Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Αλλ' ο Κώστας ο θερμαστής, ίδιος στ' αστεία και τα σοβαρά ερώτησε πονηρά τον σύντροφό του: — Δε μου λες, βλάμη· είδεν η Παναγιά στ' όνειρό της και τον πατριώτη σου το Βαραββά; Εκείνος εχολοταράχθηκε· φοβερή βλαστήμια ανέβηκε στα χείλη του. Την εκατάπιεν όμως. Δεν ήταν καιρός τόρα να κολασθή κανείς! Εχαμογέλασε, έκαμε τον σταυρό του κ' εξαπλώθηκε στο έρημο κρεβάτι του.

Δρόλαπας τον επλάκωσεν ο θυμός. Με τους ίσκιους λοιπόν εμιλούσε τόσην ώρα! Αναψοκοκκίνησεν, ετινάχθηκεν ορθός και αρπάζοντας τη σκάλα ηθέλησε ν’ ανεβή, βρίζοντας θεούς και ανθρώπους. Αλλά οι ναύτες εξύπνησαν τότε, έσκασαν δυνατά γέλοια και ο θερμαστής το πειραχτήριο του Γιανιού, τον ακολούθησε φωνάζοντάς του: — Άλλο ένα Γιαννιέ!... άλλο ένα και σώνει σου!...

Έχω ακούσει εγώωωω! Είπεν ένας μπαλωμένος θερμαστής, ενώ οι άλλοι τον κοροϊδεύανε. — Μουσικές αναμνήσεις από την Ιταλία, σεγοντάρησεν άλλος. Στην πλώρη ετοιμάζανε τις μπίγες, τα ζεμπίλια, τα φτιάρια, τα παλάγκα, τα καραβόπανα, για τη συνέχιση της πρωινής ανθράκεψης. Εδώ η μουσική ήτανε χοντρή, βαρειά, σκοτεινή, στάζοντας ίδρωτα και βαρυγκομιά. Μουσική τονισμένη αποκλειστικά για τους ναύτες.,,

Ναι, έλα Γιαννιέ, πες μας! είπαν παρακαλεστικά και οι άλλοι ναύτες. — Εγώ να σας πω, ναι· άρχισεν ευθύς εκείνος ξαναβρίσκοντας την ευθυμία του· κι' αν δεν σας λέγω αλήθεια, να τον έχω αντίδικο. Τις φουρτούνες του Καβομαλιά δεν τις κάνουν ανέμοι· τις κάνουν τα στοιχειά. — Τα στοιχειά! μωρέ λόγο που μας είπες! εφώναξεν αναμπαιχτικά ο θερμαστής.

Τις φουρτούνες του Καβομαλιά; Εγώ να σας πω· εγώ το ξέρω... Τις φουρτούνες του Καβομαλιά δεν τις κάνουν ανέμοι εγώ να σάς 'πω... — Όχι να μη μας 'πης! τον έκοψεν άξαφνα ο Κώστας ο θερμαστής. Διάολε! κοντεύεις να μας βγάλης την ψυχή με τον Καβομαλιά σου! Για κάβο τάχα θα τον περάσης κι' αυτόν που τον κατάντησαν πουτάνα οι ψαρόβαρκες!... Δεν θέλουμε να μας πης τίποτα!

Με τούτο όμως δεν θα ειπή πως η γυναίκα εκεί άλλαξεν όλωςδιόλου τη φύσι της· πως από τα στολίδια και τα ρούχα και τα συγύρια του σπιτιού της προτιμά ένα φλουσκί ταμπάκο κ' εκείνο μόνον ζητά για πολυτιμότερο αγαθό να φέρη ο άντρας της από το ταξείδι!... Ο θερμαστής εκύταξε κατάματα τον ναύτη, σαν να ήθελε να φτάση στην ψυχή του, να γνωρίση αν τα είπε με κακό σκοπό τα λόγια του, να τον προσβάλη στ' αληθινά.

Και του χρόνου, παιδιά, στα σπίτια μας, ευχήθηκε. — Στα σπίτια μας, είπεν ο θερμαστής, μα θα σε θερίζ' η πείνα. Η «Παντάνασα» το νεόχτιστο μπάρκο του Βάραγγα φρεσκοβαμμένο, σημαιοστόλιστο αρμένιζε με φλόκους και πανιά μέσα στον κόρφο του Γαλαξειδιού. Έκανε το πρώτο ταξείδι του.

Τίποτα πλέον δεν εύρισκε κανείς να του παινέψη. Πάει και η καλή καρδιά, πάει και η γρήγορη γολέτα, πάει και η όμορφη γυναίκα του. — Δε λέτε, παιδιά, τίποτα να ζεσταθούμε; Και με τον λόγο εφάνηκε μαύρος όγκος στην ανοικτή θυρίδα, εκύλισεν από τη σκάλα κάτω στην πλώρη Κώστας ο θερμαστής, βαρυτυλιγμένος στην πατατούκα του. Έκανε κρύο δυνατό.

Μόνον ο Κώστας ο θερμαστής, πάντα ίδιος, ηθέλησε πάλι να κεντήση τον γέροντα: — Έλα, πες μας ΜπάρμπαΚαληώρα, πόσες φορές ναυάγησες;

Έδωκ' ο Θεός κ' ήρθε ένας πατριώτης τις προάλλες από τα μέρη αυτά. «Καλά είνε ο Μιχαληός, μας είπε. Στο Κεϊπτάουν δεν μπόρεσε να πιάση δουλειά. Μπαρκάρησε θερμαστής μ' ένα εγγλέζικο βαπόρι». Μας έδωκε και τη σύστασί του, να του γράψουμε σ' ένα &μπορτινχάους&, σα γυρίση να βρη το γράμμα. Τίποτε! Μήνες πέρασαν, γράμμα σε γράμμα τούστειλα. Τίποτε!

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν