United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πηγαίνωμεντον ιατρόν του ασθενούς μας κράτους και μέσα εις το ιατρικόν που θα το θεραπεύση κάθε ρανίδα ας χύσωμεν καθείς του αίματός μας! ΜΑΚΔΩΦ Ας τρέξη, το βασιλικόν βλαστάρι να δροσίση, κι' ας πνίξη τ' αγριόχορτα! Εμπρός, εις την Βιρνάμην! Εν Δουνσινάνη. Αίθουσα εν τω μεγάρω. ΜΑΚΒΕΘ Να μη τ' ακούωτο εξής! Ας φύγουν όσοι θέλουν!

Η δε αίθουσα εις την οποίαν εισέρχεταί τις εκ του διαδρόμου τούτου είνε ωραιοτάτη και κατάφωτος και φαίνεται ως να καλύπτη και στολίζη τους τοίχους της πορφύρα. Υπάρχουν και εδώ τρεις κολυμβήθραι με θερμόν ύδωρ.

Εκεί τότε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κοιμώνταν εις την αίθουσα, 'ς το τορνευτό κρεββάτι• 345του παλατιού τ' απόκρυφα και ο Αλκίνοος αναπαύθη, και η σύντροφος του η δέσποινα του ευτρέπιζε την κλίνη. Ραψωδία Θ

Η οικία απετελείτο εκ δύο μεγάλων ισογείων διαμερισμάτων, εξ ων το εσώτερον εχρησίμευε μάλλον ως αποθήκη· είχε δε και ανώγειον, αλλ' η ζωή της μικράς οικογενείας περιωρίζετο εις το προς την οδόν διαμέρισμα, το οποίον ήτο αρκετά ευρύ ώστε να είνε και αίθουσα και κοιτών και μαγειρείον.

Προτιμώ δε και προτιμώσι μαζή μου, είμαι βεβαία, τας αιθούσας των μεγάλων χορών πάντες οι προσκεκλημένοι, διότι πρώτη και απαραίτητος ανάγκη παντός χορού, — είτε χορός καλείται είτε συναναστροφή είτε ο,τιδήποτε άλλοείνε αίθουσα ευρεία, αδιάσειστον έχουσα το έδαφος, υψηλή και ευάερος.

Και ήρχισεν η παππαδιά να μεταφέρη από την τράπεζαν εις τον νεροχύτην τα ολίγα πινάκια και τα δύο μαχαιροπήρουνα, διά να τα καθαρίση προτού τα τοποθετήση εις την εξέχουσαν επί του τοίχου σανίδα, μεταξύ του νεροχύτου και της εστίας. Διότι το δωμάτιον εκείνο ήτο συγχρόνως και μαγειρείον και εστιατόριον και αίθουσα.

Τώρα, εκόλλησα τον οφθαλμόν εις την κλειθρίαν, χωρίς καν να σκεφθώ ότι παρέβαινα τους κανόνας της χρηστοηθείας. Η αίθουσα εφωτίζετο υπό των πρώτων ακτίνων της αυγής, ενώ εντός του κλειστού δωματίου μας ο καίων εισέτι λύχνος διετήρει της νυκτός την χροιάν.

Ο αυλάρχης κυττάζει με αγωνίαν το ωρολόγιον και μαδά τα γένεια του από την απελπισίαν. Το μάδημα όμως δεν ηδύνατο να εμποδίση τους δείκτας να τρέχουν και, εφ' όσον επλησίαζεν η ώρα, τόσον ηύξανεν η αταξία. Αύτη ήτο εις το κατακόρυφον και η αίθουσα του γεύματος ωμοίαζε κατάστρωμα πλοίου δερομένου υπό της τρικυμίας, όταν εισήλθεν ο ηγεμών με τους προσκαλεσμένους.

Και οι πλείστοι εκ των άλλων είχον ήδη μεθύση και η αίθουσα του συμποσίου ήτο πλήρης θορύβου.

Βεβαίως, κάποιος ξένος είχε σκοτώσει τον δράκοντα. Ζούσε όμως ακόμη; Η Ιζόλδη, ο Περινίς, και η Βραγγίνα έψαξαν πολλή ώρα: στο τέλος, μέσ' τα χορτάρια του βάλτου η Βραγγίνα είδε να λάμπη το κράνος του αντρειωμένου. Ανέπνεε ακόμη. Ο Περινίς τον πήρε στο άλογό του και τον επήγε μυστικά στην αίθουσα των γυναικών. Εκεί η Ιζόλδη αφηγήθη την περιπέτεια στη μητέρα της, και της εμπιστεύτηκε τον ξένο.