United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα κι αν τον άλλαξεν ο καιρός και η κούραση τον αμαρτωλό, η αλήθεια είναι πως υπάρχει μια πληρωμή των έργων μας· και η πληρωμή τούτη, καθώς μας το διδάσκει η θετική αντίληψη των αδυσώπητων νόμων της ζωής, βρίσκεται στον κόσμο τούτο εδώ, και πουθενά αλλού.

Και σαν είναι καλή δουλειά η π ό σ τ α, γιατί δεν την κρατείς του λόγου σου, που την είχες ως στα τώρα: Θαρρείς του έδωκε κανείς μια μαχαιριά, και άλλαξεν η θωριά του και άρχισε να μασά τα λόγια του. — Εγώ, κυρά, δυο χρόνια πήγα κ' έφερα την πόστ' από το σιδερόδρομο, έκαμ' αρκετούς παράδες. Τώρα πια ας κάμουν και οι φίλοι. — Άκουσε να σε πω, του είπα τότε, Λαμπή!

Ο Δερβίσης λοιπόν εκεί που εθεωρούσεν αυτόν τον εύμορφον τόπον, αιφνιδίως άλλαξεν η όψις του, και έγινεν ωσάν νεκρού. Η βασιλοπούλα και η βάγια της, φοβισμένες διά μίαν τοιαύτην μεταβολήν του εζήτησαν το αίτιον.

Εις ταύτην την είδησιν αυτοί έμειναν βουβοί, και άλλαξεν η όψις τους ωσάν των νεκρών. Ο γέροντας βλέποντας έτσι αλλαγμένα τα πρόσωπα τους τούς είπεν· αγαπημένοι μου, τι θέλει να ειπή αυτή η σύγχυσις που επάνω σας βλέπω; Α, Κύριε, απεκρίθη ο Τημουρτάς. Ημείς είμασθε εκείνοι που αυτός ζητεί.

Και η Αρετή μέσα στον φοβερόν εκείνον ξεκλήρισμα της γενεάς της, απελπισμένη από τη μούχλα και τη σαπίλα που εβασίλευεν ολόγυρα, ρίχνεται στον Θεό, παρακαλεί και λέγει του: Θε μου και κάνε με πουλί, κάνε με νυχτοπούλι, να περπατώ στις ερημιές να κλαίω τους αδερφούς μου! Έτσι έγινε κουκουβάγια η πεντάμορφη. Άλλαξε το είδος δεν άλλαξεν όμως και την ψυχή.

Με τούτο όμως δεν θα ειπή πως η γυναίκα εκεί άλλαξεν όλωςδιόλου τη φύσι της· πως από τα στολίδια και τα ρούχα και τα συγύρια του σπιτιού της προτιμά ένα φλουσκί ταμπάκο κ' εκείνο μόνον ζητά για πολυτιμότερο αγαθό να φέρη ο άντρας της από το ταξείδι!... Ο θερμαστής εκύταξε κατάματα τον ναύτη, σαν να ήθελε να φτάση στην ψυχή του, να γνωρίση αν τα είπε με κακό σκοπό τα λόγια του, να τον προσβάλη στ' αληθινά.

Εκείνη μ' εκύταξε αυστηρά, εστάθηκε κολοσσός εμπρός μου και με φωνή τρεμάμενη εξαναρώτησε: — Ναύτηκαλεναύτη· ζη ο βασιλιάς Αλέξαντρος ; — Ζη και βασιλεύει· απάντησα ευθύς· ζη και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει. Άκουσε τα λόγια μου καλά. Σαν να εχύθηκε αθάνατο ρευστό η φωνή μου στις φλέβες της άλλαξεν αμέσως το τέρας κ' έλαμψε παρθένα πάλι αγλαόμορφη.

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ευχαριστώ σε, Γυιλδενστέρνη, κ' ευγενικέ μου Ροζενκράς. Να επισκεφθήτε ευθύς, θερμά παρακαλώ σας, τον υιόν μου, 'πού τόσον άλλαξεν, ωιμέ! — Σεις των κυρίων δείξετε αμέσως πού θα εύρουν τον Αμλέτον. ΓΥΙΛΔΕΝΣΤΕΡΝΗΣ Να ευδοκήση ο Θεός χαράν αυτός να λάβη κ' ελάφρωσιν απ' την δικήν μας παρουσίαν, και απ' όσα προσπαθήσωμε. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ο Θεός να κάμη!

Έβγαλεν αμέσως τα μεταξωτά φουστάνια, έκλεισε τα χρυσαφικά σ' ένα κοχυλοστόλιστο κουτάκι κ' έλαμψε στο κατάστρωμα, με το κόκκινο μεσοφόρι και τον άσπρο σάκκο της όλη αρμονία και χάρις. Ωιμέ τ' ήταν εκείνο! τι πλάσμα ήταν εκείνο που έπεσε δώρον τ' ουρανού ή του κυμάτου γέλασμα στο σκυθρωπό σκαφίδι μας! Άλλαξεν ευθύς η έρμη ζωή του ναύτη. Το καράβι έγινε σπίτι της.