United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος ο άρχοντας τον αγκάλιασε και του είπε: — Είσαι ο σοφώτερος άνθρωπος απ' όσους έχω ιδεί στον κόσμο. Τον κατέβασε ύστερα στο κατώγι, του έδειξε τα κόκκαλα όλων εκείνων που είχε σκοτώσει από την περιέργεια, που είχαν ν' ανακατεύωνται στες δουλειές των αλλωνών, του έδωκε τα χίλια φλωριά, άρματα για προφύλαξή του κι' ένα μουλάρι και τον ξεπροβόδισε.

Σήκωσα τα μάτια επάνω της, εγώ το σκουλήκι, εγώ ο υπηρέτης. Εκείνη τότε εκμεταλλεύτηκε την συμπάθια που της είχα, με χρησιμοποίησε για να το σκάσει…. Κι εκείνος, ο πατέρας, τα μάντεψε όλα. Κι ένα βράδυ θέλησε να με σκοτώσει. Αντιστάθηκα και με μια πέτρα τον χτύπησα στο κεφάλι.

Ο τυφλός δε σταματούσε, ανάμεσα στο ένα παράπονο και στ’ άλλο, να μουρμουρίζει συνεχώς και είχε ένα πρόσωπο σκοτεινό, απειλητικό. Προς το βράδυ η συγκομιδή ήταν πενιχρήάφησε να ξεσπάσει η οργή του, κατηγορώντας τον Έφις ότι είχε σκοτώσει τον άλλο σύντροφο για να τον ξεφορτωθεί και να κρατήσει για τον εαυτό του τα χρήματα.

Μου επιτέθηκε και ήθελε να με σκοτώσει.» «Να σας σκοτώσει; Για το τίποτα; Αχ, αυτός ο άνθρωπος και οι θείες μου κάνουν τόση φασαρία για μικροπράγματα, ενώ εκεί πέρα υπάρχει κόσμος που κάνει χρέη εκατομμυρίων και κανείς δεν το ξέρειΤη γριά όμως δεν την ένοιαζε καθόλου ο κόσμος εκεί πέρα. «Αναγκάστηκα να πάρω το λοστό για να τον εμποδίσω!

Αφτόν εκεί τον γλύτωσε στην αγκαλιά του ο Φοίβος μες σ' ένα μάβρο σύγνεφο, μην τύχει οχτρός κανένας 345 και τον σκοτώσει μπήγοντας στα στήθια το κοντάρι· και της θεάς βροντόφωνα της έκραξε ο Διομήδης «Παραίτα, κόρη του Διός, τις μάχες και τους φόνους· τάχα δε σώνει που δειλές γυναίκες ξελογιάζεις; Μα αν θες πολέμους και καλά, θαρρώ μα την ψυχή μου 350 θα τρέμεις έτσι κι' αν αλλού πως πολεμάνε ακούσεις

Και δίπλα πάλι η μάννα του θρηνούσε κι' ανοιγμένο κρατούσε μ' ένα χέρι της τον κόρφο, και με τ' άλλο 80 σηκώνει απάνου το βυζί και κράζει με λαχτάρα «Γιε μου Έχτορα, σεβάσου αφτά, λυπήσου με κι' εμένα, κι' η δόλια αν σούδωκα ποτές πονομαλάχτη κόρφο, θυμήσου το έλα, αγόρι μου, και τον οχτρό σου μέσα έμπα και χτύπα απ' το καστρί, μην τ' αντιστέκεις μόνος, 85 τι αν σε σκοτώσει, ω γόϊ κι' αλί! στο στρώμα στολισμένο δε θα σε κλάψω, αστέρι μου, εγώ η πικρή σου μάννα, μήτε η γυναίκα σου η χρυσή, μόνε ταχιά μακριά μας στα πλοία πέρα των οχτρών θα σε σπαράξουν σκύλοι

Αλλά κύριοι, δε θα θέλατε να φάτε τους φίλους σας. Νομίζετε, πως πρόκειται να περάσετε στη σούβλα ένα ιησουίτη κι' όμως είναι ο υπερασπιστής σας, ο εχθρός των εχθρών σας, που πρόκειται να ψήσετε. Εγώ έχω γεννηθή στον τόπο σας· ο κύριος, που βλέπετε, είναι ο αφέντης μου κι' όχι μονάχα δεν είναι ιησουίτης, μα έχει σκοτώσει προ ολίγου ένα ιησουίτη και του πήρε τα ρούχα. Να το λάθος σας.

Αλλ’ αυτόν, πιστεύουν όλοι, τον σκότωσαν ξένοι λησταί σε σταυροδρόμι ερημικό. Δεν πέρασαν τρεις μόνο ημέρες, όπου εγεννήθη το παιδί: προστάζει ο Λάιος τους αστραγάλους του τους δυό αφού τρυπήσουν μακριά να το πετάξουνε σ’ ερημικό βουνό. Αλλ’ ούτε ’δώ τον φύλαξ’ ο Φοίβος το λόγο πως τον πατέρα το παιδί ήθελε σκοτώσει, ουδ’ έπαθεν ο Λάιος ό, τι εφοβήθη. Αλλ’ όμως τέτοια οι μάντηδες επροφητεύαν.

Και τότες θαν τον έπαιρνε και θ' αποχτούσε δόξα αφάνταση, μον στη στιγμή τον είδε η Αφροδίτη και το βοϊδόλουρο τού σπάει· κι' η περικεφαλαία 375 έτσι άδια πάγαινε μαζί με τ' αντριωμένο χέρι. Τότες αφτή την τίναξε στριφογυρίζοντάς την προς τους δικούς του, όπου οι πιστοί την πήρανε συντρόφοι· κι' ατός του πίσω πήδησε με το χαλκένιο φράξο, ναν τον σκοτώσει αφρίζοντας.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Πρέπει νάχη σκοτώσει πολλούς για να γίνη τόσο πλούσιος. ΑΡΓΓΑΝ Οκτώ χιλιάδες φράγκα εισόδημα είνε, νομίζω, κάτι χωρίς να λογαριάσωμε και την περιουσία του πατέρα. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όλα αυτά, κύριε, είνε καλά και άγια, μα εγώμεταξύ μαςσας συμβουλεύω και πάλι να της διαλέξετε έναν άλλον άντρα. Δεν είνε πλασμένη για να γίνη κυρία Διαφουαρούς. ΑΡΓΓΑΝ Εγώ όμως θέλω να γίνη.