United States or Kosovo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευθύς μου έδωσαν διάφορα φαγητά, και παρηγορήσας την πεινασμένην μου κοιλίαν τους εδιηγήθην λεπτομερώς την ιστορίαν των συμβάντων μου εις εκείνο το ταξείδι, και την τολμηράν και κινδυνώδη απόφασιν να έμβω εις τον ποταμόν με το μέσον εκείνης της καλαμωτής· έμειναν όλοι εκστατικοί όταν ήκουσαν ένα τέτοιον παράδοξον συμβάν λέγοντές μου· παρόμοια συμβεβηκότα δεν ηκούσαμεν πώποτε· όθεν πρέπει να σε οδηγήσωμεν εις τον βασιλέα, διά να του διηγηθής μόνος σου όσα μας εδιηγήθης, ο οποίος είνε πολλά περίεργος να βλέπη και να ακούη ξένους και άλλα ήθη.

Τώρα όμως η ψυχή μου μετ' αυξάνοντος φίλτρου επιστρέφει εις το παρελθόν και τρέφεται διά των αρχαίων ενθυμήσεων. Αλλ' ας επαναλάβω την διήγησίν μου. Την αυγήν της Μεγάλης Πέμπτης ηκούσαμεν την λειτουργίαν και εκοινωνήσαμεν των θείων μυστηρίων.

Και από αυτά τα σημεία εστοχασθήκαμεν ότι ήτον ο τόπος όπου είχαν τους τρελλούς κλεισμένους· και πηγαινάμενοι παρεμπρός εβεβαιωθήκαμεν πως ήτον έτσι, με το να ηκούσαμεν που να επαραμιλούσαν και να έλεγαν λόγια χωρίς στόχασιν, και ολονών οι τρελλές κουβέντες που έκαναν ήτον περί αγάπης, ώστε που εκρίναμεν ότι η τρελλαμάρα τους θα είχε προξενηθή από αγάπην και διά τούτο τους εβάλαμεν εις εκείνους τους πύργους.

Το ανωτέρω διήγημα εις άκρον ευηρέστησε τας νεανικάς μας καρδίας· έκτοτε δε έκαστος ημών θερμώς επεθύμησε ν' αποκτήση, ει δυνατόν, φίλον αληθή ως τον Σωκράτην, τον Επαμεινώνδαν, ή τον Δάμωνα. Πολλάκις δε ηκούσαμεν παρά του Γεροστάθου και τα εξής περί φιλίας. «Είναι ανάξιος φιλίας όστις αλλάζει τους φίλους του συχνά ως τα υποκάμισά του.

Διότι η θάλασσα μεταξύ της Σύρου και Μυκόνου εκαλύφθη υπό πλοίων Τουρκικών, κρατουμένων επί ώρας εκεί υπό παντελούς νηνεμίας. Και είδομεν τας λέμβους ενός των πλοίων διευθυνομένας προς τα παράλια της Μυκόνου και ηκούσαμεν πυροβολισμούς, εν μέσω δε του καπνού διεκρίναμεν επιστρεφούσας προς το πλοίον τας λέμβους. Τα προοίμια ταύτα εφαίνοντο επαπειλούντα απόβασιν και προσβολήν εκ του στόλου.

Λοιπόν ολίγον προηγουμένως άραγε δεν σε ηκούσαμεν που έλεγες, ότι ο νομοθέτης δεν πρέπει να επιτρέπη εις τους ποιητάς να συνθέτουν ό,τι τους αρέσει; Διότι δεν γνωρίζουν τι ημπορεί να λέγουν εναντίον των νόμων και να βλάπτουν την πόλιν. Αυτά που λέγεις είναι βεβαίως αληθή. Λοιπόν, εάν χάριν των ποιητών ειπούμεν τα εξής εις αυτόν, δεν θα ήσαν μέτρια τα λεγόμενά μας; Ποία;

Εισερχόμενα λοιπόν και πάλιν εις το πολυπαθές εκείνο Άντρον, όπου προ δύο περίπου μηνών ηκούσαμεν υλακτούσας τας γερμανικάς χάριτας.

Κατηφής και περίλυπος εξελθών εκ του δωματίου του ασθενούς ο ιατρός, είπε προς τους προεστώταςΛυπούμαι, διότι πολύ αργά έφθασα· η ασθένεια είναι σφοδρά περιπνευμονία, η φλόγωσις εκορυφώθη, και μικροτάτη ελπίς θεραπείας μένει πλέον εις την επιστήμην. Απόπληκτοι εμείναμεν όλοι, ότε ηκούσαμεν τους απελπιστικούς αυτούς λόγους του ιατρού. Το Σχολείον κατά τας ημέρας εκείνας είχεν ερημώσει.

Αλλ' ο άνεμος ήτο σφοδρός, εντός δε του λιμένος και εις το πέλαγος ούτε πλοίον εφαίνετο, ούτε πλοιάριον, ουδέ διεκρίνετο άντικρυ σημείον ζωής. Η δε παραλία ήτο ήδη κατειλημμένη υπό άλλων προσφύγων, προ ημών αφιχθέντων και συσσωρευθέντων εκεί με την αυτήν ως ημείς ελπίδα. Δεν τους είδομεν ούτε τους ηκούσαμεν μακρόθεν.

Αυτοί εγέλασαν και μου είπαν• Δεν θα παύσης τέλος πάντων να λέγης ψεύδη διά την χώραν μας και τον ποταμόν; Ημείς, αφότου ήμεθα παιδιά, εργαζόμεθα και ταξειδεύομεν εις τον Ηριδανόν, αλλά πολύ σπανίως βλέπομεν ολίγους κύκνους εις τα έλη του ποταμού, οι οποίοι κράζουν τόσον άσχημα και με τόσον ασθενή φωνήν, ώστε οι κόρακες και η καρακάξες να είνε Σειρήνες συγκρινόμενοι προς αυτούς• κύκνους όμως οι οποίοι να κελαδούν γλυκά, όπως συ λέγεις, ούτε εις το όνειρόν μας ηκούσαμεν, ώστε απορούμεν πώς εις τον τόπον σας έχετε τοιαύτας ιδέας περί της χώρας μας.