United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δύο αστέρια τ' ουρανού, τα ωραιότερα του, θέλουντην γην να καταιβούν, και ως που να γυρίσουν παρακαλούν τα μάτια τηςτους ουρανούς να λάμπουν.

Αλλά οι προδότες είπαν: «Βασιληά, άκουσε τη συμβουλή που τίμια σου δίνουμε και πιστά. Εσυκοφάντησαν τη Βασίλισσα, άδικα, το παραδεχόμαστε. Αλλά, αν ο Τριστάνος κι' αυτή γυρίσουν μαζύ στην Αυλή, πάλι θ' αρχίσουν τα λόγια. Άφησε καλλίτερα τον Τριστάνο να φύγη για λίγον καιρό, και μια μέρα βέβαια θα τον ανακαλέσης».

Και ο βορράς εσύριζεν, από το πέλαγος μακρόθεν ερχόμενος, ως ήχος αυλών αναριθμήτων, αοράτων βοσκών, ήχος οξύς και λιγυρός. Και η γραία ηκροάτο ως να ωμίλει τις, και ήκουε του ανέμου τα ηχηρά κελαδήματα, τα οποία εσχημάτιζον τοιούτους μυστηριώδεις λόγους εν τη πενθούση διάνοιά της: — Ίσως και να γυρίσουν και οι δύο, ίσως και να μη γυρίσουν!

Ήσυχοι και γεροί μακάρι να γυρίσουν, Βοηθούς τους Αγίους της Νίκης να γνωρίσουν, Και με καλές αναμνήσεις και αρετή Να γυρίσουν όλοι σπίτια τους γεροί. Χειροκροτήματα και γέλια αντηχούσαν. Όλοι γελούσαν, αλλά ήταν συγκινημένοι.

Και ο καπετάν Κωνσταντής την στιγμήν εκείνην ήτοιμάζετο αληθώς να διατάξη «να τα γυρίσουν». Πλην υπείκων εις την ανεξήγητον ιδιοτροπίαν του εθεώρησε καλλίτερον να θραύση το βρίκιόν του, αφού τω εγένετο παρατήρησις παρά να φανή ότι δεν γνωρίζει την ναυτικήν.

Στον πυρετό τέτοιων σκέψεων επήρα μια μεγάλη απόφαση. Να σώσω εγώ την άρρωστη. Με την πίστη πούχα τότε τίποτε δε μου φαινόταν αδύνατο. Από τα ιερά βιβλία γνώριζα και πίστευα ότι όχι μόνον οι άρρωστοι όλων των λογιών μπορούσαν να θεραπευθούν, αλλά κοι νεκροί να γυρίσουν στη ζωή. Και γιαυτά τα θαύματα ήτον αρκετή μόνον η πίστη.

Μα εκρέμονταν όλα κάτω παραλυμένα και μόνον τα μπρούλια τους ανάδευαν καμμιά φορά, σαν φιδάκια έτοιμα, να φάνε τα κεφάλια τους. Οι σκότες εκρέμονταν κ' εκείνες παράλυτες στα χέρια των ναυτών που άδικα προσμένουν ν’ ακούσουν την προσταγή για να γυρίσουν τα πανιά στον άνεμο.

Τι τώρα ο πολεμόχαρος Μενέλας με τον Πάρη για τη Λενιό θα χτυπηθούν με τα μακριά κοντάρια, κι' ο νικητής λεν τη Λενιό κι' ας πάρει και το πράμα, 255 κι' όρκους εμείς ας κάνουμε αγάπης και φιλίας· έτσι την Τρια εμείς θάχουμε, κι' εκείνοι θα γυρίσουν στ' Άργος που θρέφει ομορφονιές και ζηλεφτά πουλάρια

Πώς εις την γην οι όρκοι να γυρίσουν, εκτός εάν εξ ουρανών ο ίδιος δεν τους στείλη; Αχ! δος μου μίαν συμβουλήν παρηγορίαν δος μου. Αλλοίμονον! η Μοίρα μου σκληραίς παγίδαις στήνει εις μιαν αδύνατην ψυχήν, ωσάν την ιδικήν μου. Ειπέ· τι έχεις να μου ‘πής; Αχ! παρηγόρησέ με, ειπέ μιαν λέξιν να χαρώ, η μαύρη. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Να τι λέγω.

Κι' όταν τ' αστέρι σκάει ψηλά που φως μηνάει του κόσμου, 226 τότε η φωτιά μαράθηκε, ξεθύμαναν οι φλόγες, 228 και φέβγουν πάλι σπίτι οι διο ανέμοι να γυρίσουν κατά της Θράκης το γιαλό π' αχούσε πυργωμένος. 230 Κι' ο Αχιλέας το λαό βαστάει αφτού και στήνει 257 μεγάλο αγώνα, κι' έβγαζε βραβεία οχ τα καράβια.