United States or Nauru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πατείς βουβά τη νύχτα Και δε σ' εγνώρισα με μιας. Με δίκηο νυχτοπούλι Σε κράζουν οι συντρόφοι μας. Τι φέρνεις παλληκάρι; — Εκίνησε ο Ομέρπασας από το Λιανοκλάδι. — Πέτα, ροβόλα, Πανουριά... Στάρματα, Δυοβουνιώτη... Χριστός ανέστη αδέρφια μου! Καλώς ν' ανταμωθούμε Απόψε πάλε νικηταί.

Όταν έγγραφεν ο ασθενικός ποιητής, ήτο γίγας, ηδύνατο να εναγκαλισθή το &πεντελικόν& να το σφίξη δυνατά, να γίνη &σταυραητός& με νύχια κοφτερά να σπαράσση θηρία, νανοίγη μακρυά φτερά και ν' απλόνη παχύν ίσκιον, να γίνη νυχτοπούλι και να περιπατή με το φεγγάρι, με τ' άστρα όλο σε ρεμματιαίς, σε στρούγγες, σε 'ψιλαίς ραχούλαις και να ψάλλη με φωνήν πουλιού.

Ως που τ' αστέρια τ' ουρανού το μεσονύχτι δείχνουν, Και τότες οι χοροί χαλνούν, σκορπάν οι δουλευτάδες. Στρώνουν για στρώματα κλαδιά κι' αποσταμένοι γέρνουν. Κ' εκεί που σβύνονται η φωτιές έρμες ανάρια ανάρια, Το νυχτοπούλι τ' άγρυπνο γλυκά τους νανουρίζει, Ως που να σκάση ο αυγερινός, που θα ξυπνήσουν πάλι, Πάλι στο έργο τους να μπουν, στον ζηλεμμένον τρύγο.

Και η Αρετή μέσα στον φοβερόν εκείνον ξεκλήρισμα της γενεάς της, απελπισμένη από τη μούχλα και τη σαπίλα που εβασίλευεν ολόγυρα, ρίχνεται στον Θεό, παρακαλεί και λέγει του: Θε μου και κάνε με πουλί, κάνε με νυχτοπούλι, να περπατώ στις ερημιές να κλαίω τους αδερφούς μου! Έτσι έγινε κουκουβάγια η πεντάμορφη. Άλλαξε το είδος δεν άλλαξεν όμως και την ψυχή.

Δε σειέται φύλλοτα κλαριά... Κανένα νυχτοπούλι Μοιρολογάει το σκοτωμό και κάπου κάπου οι λύκοι Που ανάμεσό τους γρούζουνε ποιος να πρωτοχορτάση Με τα πηχτά τα αίματα... Εδώ κ' εκεί κουφάρια Και ροχχαλιάσματα βαθειά...

Αντί νυχτοπούλι έγραψα απ' αρχής γιδοβύζι καθόσον τούτο περιφέρεται κυρίως περί το λυκαυγές και διά πολλών ελιγμών και μετά πολλής ταχύτητος διώκει τα έντομα χωρίς ν' ακούεται ουδόλως το πτερύγισμά του. Αλλά αντικατέστησα γενικωτέραν έκφρασιν προς το ευπρεπέστερον. Πιστεύεται υπό του λαού ότι το γιδοβύζι προβαίνει λάθρα μέχρι των μαστών της αιγός και υποκλέπτει το γάλα θηλάζον.