Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025


Και θα γυρίσουν νικηφόρες πίσω στα πατρογονικά μας τα Λιμάνια, στον δοξασμένο θρόνο του αναστημένου μας του Βασιλιά. Ωιμέ η πίστις και τα όνειρα! Από τα τόσα τέρατα ναι, μόνον εκείνες ηύραν την αθανασία. Τον ΜπάρμπαΚαληώρα τον υποναύκληρο, συχνά θέλουν να τον πειράζουν οι σύντροφοί του.

ΑΜΛΕΤΟΣ Ας σου δώση άφεσιν ο Θεός! σ' ακολουθώ· πεθαίνω, Οράτιε. — Δυστυχής βασίλισσα, καληώρα! ΟΡΑΤΙΟΣ Ποτέ μη το πιστεύσης· είμ' εγώ αρχαίος Ρωμαίος πλέον ή Δανός· σώζεται ακόμη εδώ πιοτό. ΑΜΛΕΤΟΣ Αν άνδρας είσαι, το ποτήρι δος μου· άφησέ το· εγώ το θέλω· Οράτιε φίλε, α! λαβωμένο 'πού θα ζήση τ' όνομά μου, τα πράγματ' αν θα μείνουν άγνωστα όπως είναι! Τι κρότος είναι τούτος πολεμικός;

Ο δε Σαϊτονικολής, αφοπλίσας τον υιόν του, του εψιθυρίοε με τρέμουσαν εξ οργής φωνήν: — Μωρέ σκύλλε, είντα ν' αυτό πούκαμες; Είπε δε και προς τον δάσκαλον να πάη κιαυτός στην καληώρα. Θωρεί τα 'δα είντά 'καμε με το ξύλο και με το φάλαγγα. Αυτός τάφταιγε.

Και για να τον πειράξουν δεν χρειάζονται παρά να του ειπούν το στερεότυπο εκείνο: — Έλα, πες μας ΜπάρμπαΚαληώρα, πόσες φορές εναυάγησες; Στο άκακο ερώτημα ο γεροναυτικός ανάβει άξαφνα σαν δαδί.

Πού θελά βρεθή το στραβόξυλο στη λίμνη μέσα; Καΐκι, σαν καληώρα το δικό σας, για να πέση όξου, θάπεφτε στη θάλασσα, όχι στη λίμνη. Κατά πώς φαίνεται το είχε ρουφήξει ο αφαλός της θάλασσας, και το είχε στείλει στο μάτι της λίμνης, και το μάτι της λίμνης το ξέρασε . . . Αλήθεια, επέφερεν ο χωρικός, αισθανθείς την ανάγκην να πάρη τον ανασασμνό του, πού κοντά επέσατε όξου, του λόγου σας;

Καληώρα όπως εμείς τόρα, έτυχε να διαβαίνη κείνη την ώρα τη δεμοσιά ο Μπέης της Αρκαδίας, ερχάμενος από το Μαραθονήσι και πηγαινάμενος στην Τριπολιτσά. Μες την ώρα, εγλυκολάλειε η φλογέρα τ' Αργύρη στο Βαθυλάκωμα απάνου κι άκουσε ο Τουρκάλας διαβαίνοντας το γλυκολάλημα της φλογέρας δωκάτου, που απαλό, τρυφερό στην πρωινή σιγαλεριά μέσα, ακουότανε στη δεμοσιά το βαθιό του ταντίφωνο.

Κάτι μου εψιθύρισε πειστικά κ' επίσημα, πως το καράβι εκείνο δεν ήταν φίλος όχι· ήταν εχθρός αδιάφορος. Και τόσο εστοίχειωσε η δυσπιστία στην ψυχή μου, που ενώ οι σύντροφοι άφησαν πάλι την τρόμπα, εγώ τίποτα. — Ρε Καληώρα, δεν την παραιτάς πια την έρμη! γυρίζει και μου λέγει ο καπετάνιος· να το πλάκωσε· τι παιδεύεσαι άδικα; — Δεν πειράζει· είπα εγώ.

Μόνον ο Κώστας ο θερμαστής, πάντα ίδιος, ηθέλησε πάλι να κεντήση τον γέροντα: — Έλα, πες μας ΜπάρμπαΚαληώρα, πόσες φορές ναυάγησες;

Εγώ, δεν είτανε δα και πρώτη φορά που έμενα μοναχή μου. Μαγείρευα το φαεί, κ' έκλωθα, σαν καληώρα. Ότι βγήκε ο γέρος, κι αρχινάει το κακό. Μια πας στην άλλη αστραπές και βροντές. Έκανα το σταυρό μου και κάθουμουν έτσι κοντά στη φωτιά. Δεν πέρασε όση ώρα το λέγω, κι αρχινάει κ' η βροχή. Άρχισε δεν άρχισε η βροχή, και να σου χώνουνται μέσα στο καλύβι δυο Τουρκαλάδες!

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν