναυαγοί είχον σωθή· είχαν έλθει νύκτα εις την πόλιν οι κάτοικοι τους έδωκαν φορέματα, ήναψαν μεγάλην φωτιάν μέσα εις μίαν ισόγειον αποθήκην, και τους εζέσταναν. Οι ξένοι έπιον ρούμι άφθονον, και ήναψαν τας πίπας των. Εφαίνοντο ευχαριστημένοι από την φιλοξενίαν των εντοπίων. Τώρα επρόκειτο και πώς να σωθώσι τα ναυάγια.

Μίαν οκάν ελαίας έδιδε την μεγάλην τεσσαρακοστήν εις πτωχήν χήραν, μίαν οκάν έλαιον ελάμβανε το φθινόπωρον εις την αποθήκην, όπου είχε αραδιασμένας περί τας δύο δωδεκάδας μεγάλους πίθους κτιστούς, ασβεστωμένους και χωμένους εις την γην.