United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσοι όμως, μιμούμενοι τον Δαίδαλον, δεν ψηλοπετούν, αλλά πηγαίνουν χαμηλά, ώστε να διατηρήται υγρό το κερί, ως επί το πολύ πετούν ασφαλώς. ΜΙΚ. Εννοείς τους μετριόφρονας και τους φρονίμους. ΠΕΤ. Των άλλων όμως τα ναυάγια, Μίκυλλε, είνε πολύ αξιοθρήνητα και πολύ γελοία.

Εκεί θα πολιτικολογήση, θ' αστειευθή με τους φίλους, εις τους στενωτέρους των οποίων αποκαλύπτει τα σχέδιά του. Και έχει τοιαύτα έτοιμα πάντοτε. Διότι, δεν προφθάνει να ναυαγήση έν, όπου καταστρώνει άλλο, αν δε, έως τώρα μόνον ναυάγια έχει να διηγήται, τούτο αποδοτέον εις μόνην την κακοδαιμονίαν του.

Τούτων τινά υψούντο γραφικώς επί υπερηφάνων βράχων και επί σκοπέλων παρά τον αιγιαλόν, εν τη θαλάσση, χρυσιζόμενα το θέρος υπ' απλέτου φωτός, βρεχόμενα τον χειμώνα υπό των κυμάτων, άτινα μαινόμενος Βορράς ετάραττε και ανετίναζεν, οργώνων ανενδότως το πέλαγος εκείνο, σπείρων εις τους αιγιαλούς ναυάγια και συντρίμματα, αλέθων τους γρανίτας εις άμμον, ζυμώνων την άμμον εις βράχους και σταλακτίτας, εκλικμίζων τον αφρόν εις ακτινωτούς ραντισμούς.

Αφού δε κατεδίωξαν τους Κερκυραίους οι Κορίνθιοι μέχρι της ξηράς, ετράπησαν προς τα ναυάγια και τους νεκρούς αυτών· και ευρόντες τους πλείστους εκόμισαν εις τα Σύβοτα, ένθα υπήρχεν ο κατά γην στρατός των επικουρικών βαρβάρων· είναι δε τα Σύβοτα λιμήν έρημος της Θεσπρωτίδος. Τούτο πράξαντες και συναθροισθέντες πάλιν ώρμησαν κατά των Κερκυραίων.

Αυτά γίνονται εις το πλοίον σου, σοφώτατε Τιμοκλή, και διά τούτο τα ναυάγια είνε απειράριθμα.

Ότε τοιαύτα απεκρίθησαν οι Αθηναίοι, οι μεν Κορίνθιοι παρεσκευάζοντο να πλεύσουν οίκαδε και έστησαν τρόπαιον επί των εν τη ηπείρω Συβότων· οι δε Κερκυραίοι, συναθροίσαντες τα ναυάγια και τα πτώματα όσα το κύμα και ο άνεμος, όστις ηγέρθη κατά την νύκτα διεσκόρπισεν αυτά πανταχού, έστησαν και αυτοί επίσης τρόπαιον επί των εν τη νήσω Συβότων ως νικήσαντες.

Αλλού πάλι τους δηγάται πονετικά τα μύρια βάσανα που για την αγάπη του Χρίστου υπόφερε κ' υποφέρνει. Τα δαρσίματα, τους φυλακισμούς, τα ναυάγια, και τελειώνει την αμίμητη εκείνη περίοδό του με το περίφημο, «Ποιος αρρωστάει και δεν αρρωστώ; ποιος σκανταλίζεται κ' εγώ δεν πυρώνω; Αν πρέπη να παινιέμαι, για την αδυναμία μου θα παινεθώ».

Ο «Σωτήρας» μαδέρια ευρισκόταν απάνω στις πέτρες και κοντά οι ναύτες του, βρεμένοι ως το κόκκαλο, ετουρτούριζαν γύρω στη φωτιά. Και ακόμη κοντά ο καπετάνιος του, αναμαλλιασμένος και αγριομάτης εκύταζε τα ναυάγια σαν να εκύταζε των παιδιών του τα σκέλεθρα. Μωρέ μονοβδόμαδα έκαμεέλαβε! Το ετίναξε απάνω του σαν αστραπόβολο! Αλήθεια ελυπήθηκα κ' εγώ το μπάρκο.

Αναχωρήσαντες δε οι Αθηναίοι έστησαν τρόπαιον εις το μέρος, εκ του οποίου ορμήσαντες ενίκησαν, και τους νεκρούς και τα ναυάγια όσα ήσαν προς το μέρος των εσύναξαν και απέδωκαν τα των εχθρών διά συνθήκης.

Και οι μεν ναυαγοί είχον σωθή· είχαν έλθει νύκτα εις την πόλιν οι κάτοικοι τους έδωκαν φορέματα, ήναψαν μεγάλην φωτιάν μέσα εις μίαν ισόγειον αποθήκην, και τους εζέσταναν. Οι ξένοι έπιον ρούμι άφθονον, και ήναψαν τας πίπας των. Εφαίνοντο ευχαριστημένοι από την φιλοξενίαν των εντοπίων. Τώρα επρόκειτο και πώς να σωθώσι τα ναυάγια.